Η διαχείριση και αντιμετώπιση του φαινομένου των δασικών πυρκαγιών ως η μεγαλύτερη και συχνότερη κατηγορία εκ των φυσικών καταστροφών που αντιμετωπίζει η χώρα μας, αποτελεί μια διαρκή και χρόνια πρόκληση για την πολιτεία και τους εμπλεκόμενους φορείς και οργανισμούς καθότι οι δασικές πυρκαγιές σε αντίθεση με άλλες φυσικές καταστροφές, όπως σεισμοί ή ανεμοθύελλες, παρουσιάζουν υψηλό βαθμό προβλεψιμότητας. Τα τελευταία χρόνια, οι δασικές πυρκαγιές έχουν αυξανόμενο ενδιαφέρον στη λεκάνη της Μεσογείου, με καταστροφικές επιδράσεις και με σημαντικές περιβαλλοντικές, κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες.
Με τη διαχρονικότητα του φαινομένου, γιατί τελικά ως φαινόμενο θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω, οι δασικές πυρκαγιές καθότι θα μπορούσαν να παράσχουν στις σύγχρονες κοινωνίες ευελιξία και ευκαιρίες για την ανάπτυξη αποτελεσματικών στρατηγικών και αντιμετώπισής των, αυτή η ευκαιρία έμεινε ανεκμετάλλευτη η δε διαχρονική εξέλιξή τους να έχει επηρεάσει αρνητικά τόσο το τοπίο και την κοινωνική ευημερία όσο και το περιβάλλον ειδικότερα.
Από τις έρευνες που έχουν γίνει διαπιστώνεται ότι ο κίνδυνος των δασικών πυρκαγιών αναμένεται να αυξηθεί στο μέλλον συνεπικουρούμενος και από την κλιματική αλλαγή που επιδεινώνει την κατάσταση, αυξάνοντας τη συχνότητα και την ένταση των πυρκαγιών, καθώς και την επιφάνεια που επηρεάζουν.
Σε σημαντικές παραμέτρους εξάπλωσης πυρκαγιών θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί αφενός μεν η εγκατάλειψη των αγροτικών περιοχών με το φαινόμενο της αστυφιλίας αφετέρου δε η πίεση με την οικιστική ανάπτυξη σε περιοχές δάσους - οικισμών που επιδεινώνουν το πρόβλημα, δημιουργώντας περισσότερα ζητήματα και καύσιμη ύλη με αποτέλεσμα ευνοώντας την εξάπλωση των φωτιών.
Στα νέα αυτά δεδομένα χρειάζεται και επανακαθορισμός της φιλοσοφίας συνεργασίας από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.
Ο διάλογος μεταξύ της επιστημονικής κοινότητας, των δασικών αρχών, της κοινωνίας, της πολιτικής προστασίας είναι απαραίτητος για την ανάπτυξη ολοκληρωμένων προσεγγίσεων στη διαχείριση αφενός των δασών κι αφετέρου της προστασίας.
Η επιστημονική κοινότητα πρέπει να συνεργαστεί ώστε να εξετάσει τις οικολογικές, οικονομικές, κοινωνικές και διοικητικές πτυχές του προβλήματος. Αυτή η νέα προσέγγιση απαιτεί επανεξέταση των στρατηγικών και πολιτικών προσεγγίσεων σε εθνικό και Ευρωπαϊκό επίπεδο, συμπεριλαμβανομένου του σαφούς προσδιορισμού των στόχων της πολιτικής προστασίας και της διαχείρισης των δασών.
Οι κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές στη χρήση της γης έχουν επιδεινώσει την κατάσταση, καθώς η εγκατάλειψη των αγροτικών περιοχών έχουν οδηγήσει στην αύξηση της βιομάζας , καθότι έχει δημιουργηθεί μια ευάλωτη ζώνη μεταξύ δασών ή δασικών εκτάσεων και αγροτικών εκτάσεων. Οι συγκρούσεις σε αυτές τις ζώνες σχετίζονται με πολιτικές που δεν αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τη διαχείριση της γης και την προστασία της φύσης.
Προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτή η πρόκληση, απαιτείται συντονισμένη δράση και αλλαγή προσέγγισης. Είναι κρίσιμης σημασίας η ανάπτυξη στρατηγικών που θα λαμβάνουν υπόψη την ολοένα αυξανόμενη πίεση στα δάση και το αγροτικό περιβάλλον. Ο συνδυασμός επιστημονικής γνώσης, βέλτιστων πρακτικών και συνεργασίας μεταξύ διάφορων φορέων αποτελεί τον καλύτερο τρόπο για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος και την διασφάλιση ενός βιώσιμου μέλλοντος για τα δάση, το περιβάλλον και τις κοινωνίες μας.
Οι μη προσχεδιασμένες εξελίξεις έχουν δημιουργήσει νέες συγκρούσεις και αναζωπύρωσαν παλαιότερες, δίνοντας την δυνατότητα στην πυρκαγιά να μεταμορφωθεί σε ένα εξαιρετικά βίαιο μέσο αντιπαράθεσης. Ας εξετάσουμε ένα παράδειγμα από το πολυπαραγοντικό σύστημα που έχει αναπτυχθεί, επί παραδείγματι τους βοσκοτόπους και τη χρήση φωτιάς καθότι σε αρκετές περιοχές, η χρήση της φωτιάς παραδοσιακά αποτελούσε μέρος της γεωργικής πρακτικής, χρησιμοποιώντας τη φωτιά για τη διατήρηση των λιβαδιών και την καταστροφή της ξυλώδους βλάστησης, παρόλο που η νομοθεσία στις περισσότερες Μεσογειακές χώρες απαγορεύει τη χρήση φωτιάς και την καύση γεωργικών υπολειμμάτων μέσα και κοντά σε δασώδεις περιοχές.
Οι παραδοσιακές πρακτικές εξακολουθούν να υφίστανται. Για παράδειγμα, σε ορισμένες περιοχές απαιτείται άδεια από τις δασικές υπηρεσίες για τη χρήση της φωτιάς, αλλά αυτή η διαδικασία είναι σύνθετη και δεν ακολουθείται πάντα. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η πολιτική της ΕΕ και της έως τα σήμερα κοινής αγροτικής πολιτικής, παρέχει επιδοτήσεις ανά κεφαλή αιγοπροβάτων, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η έκταση της γης στην οποία αυτά τα ζώα βοσκούν.
Ωστόσο, αυτές οι επιδοτήσεις δεν συνδέονται με την πραγματική χρήση της γης και τη διατήρηση των λιβαδιών. Το αποτέλεσμα είναι ότι άνθρωποι που γνωρίζουν πώς να αξιοποιήσουν αυτές τις επιδοτήσεις συχνά προέρχονται από το αστικό περιβάλλον και χρησιμοποιούν βοσκούς για να φροντίσουν το ζωικό τους κεφάλαιο. Αυτή η έλλειψη συνδέσμου μεταξύ του ιδιοκτήτη της γης και της πραγματικής χρήσης της, οδηγεί στην αποτυχία της αποτελεσματικής προστασίας των εδαφών από τις πυρκαγιές.
Αυτή η ανεπαρκής ρύθμιση και η έλλειψη συνεκτικής πολιτικής έχουν ως αποτέλεσμα την προσθήκη καυσίμου για τις πυρκαγιές και την επιδείνωση της κατάστασης. Καταλήγουμε, λοιπόν, σε μια επικίνδυνη κατάσταση όπου οι πυρκαγιές μπορούν να εκδηλωθούν και να εξαπλωθούν ανεξέλεγκτα, έχοντας επιζήμιες συνέπειες για το περιβάλλον και την κοινωνία.
Για να αντιμετωπίσουμε αυτήν την πρόκληση, χρειάζεται συντονισμένη δράση και αλλαγή προσέγγισης. Είναι ζωτικής σημασίας να αναπτύξουμε στρατηγικές που λαμβάνουν υπόψη την αυξανόμενη πίεση στα δάση και το αγροτικό περιβάλλον. Ο συνδυασμός της επιστημονικής γνώσης, των βέλτιστων πρακτικών και της συνεργασίας μεταξύ διάφορων φορέων αποτελεί τον καλύτερο τρόπο για να αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα και να διασφαλίσουμε ένα βιώσιμο μέλλον για τα δάση, το περιβάλλον και τις κοινωνίες μας.
