Του Γιώργου Φιντικάκη
Το τάιμινγκ των χθεσινών συναντήσεων Μητσοτάκη με κορυφαία στελέχη ευρωπαϊκών ενεργειακών ομίλων, όπως της γερμανικής RWE, και της ιταλικής Enel, δεν είναι τυχαίο.
Συμπίπτει με την δέσμευσή του για οριστική απολιγνιτοποίηση της χώρας μέχρι το 2028, και για συμμετοχή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο 35% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας από κάθε τομέα, μέχρι το τέλος της επόμενης δεκαετίας.
Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι οι πράσινες επενδύσεις μαζί με το φυσικό αέριο, και τις επενδύσεις εξοικονόμησης ενέργειας στα κτίρια, θα πρέπει να καλύψουν τα επόμενα χρόνια το τεράστιο κενό που αφήνει ο λιγνίτης στο ενεργειακό μας σύστημα. Ένα κενό που μεταφράζεται σε... 9 εκατομμύρια μεγαβατώρες.
Σημαίνει επομένως ότι οι επενδύσεις σε ΑΠΕ θα ξεπεράσουν αισθητά τα 32 δισ ευρώ μέχρι το 2030, τα οποία προέβλεπε το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα του ΣΥΡΙΖΑ το 2018.
Τις ευκαιρίες αυτές βλέπουν στην Ελλάδα οι ξένοι ενεργειακοί όμιλοι, που τόσα χρόνια απορούν πως μια χώρα σαν την δική μας, προικισμένη με τέτοιο ήλιο και εξαιρετικά πλούσιο αιολικό δυναμικό, δεν πρωταγωνιστεί διεθνώς στο χώρο.
Βλέπουν όμως και τα ραγδαία άλματα της τεχνολογίας διεθνώς στις μπαταρίες που θεραπεύουν δια παντός την "αχίλλειο πτέρνα" των ΑΠΕ, που δεν είναι άλλη από το ότι όταν έχει συννεφιά ή δεν φυσάει, αυτές καθίστανται άχρηστες.
Τα παραπάνω μαζί με μια κυβέρνηση που δεσμεύεται σε πολιτικές υπέρ της επιχειρηματικότητας, δημιουργούν ενδιαφέρον για κάθε τύπο πράσινης επένδυσης. Το ενδιαφέρον αυτό μετέφεραν χθες στον Πρωθυπουργό, το αφεντικό του γερμανικού ενεργειακού κολοσσού RWE, Ρ.Μάρτιν Σμιτς, (κάποτε η εταιρεία είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον για τη ΔΕΗ), όπως και ο Αντόνιο Καμισέκρα της ιταλικής Enel Green Power, της οποίας ο Κ. Μητσοτάκης εγκαινιάζει σήμερα τη μεγάλη επένδυση στον Καφηρέα, ύψους 300 εκατ ευρώ.
Το σύμπλεγμα των 7 αιολικών πάρκων στο ακρωτήρι της Νότιας Εύβοιας, που είναι σε θέση να καλύψει τις ενεργειακές ανάγκες 130.000 νοικοκυριών, παρέμενε μπλοκαρισμένο γα χρόνια στα γρανάζια της γραφειοκρατίας και των τοπικών αντιδράσεων. Υπό αυτή την έννοια, εκτός από μια εμβληματική επένδυση, συνιστά και χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πως κωλυσιεργίες κρατικών και τοπικών παραγόντων κρατούσαν σε ομηρεία ένα τέτοιο project, καθώς επίσης πόσο μπορεί να αλλάξουν τα πράγματα, εφόσον η κυβέρνηση απλοποιήσει, όπως έχει δεσμευτεί, το πολύπλοκο αδειοδοτικό πλαίσιο για τις πράσινες επενδύσεις.
Το γερμανικό ενδιαφέρον για την επόμενη ημέρα της ΔΕΗ
Και αν ο ιταλός δεσμεύτηκε για νέες επενδύσεις της Enel σε αιολικά και φωτοβολταικά, ο γερμανός μανατζερ πήγε ένα βήμα παραπέρα. Σύμφωνα με τις πληροφορίες του liberal.gr εξέφρασε στον Ελληνα Πρωθυπουργό την πρόθεση να συμμετάσχει η RWE στο τεράστιο εγχείρημα της απολιγνιτοποίησης που θα τρέξει την επόμενη δεκαετία στην Δυτική Μακεδονία και την Μεγαλόπολη, μεταφέροντας την τεχνογνωσία που έχει αποκτήσει από ανάλογες διαδικασίες απανθρακοποίησης στη Γερμανία. Την τελευταία δεκαετία, η Γερμανία έχει πάρει δύσκολες αποφάσεις, πρώτα με το κλείσιμο των πυρηνικών, και μετά με το κλείσιμο των ανθρακικών μονάδων, προκειμένου να μειώσει το αποτύπωμα της σε CO2, τομέας όπου η RWE είχε αναλάβει πολύ ενεργό ρόλο, καθώς κάποτε συγκαταλέγονταν στους κορυφαίους ρυπαντές.
