Ο διευθύνων σύμβουλος της Pfizer κάλεσε την Ουάσινγκτον να στηρίξει την εξαγορά ύψους 160 δισεκ. δολαρίων της Allergan, που έχει ως βάση της το Δουβλίνο, καθώς μια σειρά πολιτικών, συμπεριλαμβανομένης και της Χίλαρι Κλίντον, αντιτίθενται στην προσπάθεια της φαρμακοβιομηχανίας να μειώσει τη φορολογική της επιβάρυνση μεταφέροντας την έδρα της στο εξωτερικό, αναφέρει σε δημοσίευμά της η εφημερίδα Financial Times.
Η τρίτη μεγαλύτερη συμφωνία στην ιστορία αποτελεί το επιστέγασμα μια χρονιάς που χαρακτηρίστηκε από φρενίτιδα συγχωνεύσεων και εξαγορών, ανεβάζοντας τη συνολική αξία των παγκόσμιων συναλλαγών που ανακοινώθηκαν από τις αρχές του 2015 σε πάνω από 4,2 τρισεκ. δολάρια. Το ποσό αυτό ξεπερνά το προηγούμενο ρεκόρ που σημειώθηκε το 2007 πριν την χρηματοοικονομική κρίση, σύμφωνα με την Thomson Reuters.
Η Pfizer, που ιδρύθηκε στο Μπρούκλιν το 1849, αναμένεται να εξοικονομήσει μελλοντικά τουλάχιστον 21 δισεκ. δολάρια μεταφέροντας τη νέα εταιρία στην Ιρλανδία και ακολουθώντας το παράδειγμα άλλων επιχειρήσεων που έχουν φύγει στο εξωτερικό, όπως η Burger King και η Liberty Global.
Η μεγαλύτερη συμφωνία που έχει γίνει ποτέ στον συγκεκριμένο κλάδο και που χρειάζεται την έγκριση των αμερικανικών ρυθμιστικών αρχών προκάλεσε σφοδρές επικρίσεις από πολιτικούς, όπως η Κλίντον, που θεωρείται φαβορί για το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2016. Ο Ίαν Ριντ, ο διευθύνων σύμβουλος της Pfizer, αντέτεινε ότι αυτό θα επιτρέψει στην νέα εταιρία να αυξήσει τις δαπάνες για την ανακάλυψη νέων σκευασμάτων καθώς θα έχει πρόσβαση σε κεφάλαια που βρίσκονται εγκλωβισμένα στο εξωτερικό.
«Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί δεν το επικροτούν οι πολιτικοί ή γιατί θα ήθελε κάποιος να ματαιώσει αυτή τη συναλλαγή», δήλωσε στη βρετανική εφημερίδα ο Ριντ. «Είναι μια εξαιρετική συμφωνία για τις ΗΠΑ, δεδομένου ότι μας δίνει τη δυνατότητα να επενδύσουμε στην αμερικανική επιστήμη».
Ωστόσο, η Pfizer και η Allergan είπαν ότι αναμένουν να περικόψουν περίπου 660.000 δολάρια από τον προϋπολογισμό έρευνας και ανάπτυξης της νέας εταιρίας την επόμενη τριετία, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης προσπάθειας εξοικονόμησης δαπανών ύψους 2 δισεκ. δολαρίων.
Ο Φρανκ Ντ'Αμέλιο, ο οικονομικός διευθυντής της Pfizer, δήλωσε σε αναλυτές ότι ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής της νέας εταιρίας θα είναι 17-18% μετά την ολοκλήρωση της συμφωνίας, συγκριτικά με 25,5% το 2014.
Η προσπάθεια εξαγοράς της Allergan από την Pfizer βρίσκεται αντιμετώπη με ένα δύσκολο πολιτικό περιβάλλον στις ΗΠΑ, όπου ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα έχει αποκηρύξει ως «μη πατριωτικές» αυτού του είδους τις μετεγκαταστάσεις εταιριών στο εξωτερικό για φορολογικούς λόγους και ενώ το θέμα της τιμής των φαρμάκων έχει ιδιαίτερη βαρύτητα στην προεκλογική καμπάνια.
Ο Μπέρνι Σάντερς, βασικός αντίπαλος της Κλίντον για το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος, κάλεσε την κυβέρνηση του Ομπάμα να μπλοκάρει τη συμφωνία. «Η συγχώνευση Pfizer-Allergan θα είναι καταστροφή για τους Αμερικανούς καταναλωτές που ήδη πληρώνουν την υψηλότερη τιμή παγκοσμίως για συνταγογραφούμενα φάρμακα».
Ο Ριντ και άλλα υψηλόβαθμα στελέχη επιχειρήσεων που έχουν προτείνει τη μετεγκατάσταση εταιριών υποστηρίζουν ότι η κίνηση αυτή είναι απαραίτητη για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό ξένων εταιριών καθώς υφίστανται πλήγμα από τον αμερικανικό φορολογικό κώδικα, όπου ο φορολογικός συντελεστής για τις επιχειρήσεις είναι στο 35% έναντι 12,5% στην Ιρλανδία και 20% στη Βρετανία. Και το βασικότερο είναι ότι οι ΗΠΑ φορολογούν τα κέρδη από το εξωτερικό, σε αντίθεση με πολλές άλλες χώρες, επισημαίνει το δημοσίευμα.
Η συμφωνία συνεχίζει να χαρακτηρίζεται από αβεβαιότητα σε κάποιο βαθμό, καθώς η κυβέρνηση του Ομπάμα έχει απειλήσει με περαιτέρω μέτρα κατά της μετεγκατάστασης των εταιριών, πέρα των όσων ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα, τροφοδοτώντας μια αρνητική αντίδραση προς τη συμφωνία ανάμεσα στους επενδυτές της Pfizer και της Allergan.
Σε μια προσπάθεια να παρακαμφθεί κάθε πολιτική απόπειρα να τορπιλιστεί η συμφωνία, η συναλλαγή θα έχει τη δομή μιας αντίστροφης συγχώνευσης, με την Allergan τεχνικά να εξαγοράζει την Pfizer. H Allergan θα μετονομαστεί σε Pfizer και η νέα εταιρία θα συνεχίζει να διαπραγματεύεται στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης.
Η συμφωνία θα δημιουργήσει έναν φαρμακευτικό κολοσσό, με ετήσια έσοδα άνω των 65 δισεκ. δολαρίων και μια ευρεία γκάμα προϊόντων. Οι δύο εταιρίες αναμένουν η συναλλαγή να ολοκληρωθεί το δεύτερο εξάμηνο του 2016.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