Κάτω από το ραντάρ της αγοράς πέρασαν την περασμένη εβδομάδα οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που αφορούσαν την μελλοντική διαχείριση των δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Το κύριο βάρος της ειδησεογραφίας αφορούσε την αναθεώρηση του στόχου «Fit for 55» το οποίο αφορά την μείωση των εκπομπών ρύπων κατά 63% για το 2030 σε σχέση με τις εκπομπές ρύπων του 2005 έναντι του 61% αρχικώς. Η ευρωπαϊκή Βουλή ωστόσο φαίνεται να κινείται πιο αποφασιστικά στην προστασία της Ευρωπαϊκής Βιομηχανίας που επιβαρύνεται στο κόστος παραγωγής της με περιβαλλοντικά τέλη από τους εισαγωγείς.
Πολλοί οικονομικοί κλάδοι στην Ε.Ε. λόγω της φύσης των επενδύσεων που πρέπει να κάνουν για να μειώσουν το περιβαλλοντικό αποτύπωμα τους δικαιούνται κάποιες κατανομές δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων. Οι επενδύσεις αυτές έχουν σαν στόχο να μειώσουν έως το 2030 τις εκπομπές κατά 55% σε σχέση με το 1990 και να τις ουδετεροποιήσουν ή να τις μηδενίσουν πλήρως έως το 2050. Με την απόφαση που πήρε την προηγούμενη εβδομάδα οι εισαγωγείς-βιομηχανικοί παραγωγοί από χώρες που δεν πληρούν προδιαγραφές μείωσης του ενεργειακού τους αποτυπώματος θα επιβαρύνονται με έναν επιπλέον φόρο που θα περιλαμβάνει το αντίστοιχο κόστος που θα πλήρωναν αν η έδρα τους ήταν στην Ε.Ε.
Μέχρι στιγμής οι κλάδοι που θα επιβαρυνθούν το κόστος εκπομπών του βιομηχανικού παραγωγού-εισαγωγέα περιλαμβάνουν τους παραγωγούς ενέργειας από υδρογονάνθρακες και τις ενεργοβόρες βιομηχανίες: Τσιμέντο, χάλυβας, αλουμίνιο, διύλιση, χαρτί, χημικά και λιπάσματα βρίσκονται στις πρώτες θέσεις του πίνακα με τις βιομηχανίες που θα χρειαστεί να πληρώσουν ενεργειακούς δασμούς. Σε αυτές το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρόσθεσε τις βιομηχανίες των οργανικών χημικών, τα πλαστικά, του υδρογόνου καθώς και όσων έχουν έμμεσες εκπομπές κατά την διαδικασία της παραγωγής τους: Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και ένας μεταποιητής που χρησιμοποιεί ένα προϊόν που έχει εκπομπές ρύπων θα κληθεί να επιβαρυνθεί με το ανάλογο τέλος.
Παράλληλα για τους Ευρωπαίους παραγωγούς τα δωρεάν δικαιώματα εκπομπών που προβλέπονται έως το 2031 θα αρχίσουν από το 2027 να μειώνονται σταδιακά με τον εξής ρυθμό: 93% το 2027, 84% το 2028, 69% το 2029, 50% το 2030 και 25% το 2031. Τα ευχάριστα νέα για τους Ευρωπαίους παραγωγούς είναι ότι στην πορεία σβησίματος των δωρεάν δικαιωμάτων θα έχουν στα τελευταία τρία χρόνια περιθώριο να ανταγωνιστούν τους εισαγωγείς με δασμούς.
Με τον τρόπο αυτό η Ευρωπαϊκή Ένωση θα ανακόψει την μετανάστευση της βαριάς βιομηχανίας σε χώρες που δεν έχουν περιβαλλοντικές υποχρεώσεις αφού θα καταστήσει ασύμφορη την εισαγωγή των προϊόντων. Την ίδια στιγμή τα έσοδα από τις πωλήσεις των CO2 θα χρησιμοποιηθούν στην αύξηση της αποτελεσματικότητας και τον εκμοντερνισμό των ενεργειακών δικτύων ή ακόμα και σε διασυνοριακά projects μεταξύ κρατών με χαμηλό ΑΕΠ.