Η παρούσα κατάσταση στις Ευρωπαϊκές μεσογειακές δασώδεις εκτάσεις χαρακτηρίζεται από τα εξής:
i) μείωση του πληθυσμού στις αγροτικές περιοχές λόγω των καλύτερων ευκαιριών απασχόλησης στις αστικές περιοχές και γήρανση κατά μέσο όρο του παραμένοντος πληθυσμού,
ii) εγκατάλειψη των παραδοσιακών χρήσεων στο αγροτικό περιβάλλον ως αποτέλεσμα της μείωσης του πληθυσμού,
iii) τάση μείωσης της χρήσης των δασών για παραγωγή πρώτης ύλης,
iv) τάση εγκατάλειψης των παραδοσιακών χρήσεων του δάσους, όπως η βοσκή και η παραγωγή καυσόξυλου,
v) τάση αύξησης της ψυχαγωγικής χρήσης των δασών και δασικών εκτάσεων, συνεχής επέκταση της ζώνης μίξης δασών – οικισμών.
Οι φυσικές επιπτώσεις αυτών των αλλαγών στην συμπεριφορά της πυρκαγιάς και οι πρώτες συνέπειες των κλιματικών αλλαγών στη νότια Ευρώπη έχουν ήδη αρχίσει να εμφανίζονται με την ξαφνική μείωση ορισμένων κωνοφόρων δασών, καθότι η υψηλή θερμοκρασία και η ξηρασία επηρεάζουν δραματικά την περιεκτικότητα σε υγρασία της βλάστησης.
Είδη που δεν έχουν προσαρμοστεί ακόμα στις νέες κλιματικές συνθήκες μπορεί να παρουσιάσουν μείωση της περιεκτικότητάς τους σε υγρασία ή να εμφανίσουν ξηρά τμήματα, όπως έχουν ήδη κάνει μερικά μεσογειακά είδη. Ένα άλλο σημαντικό κι ενδεχομένως απειλητικό στοιχείο είναι η πιθανή μετανάστευση νέων ειδών βλάστησης σε θέσεις όπου άλλα δεν μπορούν πλέον να επιβιώσουν.
Για την αξιολόγηση των επιπτώσεων στη συμπεριφορά της πυρκαγιάς, τα εμπειρικά μοντέλα έχουν περιορισμένη αξία, καθώς βασίζονται στις παρατηρήσεις της πυρκαγιάς που γίνονται στην υπάρχουσα βλάστηση. Αντίθετα, τα αναλυτικά μοντέλα αποτελούν ισχυρά εργαλεία για την έρευνα νέων σεναρίων.
Με μια γρήγορη ματιά αποτυπώνονται οι επιπτώσεις των δασικών πυρκαγιών σε τρεις διαστάσεις α) στο περιβάλλον, β) στην οικονομία και γ) στην κοινωνία με τις επιπτώσεις των δασικών πυρκαγιών στη φύση και την κοινωνία θα πρέπει να αξιολογούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την εμφάνισή τους και με πλήρη αποτίμηση του πώς επηρεάζονται οι άνθρωποι, τα αγαθά και οι υπηρεσίες, καθότι με τις δασικές πυρκαγιές να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην ατμοσφαιρική ρύπανση, στην ανθρώπινη υγεία και την ισορροπία των αερίων του θερμοκηπίου, να προκαλούν βραχυπρόθεσμα αλλαγής ισοζυγίου παροχής νερού και διάβρωση του εδάφους, αλλά συνήθως παρατηρείται προοδευτική ανάκαμψη της βλάστησης, καθότι μια μεγάλη δασική πυρκαγιά προκαλεί διαταραχή σε βιοτόπους, δέντρα, φυτά, βιοκοινότητες, επηρεάζοντας τη βιοποικιλότητα, με σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομία, την κοινωνία και τον άνθρωπο καθότι οι δαπάνες που συνδέονται με την κατάσβεση, αντίδραση και αποκατάσταση των πυρκαγιών αποτελούν μείζονα πρόκληση.
