Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Η επιστροφή της Eurobank στην κερδοφορία μετά από 17 ολόκληρα τρίμηνα ενδέχεται να σηματοδοτήσει το τέλος μίας εποχής κατά την οποία ο κλάδος κατέγραψε ζημιές της τάξης των 45 δισ. ευρώ, συγκεντρώθηκε σε τέσσερις συστημικούς ομίλους και... μεταλλάχθηκε ριζικά, ακολουθώντας την δραματική υφεσιακή πορεία της οικονομίας.
Τα αποτελέσματα των διεθνών δραστηριοτήτων σε συνδυασμό με τις μειωμένες προβλέψεις και την ευρύτερη βελτίωση των μεγεθών της Eurobank αποτελούν θετικό οιωνό. Οι εκτιμήσεις των αναλυτών αναφέρουν ότι και οι υπόλοιπες τράπεζες θα εμφανίσουν κερδοφορία στα αποτελέσματα α'' τριμήνου που θα παρουσιάσουν έως το τέλος του μήνα, με το 2016 να αναμένεται να αποτελέσει το πρώτο κερδοφόρο έτος για το σύνολο των τεσσάρων τραπεζών μετά το 2009.
Στο μεταξύ, οι ενδείξεις προόδου στις διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με τους δανειστές φέρνουν τις πρώτες αισιόδοξες προβλέψεις από μεγάλους επενδυτικούς οίκους. Morgan Stanley και UBS αναβάθμισαν τις τραπεζικές μετοχές και κάνουν λόγο για προοπτικές ανοδικής κίνησης. Δεν ξεχνούν, ωστόσο, να σημειώσουν ότι οι κίνδυνοι είναι αρκετοί. Αυτό σημαίνει ότι είναι δύσκολο να πει κανείς πως τα χειρότερα πέρασαν για τα καλά, καθώς ακόμη και οι ίδιες οι τράπεζες περιμένουν μία σειρά εξελίξεων για να συνεχιστεί η ανάκαμψη των μεγεθών τους και να επιστρέψουν κάποια στιγμή στο μέλλον στα μεγέθη του 2009.
Αρχικά, περιμένουν την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και στη συνέχεια την αποκατάσταση της οικονομικής και πολιτικής σταθερότητας που θα οδηγήσει σε περιορισμό της αβεβαιότητας. Περιμένουν, επίσης, τις αποφάσεις της ΕΚΤ για την εκ νέου αποδοχή των ελληνικών τίτλων στις πράξεις χρηματοδότησης (επαναφορά του waiver), την ευνοϊκή προσαρμογή του «κουρέματος» στους τίτλους που δέχεται η ΕΚΤ και την ένταξη της Ελλάδας στην ποσοτική χαλάρωση.
Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της Eurobank κ. Νίκος Καραμούζης με αφορμή τα αποτελέσματα τριμήνου, το τραπεζικό σύστημα θα μπορέσει να στηρίξει την πραγματική οικονομία μόνο αν απαλλαχθεί από το βάρος της αμφιβολίας για τις μακροοικονομικές προοπτικές.
Η σκληρή εξαετία
Ας δούμε τι έχει συμβεί από το 2009 μέχρι σήμερα. Το 2009 οι τέσσερις, συστημικές σήμερα, τράπεζες κατέγραψαν πτώση στα καθαρά κέρδη, έναντι του 2008, μεταξύ 25% - 45%.
Από το τέλος του 2009 οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων έχουν μειωθεί κατά 116 δισ. ευρώ, η πιστωτική επέκταση της προηγούμενης δεκαετίας διεκόπη το ίδιο βίαια (υποχώρησαν κατά 47 δισ. ευρώ τα δανειακά υπόλοιπα νοικοκυριών και επιχειρήσεων), τα «κόκκινα» δάνεια εκτινάχθηκαν στο 42% με αποτέλεσμα να «γεννήσουν» προβλέψεις πολλών δισεκατομμυρίων και τα κεφάλαια των τεσσάρων τραπεζών ενισχύθηκαν τρεις φορές (συνολικά κατά σχεδόν 50 δισ. ευρώ).
Εκτός από το 2013, όταν η Τρ. Πειραιώς και η Alpha Bank εμφάνισαν συνολικά κέρδη 5,7 δισ. ευρώ από την αρνητική υπεραξία που προέκυψε από τις εξαγορές τραπεζών, το 2009 ήταν το τελευταίο έτος που και οι τέσσερις μεγάλες τράπεζες που υπάρχουν σήμερα στη χώρα ολοκλήρωσαν σε θετικό έδαφος. Το 2010 τόσο οι ζημιές της ΕΤΕ και της Alpha Bank, όσο και τα κέρδη των Eurobank και Τρ. Πειραιώς ήταν περιορισμένα.
