Ευθύς εξ αρχής να πω ότι μάλλον δε θα μπορέσω να γράψω σήμερα ένα πλήρες κείμενο όπως όλα τα καθημερινά μου. Γιατί σήμερα είναι μια άλλη μέρα. Έχει ξεχαστεί και ο Πολάκης και οι υποκλοπές και οι εκλογές, τα πάντα. Ο πόνος είναι πανελλήνιος, όχι τόσο για το μέγεθος της τραγωδίας ούτε για τα αίτια στα οποία οφείλεται.
Αλλά γιατί θα είναι μια τραγωδία που θα σέρνεται για πολλές μέρες μέχρι να καταμετρηθούν επακριβώς τα θύματα και να ταυτοποιηθούν μέχρις ενός. Μέχρι τότε δεκάδες οικογένειες, αν και θα διαισθάνονται τι απέγιναν τελικά οι άνθρωποί τους, παρ' όλα αυτά θα βρίσκονται σε μια διαρκή αγωνία, θα τρέφουν μια απεγνωσμένη ελπίδα πως το κακό δεν θα έχει συμβεί. Θα επιβεβαιώνεται το γνωμικό «η ελπίδα πεθαίνει τελευταία».
Είναι ποιοτικά διαφορετικό να γνωρίζεις ευθύς εξ αρχής πως ο άνθρωπός σου δε ζει μετά από ένα δυστύχημα και άλλο να μην ξέρεις, επί πολλές ημέρες, αν ζει ή αν πέθανε. Κι εμείς βρισκόμαστε σε αυτή την τραγική κατάσταση. Όλη η Ελλάδα αγωνιά μαζί με τους συγγενείς των επιβατών.
Ήταν πραγματικά συγκλονιστικές οι σκηνές έξω από το κέντρο αιμοδοσίας στη Λάρισα. Εκατοντάδες πολίτες περίμεναν για να δώσουν αίμα, σχηματίζοντας μια μεγάλη ουρά. Αισθάνονταν πως ήταν η προσφορά τους στον αγώνα να κρατηθούν στη ζωή οι τραυματίες του δυστυχήματος.
Όλα τα υπόλοιπα, για τις πολιτικές ευθύνες και την ανάληψή τους ή για τα αίτια της τραγωδίας και την έλλειψη πολλαπλών επιπέδων ασφαλείας στην καθημερινή μετακίνηση τόσων ανθρώπων, όλα αυτά και πολλά άλλα δεν είναι της σημερινής ημέρας. Σήμερα πενθούμε, όλους αυτούς που χάθηκαν, μέσα στους οποίους ήταν και εργαζόμενοι στα δύο τρένα και ο νους μας είναι στις οικογένειες που πενθούν και στις οικογένειες που αγωνιούν.
Μετά, θα συζητήσουμε για το αν η φράση «αυτή είναι η Ελλάδα», που ειπώθηκε πριν από 23 χρόνια, λόγω ενός άλλου πολύνεκρου δυστυχήματος, εξακολουθεί να ισχύει.
Προς το παρόν, άλαλα τα χείλη των ευσεβών.