Τα άλματα στην τεχνολογία
Τα παραπάνω είναι κι αυτά μέρος των business για την μετάβαση σε μια καθαρότερη οικονομία, μαζί φυσικά με τις επενδύσεις σε αιολικά, φωτοβολταικά, βιομάζα, και άλλες μορφές ΑΠΕ. Τα πράσινα έργα θα γίνουν σταδιακά άτρωτα χάρη στην ασπίδα της αποθήκευσης, καθώς οι σύγχρονες μπαταρίες ιόντων λιθίου, για παράδειγμα, μπορούν να τροφοδοτήσουν ενέργεια στο δίκτυο μέσα σε μόλις 140 χιλιοστά του δευτερολέπτου! Καμία συμβατική μονάδα δεν μπορεί να καταφέρει κάτι τέτοιο.
Τα δε, κόστη πέφτουν συνεχώς, και πρόκειται να υποχωρήσουν ραγδαία τα επόμενα χρόνια, δημιουργώντας τεράστιες ευκαιρίες για χώρες, όπως η Ελλάδα. Σήμερα, ο συνδυασμός φωτοβολταϊκών με αποθήκευση αποτελεί φθηνότερη επιλογή ακόμη και για χώρες με πρόσβαση σε φθηνό φυσικό αέριο, όπως η Ιορδανία και το Μαρόκο. Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξε και αντίστοιχη μελέτη για τις ΗΠΑ (Απρίλιος 2019), τονίζοντας ότι ο συνδυασμός φωτοβολταϊκών με αποθήκευση είναι πλέον φθηνότερος, όχι απλώς από τις μονάδες αιχμής που υποκαθιστά, αλλά και από μονάδες ενδιάμεσου φορτίου με καύσιμο το φυσικό αέριο.
Πιέσεις από παντού
Εκτός όμως από τις εσωτερικές εξελίξεις, υπάρχει και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα στο εξωτερικό. Τους τελευταίους μήνες κλιμακώνονται οι πιέσεις προς κυβερνήσεις και επιχειρήσεις για να λάβουν ακόμη πιο αυστηρά μέτρα για το κλίμα, με αποκορύφωμα την προ ημερών έκθεση του ΔΝΤ. Στην ηχηρότερη έως τώρα κρούση του προς τις πολιτικές ηγεσίες του πλανήτη, το Ταμείο συνιστά την επιβολή φόρου στην κατανάλωση άνθρακα ως το πλέον αποτελεσματικό μέτρο όταν υπάρχει επιτακτική ανάγκη για άμεσα αποτελέσματα, ωστόσο αναγνωρίζει και την δυσκολία του εγχειρήματος. Η μείωση των εκπομπών καυσαερίων και η μαζική στροφή παγκοσμίως σε μια καθαρότερη οικονομία, ναι μεν δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας, ωστόσο αυτές βρίσκονται συνήθως σε άλλες γεωγραφικές ζώνες από εκείνες που χάνονται, όπως παραδέχεται το Ταμείο.
Οι πιέσεις ωστόσο είναι πολλές, και έρχονται από παντού. Τον Ιούνιο, παραμονές της συνόδου G20 στην Οζάκα της Ιαπωνία, 477 θεσμικοί επενδυτές, που διαχειρίζονται κεφάλαια ύψους 34 τρισ. δολαρίων απέστειλαν επιστολή στους ηγέτες των ισχυρότερων οικονομιών του πλανήτη, να παρέμβουν δυναμικότερα για την καταπολέμηση του φαινομένου του θερμοκηπίου. Στην επιστολή τους, απηύθυναν έκκληση στους ηγέτες του κόσμου να καθιερώσουν την τιμολόγηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, σε παγκόσμια κλίμακα, και να καταργήσουν σταδιακά την ηλεκτροπαραγωγή από λιθάνθρακα (δηλαδή και από λιγνίτη).