Στη συνέχεια ήρθε το PSI να επιφέρει τρομακτικό πλήγμα και να προκαλέσει ζημιές άνω των 27 δισ. ευρώ για τους 4 ομίλους. Στην τετραετία που ακολούθησε το μόνο κερδοφόρο έτος (χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι αρνητικές υπεραξίες) ήταν το 2014 για την Εθνική, λόγω της συνεισφοράς της τουρκικής θυγατρικής Finansbank.
Τα παράπονα και ο αναβαλλόμενος φόρος
Σήμερα, οι τράπεζες βλέπουν το μέλλον με μεγαλύτερη αισιοδοξία, παρά το γεγονός ότι η βασική τους λειτουργία είναι η διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Εκφράζουν, παράλληλα, έντονα παράπονα για το γεγονός ότι τείνουν να μετατραπούν σε βάσεις δεδομένων για τις διάφορες υπηρεσίες του δημοσίου, ξεφεύγοντας σημαντικά από τον πραγματικό τους ρόλο που δεν είναι άλλος από τη χρηματοδότηση της οικονομίας.
Διοικητικό στέλεχος συστημικής τράπεζας δηλώνει στο liberal.gr, ότι η επιστροφή στην κερδοφορία είναι το πρώτο βήμα καθώς οι ζημιές των περασμένων ετών επέφεραν σοβαρό πλήγμα στα κεφάλαια των τραπεζών. «Χωρίς ισχυρή κεφαλαιακή βάση οι τράπεζες δεν θα καταφέρουν να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία. Η εμφάνιση κερδών είναι πολύ σημαντική για τη συνέχεια γιατί, μεταξύ άλλων, μειώνει και τα κεφάλαια που αφορούν σε αναβαλλόμενη φορολογία», προσθέτει.
Υπενθυμίζεται ότι σε πρόσφατη συνέντευξή του στο Liberal, ο υπεύθυνος για τις ελληνικές τράπεζες αναλυτής της Moody''s κ. Νώντας Νικολαΐδης, ανέφερε ότι τα κεφάλαια που αναλογούν στον αναβαλλόμενο φόρο δεν θεωρούνται ικανά να απορροφήσουν ζημιές και κατά συνέπεια ο οίκος θα τα θεωρεί χαμηλότερης ποιότητας έως ότου αντικατασταθούν. Για να γίνει αυτό, οι τράπεζες θα πρέπει να είναι κερδοφόρες και μάλιστα για αρκετά χρόνια, καθώς ο αναβαλλόμενος φόρος αντιστοιχεί σε ποσοστό έως και άνω του 50% των βασικών κεφαλαίων Tier 1.
«Ποιοτική» διαφορά
Η «ποιοτική» διαφορά της κερδοφορίας του 2009 – αν και σημαντικά μειωμένης σε σύγκριση με το 2008 – με το 2016 είναι μεγάλη. Τότε οι τράπεζες έθεταν στόχους για ετήσια πιστωτική επέκταση της τάξης του 10%. Μόνο η Εθνική έδωσε το 2009 νέα στεγαστικά δάνεια ύψους 3 δισ. ευρώ. Σήμερα οι τράπεζες συνεχίζουν και βρίσκονται σε φάση απομόχλευσης, με τα δανειακά υπόλοιπα να έχουν υποχωρήσει το τελευταίο δωδεκάμηνο κατά περίπου 10 δισ. ευρώ.
Επίσης, οι καταθέσεις διατηρούνταν σε υψηλά επίπεδα. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ιστορικό υψηλό των καταθέσεων σημειώθηκε το Σεπτέμβριο του 2009, στα 237,824 δισ. ευρώ. Σήμερα, ακόμη και σε περιβάλλον τραπεζικών περιορισμών οι καταθέσεις μειώνονται για να διαμορφωθούν το Μάρτιο στα 121,469 δισ. ευρώ, ελαφρώς υψηλότερα από το χαμηλό των 120,9 δισ. ευρώ του Νοεμβρίου 2015.
Το συμπέρασμα είναι σχεδόν προφανές: ο δρόμος είναι μακρύς μέχρι την εξομάλυνση των συνθηκών και την επιστροφή των τραπεζών στο... 2009 και ο χρόνος που θα απαιτηθεί θα εξαρτηθεί από πολλές παραμέτρους. Ακόμη και οι πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις, πάντως, αναφέρουν ότι οι τράπεζες θα επιστρέψουν στην κανονικότητα τουλάχιστον σε 2-3 χρόνια.
Αυτό είναι το θετικό σενάριο, όμως, ο δρόμος της επιστροφής δεν είναι ομαλός. Χρειάζεται βελτίωση των μακροοικονομικών προοπτικών για να μειωθούν τα «κόκκινα» δάνεια, να απελευθερωθούν κεφάλαια προς την οικονομία και να χαλαρώσουν τα capital controls, οδηγώντας σε επιστροφές καταθέσεων. Και για να γίνουν όλα αυτά θα πρέπει να μην υπάρξουν νέες πολιτικές αναταράξεις...