Κάλεσμα στους επιχειρηματίες της Κίνας να εμπιστευτούν την Ελλάδα, υπογραμμίζοντας πως «τώρα είναι η κατάλληλη εποχή», απηύθυνε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας σε ελληνοκινεζικό επιχειρηματικό φόρουμ στη Σαγκάη με συμμετοχή περισσοτέρων από 60 Ελλήνων και δεκάδων Κινέζων επιχειρηματιών.
«Μια νέα εποχή ανατέλλει επιτέλους για την Ελλάδα, ύστερα από μια εξαιρετικά δύσκολη δεκαετία», είπε ο πρωθυπουργός. «Η χώρα μου είναι ευλογημένη με ένα φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον. Αν προσθέσεις σε αυτό μία κυβέρνηση που είναι απολύτως αφοσιωμένη στις μεταρρυθμίσεις τότε έχουμε όλα τα συστατικά για ένα success story», τόνισε, ενώ στη συνέχεια αναφέρθηκε στα αρνητικά επιτόκια δανεισμού που είχε η Ελλάδα πριν από μερικές ημέρες, κάτι που - όπως επισήμανε - ήταν αδιανόητο μέχρι πριν από έναν χρόνο.
«Οι αγορές έχουν ανταποκριθεί θετικά στο μήνυμά μας, έχουμε ξεκλειδώσει μεγάλες επενδύσεις, όπως το Ελληνικό. Η κυβέρνηση έχει ήδη νομοθετήσει σημαντικές περικοπές φόρων και απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης, οι τιμές στην αγορά ακινήτων αναμένεται να αυξάνονται κατά πάνω 10% σε ετήσια βάση, ο τουρισμός βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα και η ανεργία είναι στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων ετών», συνέχισε ο πρωθυπουργός και τόνισε: «Δεν είναι έκπληξη λοιπόν ότι η οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμό σχεδόν 3% το 2020. Ίσως αυτό να ακούγεται χαμηλό με βάση τα κινεζικά δεδομένα, όμως, με βάση τα ευρωπαϊκά δεδομένα, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο, είναι από τους υψηλότερους ρυθμούς στην Ευρωζώνη».
Ο πρωθυπουργός εξήρε τη συμβολή της Κίνας στην προσπάθεια που έκανε η Ελλάδα στα χρόνια της οικονομικής κρίσης και εξέφρασε την εκτίμηση ότι οι οικονομικοί δεσμοί των δυο χωρών μπορούν να αναπτυχθούν περαιτέρω.
«Καθώς η Ελλάδα βρίσκεται σε φάση οικονομικής ανάκαμψης, είμαστε απόλυτα βέβαιοι ότι κατευθυνόμαστε σε ένα νέο κεφάλαιο στις σχέσεις Ελλάδας και Κίνας. Δεν υπάρχει καλύτερη ώρα για να γράψουμε ένα νέο κεφάλαιο στις ελληνοκινεζικές σχέσεις».
«Η Κίνα επένδυσε στην Ελλάδα, όταν άλλοι έλαμπαν δια της απουσίας τους. Η επένδυση της Cosco στο λιμάνι του Πειραιά είναι το παράδειγμα της εταιρείας που τόλμησε να επενδύσει στην Ελλάδα, όταν άλλοι το θεωρούσαν αδιανόητο», συνέχισε επισημαίνοντας πως αυτό που χρειάζεται η χώρα μας τώρα, περισσότερο από ποτέ, είναι επενδυτικά κεφαλαία.
Κυρ. Μητσοτάκης - Xu Lirong: Κοινός μας στόχος να κάνουμε το λιμάνι του Πειραιά το μεγαλύτερο της Ευρώπης
«Κοινός μας στόχος είναι να κάνουμε το λιμάνι του Πειραιά το μεγαλύτερο λιμάνι της Ευρώπης», τόνισαν από κοινού ο κ. Μητσοτάκης και ο πρόεδρος της Cosco, κατά την επίσκεψη του πρωθυπουργού στην έδρα της κινεζικής εταιρείας.
Ο πρωθυπουργός υπενθύμισε ότι η κυβέρνηση της ΝΔ με πρωθυπουργό τον Κώστα Καραμανλή οραματίστηκε και έκανε τα πρώτα βήματα γι'' αυτή τη σημαντική επένδυση, ενώ εκείνη την εποχή υπήρχε μεγάλη αντίδραση και καχυποψία για τη χρησιμότητά της. «Η ίδια η πραγματικότητα διέψευσε τουλάχιστον τους καλόπιστους επικριτές. Τα αποτελέσματα μιλούν από μόνα τους. Ένα λιμάνι που υπολειτουργούσε, το κάνατε το μεγαλύτερο στη Μεσόγειο με 3000 θέσεις εργασίας και πολλές άλλες έμμεσες θέσεις εργασίας που συνδέονται με το λιμάνι», επισήμανε ο κ. Μητσοτάκης, υπογραμμίζοντας ότι η επένδυση «υλοποιήθηκε κατά τη διάρκεια βαθιάς οικονομικής κρίσης» και πρόσθεσε: «η εταιρεία σας και η Κίνα πίστεψαν και επένδυσαν στην πατρίδα μου, όταν πολλοί θεωρούσαν ότι οι προοπτικές επένδυσης είναι ανύπαρκτες».
«Αποδίδω μεγάλη σημασία στις νέες υποδομές, στα νέα ξενοδοχεία και στην ανάπτυξη του Πειραιά που θα το καταστήσουν κέντρο παγκόσμιας εμβέλειας στην κρουαζιέρα», συμπλήρωσε ο κ. Μητσοτάκης, χαιρετίζοντας το κινεζικό ενδιαφέρον για τη ναυπηγοεπισκευαστική δραστηριότητα και σημειώνοντας ότι είναι σημαντικό να στηριχθεί η εγχώρια δραστηριότητα στο Πέραμα.
«Μας φέρατε ευχάριστα νέα. Έχουμε στόχο να κάνουμε τον Πειραιά το μεγαλύτερο λιμάνι της Ευρώπης και το master plan μας διασφαλίζει ότι θα το πετύχουμε. Θέλουμε να κάνουμε τον Πειραιά διαμετακομιστικό κέντρο του κόσμου στο μοντέλο της Σιγκαπούρης», υπογράμμισε, από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Cosco και δεσμεύτηκε πως «όλα θα συμβάλουν στην οικονομική ευημερία της τοπικής κοινωνίας και θα τα υλοποιήσουμε με σεβασμό στους νόμους και προστατεύοντας το περιβάλλον».