Καταλήγοντας και κωδικοποιώντας τις κατηγορίες επιπτώσεων των δασικών πυρκαγιών (οικονομικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές) οι οποίες εν συντομία είναι:
- Ζημία σε κατοικίες και υποδομές: Οι πυρκαγιές μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές ζημιές σε κατοικίες, υποδομές και υποδομές δημόσιων υπηρεσιών και κοινής ωφέλειας.
- Ατμοσφαιρική ρύπανση και επιπτώσεις στη δημόσια υγεία: Οι καύσεις προκαλούν την απελευθέρωση επιβλαβών αερίων και σωματιδίων, που μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά την ατμοσφαιρική ποιότητα και τη δημόσια υγεία.
- Εκκένωση παρακείμενων κοινοτήτων: Οι πυρκαγιές μπορούν να αναγκάσουν την εκκένωση περιοχών, επηρεάζοντας τη κοινωνική ζωή των κατοίκων και την ευρύτερη περιοχή.
- Καταστροφή πολιτισμικών και αρχαιολογικών θέσεων: Πυρκαγιές μπορεί να καταστρέψουν πολιτισμικά και αρχαιολογικά αξιοθέατα, σημαντικά για την ιστορία και την ταυτότητα μιας περιοχής.
- Επιπτώσεις στις μεταφορές και τα δίκτυα υποδομής: Οι πυρκαγιές μπορούν να διακόψουν τη ροή της κυκλοφορίας και να πλήξουν τα δίκτυα υποδομής.
- Ζημίες στο έδαφος, τις λεκάνες απορροής και τα αποθέματα νερού: Οι πυρκαγιές μπορούν να προκαλέσουν διάβρωση του εδάφους, επηρεάζοντας την ποιότητα του νερού και την αειφορία των οικοσυστημάτων.
- Ζημία σε γεωργικά συστήματα: Οι πυρκαγιές μπορούν να καταστρέψουν γεωργικές εκτάσεις και καλλιέργειες, επηρεάζοντας την παραγωγή τροφίμων.
- Κόστος καταστολής των πυρκαγιών: Η κατάσβεση και η διαχείριση των πυρκαγιών συνεπάγονται σημαντικά οικονομικά έξοδα.
- Ζημία στη ξυλεία και σε δασικά προϊόντα: Οι πυρκαγιές μπορούν να καταστρέψουν δασικές πόρους και την παραγωγή ξυλείας και άλλων προϊόντων.
- Κόστος ασφάλειας και φόροι: Η αντιμετώπιση των πυρκαγιών αυξάνει τα έξοδα για ασφάλεια και την κυβέρνηση.
- Ζημία στις υποδομές αναψυχής: Οι πυρκαγιές μπορούν να επηρεάσουν τις υποδομές αναψυχής και τον τουρισμό.
- Αλλαγή της βιοποικιλότητας και των ενδιαιτημάτων άγριας ζωής: Οι πυρκαγιές μπορούν να επηρεάσουν τη βιοποικιλότητα και τη φυσική ισορροπία των οικοσυστημάτων.
- Εκπομπές άνθρακα: Οι πυρκαγιές απελευθερώνουν μεγάλες ποσότητες CO2, συμβάλλοντας στις κλιματικές αλλαγές.
- Κόστος ανάπλασης και αποκατάστασης: Η αποκατάσταση των πληγεισών περιοχών και οι προσπάθειες ανάπλασης απαιτούν οικονομικούς και χρονικούς πόρους.
Αυτές είναι μερικές από τις πρωτογενείς επιπτώσεις που σχετίζονται με τις δασικές πυρκαγιές και τις κλιματικές αλλαγές, και απαιτείται συντονισμένη δράση σε πολλά επίπεδα για να αντιμετωπιστούν αυτές οι προκλήσεις στα νέα δεδομένα που δημιουργούνται και είμαστε υποχρεωμένοι να τα αξιοποιήσουμε.
* Δρ. Γρηγόριος Νικ. Βάρρας, Δασολόγος Περιβαλλοντολόγος, Καθηγητής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Διαχείρισης Αστικού & Περιαστικού Πρασίνου