Όταν φοβάσαι κάτι, το ξορκίζεις. Στον ΣΥΡΙΖΑ το κάνουν με αίσθηση χιούμορ. Η Γραμματέας της Κ.Ο. Όλγα Γεροβασίλη δήλωσε «αν ο Μητσοτάκης θέλει να δραπετεύσει με πρόωρες εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι έτοιμος». Πριν κάποιες ημέρες η Ρένα Δούρου είχε δηλώσει επίσης: «Αν ο κ. Μητσοτάκης θέλει να δραπετεύσει των τραγικών ευθυνών, εδώ είμαστε».
Κοινή έκφραση των δύο η «δραπέτευση», όπως θα χαρακτηρίζουν το ενδεχόμενο προσφυγής του Πρωθυπουργού στη λαϊκή ετυμηγορία. Μια φράση που θα παίξει αρκετά από τον ΣΥΡΙΖΑ κατά την προεκλογική περίοδο, ως άσκηση ανύψωσης του ηθικού.
Απόλυτα θεμιτή η προσπάθεια, αλλά φαντάζει ολίγον χιουμοριστική και κυρίως μη πειστική. Η κυβέρνηση μέσα σε αυτή την αλλοπρόσαλλη ζοφερή κατάσταση που εισήλθαμε, χάνει με πολύ αργόσυρτο ρυθμό αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εισπράττει. Μόνο η τελευταία δημοσκόπηση της Pulse για τον Σκαι, του έδινε 25 %, με αναγωγή.
Στην ίδια δημοσκόπηση όμως η ΝΔ προτιμάται από το 37% των ψηφοφόρων. Όπερ θυμίζει λίγο… Ιονέσκο ο ισχυρισμός περί «δραπέτευσης».
Εφόσον έχει αποκατασταθεί σε ικανοποιητικό βαθμό η κανονικότητα με την συνδρομή των εμβολίων, και εφόσον θα ενεργοποιηθεί το πακέτο στήριξης, αυτά τα δύο από κοινού θα αποτελέσουν μια τομή στον χρόνο. Θα είναι η αφετηρία μιας νέας αρχής, ώστε η όποια νέα κυβέρνηση να έχει μπροστά της ολόκληρη τετραετία, που τουλάχιστον δεν θα τη δυναστεύει ο τυφώνας της πανδημίας, προκειμένου να κυβερνήσει δημιουργικά.
Μια ενδεχόμενη νέα ήττα του ΣΥΡΙΖΑ θα τον ανα-προσανατοπλίσει, καθώς θα διαπιστώσει ότι η ανερμάτιστη επένδυση μόνο στο θυμικό των ψηφοφόρων, είναι και εκλογικά ατελέσφορη.
Υπάρχει ο λαός που κινείται με το ιστορικό συναίσθημα, εκείνος που αντιδρά με οξυμμένο συναισθηματισμό, και τα αποδεκατισμένα τάγματα τω νεοανανακτισμένων. Ωστόσο η πλειοψηφία του λαού, αρκούντως ταλαιπωρημένη, χρειάζεται ελπίδα για σταθερότητα και δημιουργία. Και αυτή δεν την φέρνει η αλλοπρόσαλλη αντιπολίτευση.
Για παράδειγμα ο ΣΥΡΙΖΑ Θεσσαλονίκης κατήγγειλε ότι «σε οριστικό θάνατο της αγοράς και κατά συνέπεια την καταστροφή χιλιάδων επαγγελματιών και των οικογενειών τους οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια η ξαφνική απόφαση της κυβέρνησης για το μη άνοιγμα των καταστημάτων».
Το να καταγγέλλεις την κυβέρνηση για ανακολουθία και αποσπασματικότητα, είναι απολύτως θεμιτό αντιπολιτευτικά, παρότι ήταν πρόταση των λοιμωξιολόγων η αλλαγή της απόφασης σχετικά με Θεσσαλονίκη, Πάτρα και Κοζάνη.
Το να καταστροφολογείς όμως παριστάνοντας ότι τους συμπονείς, για μια επιβεβλημένη υγειονομική απόφαση, πέραν του λαϊκισμού που επιδεικνύεις, υπονομεύεις και την εικόνα μιας ενδεχόμενης δικής σου κυβερνησιμότητας. Σαν να λες ότι με δική σου εξουσία οι λομωξιολόγοι θα έλεγαν κλείστε τη Θεσσαλονίκη, και εσύ θα έλεγες όχι!
Μόνο που πριν πέντε ημέρες ο κ. Τσίπρας έλεγε τα αντίθετα. Κατηγορούσε την κυβέρνηση επειδή άνοιγε το λιανεμπόριο! : «Κάθε μέρα η κυβέρνησή σας κε Μητσοτάκη προετοιμάζει το λάθος της επόμενης. Στα 1.000 κρούσματα λοκντάουν στα 4.500 άνοιγμα δραστηριοτήτων»!
Χθες το βράδυ πάλι, στο «Kontra» πρότεινε το άνοιγμα της εστίασης σε εξωτερικούς χώρους, ενώ αμφισβήτησε (τώρα που άνοιξαν !) το κλείσιμο των μικρών καταστημάτων: «Τι θα πείραζε αν ήταν ανοιχτά με αυστηρά μέτρα και εφαρμογή πρωτοκόλλων τα μικρά μαγαζιά;» διερωτήθηκε (Τώρα το λέει, κάνει ό,τι μπορεί να δικαιώσει αυτούς που λένε άγιο είχαμε και δεν μας έτυχε με αυτούς η πανδημία).
Την ίδια στιγμή επιμένει με παιδική ανωριμότητα να δοθούν λέει τα πρακτικά της επιτροπής στη δημοσιότητα. Δεν τους αποθαρρύνει ότι κανένα κόμμα στην Ευρώπη δεν τα ζητάει, παρότι και εκεί υπάρχουν παλινδρομήσεις και αλλαγές αποφάσεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Μέρκελ.
Η επιτροπή είναι επιστημονική και έχει τον ρόλο συμβούλου της κυβέρνησης. Προτείνει, δεν αποφασίζει. Η κυβέρνησα αποφασίζει συνεκτιμώντας κοινωνιολογικούς και οικονομικούς όρους, όπως η λαϊκή κούραση και οι ανάγκες της οικονομίας. Η ίδια αναλαμβάνει και το πολιτικό κόστος των αποφάσεων και της επιδημιολογικής διαχείρισης.
Με ποιο δικαίωμα θα βγάλει στον αέρα τα πρακτικά μιας συμβουλευτικής επιτροπής, η οποία δεν έχει καμιά αποφασιστική αρμοδιότητα; Και είναι ένδειξη ωρίμου κυβερνησιμότητας εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ, να σκέπτονται οι επιστήμονες ότι οι όποιες επιστημονικές προτάσεις τους θα πεταχθούν στον μύλο της πολιτικής σκοπιμότητας και θα αλεσθούν στα σόσιαλ μήντια, από αφέλεια, πολυπραγμοσύνη ή πολιτική σκοπιμότητα;
Το αίτημα αυτό δεν καταστρατηγεί την ελευθερία των μελών της επιτροπής; Θα προτείνουν στην κυβέρνηση με το μυαλό τους στην κριτική και τις επιθέσεις του κοινού;
Και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατανοεί την ανωριμότητα του αιτήματος, όντας κόμμα που θέλει να ξανακυβερνήσει;