Κατά κοινή ομολογία ο Φεβρουάριος θα είναι ο μήνας που οι εξελίξεις στο θέμα της τραγωδίας των Τεμπών - σε πολιτικό, κοινωνικό και δικαστικό επίπεδο - θα κυριαρχούν στην πολιτική ατζέντα.
Με νέα στοιχεία, που μένει να φανεί πόσο θα αλλάξουν τα δεδομένα, να έρχονται στο φως της δημοσιότητας και τα πορίσματα των ειδικών να δημοσιοποιούνται τις επόμενες ημέρες, τις κοινωνικές αντιδράσεις να κλιμακώνονται με το βλέμμα να στρέφεται πλέον στις συγκεντρώσεις της 28ης Φεβρουαρίου, ημέρα της επετείου του σιδηροδρομικού δυστυχήματος και τις κοινοβουλευτικές διεργασίες - όπως τη σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής και μια ακόμη, για το ίδιο θέμα, πρόταση δυσπιστίας να έχει προαναγγελθεί από την αντιπολίτευση - να δημιουργούν συνθήκες σύγκρουσης, η πολιτική ατζέντα μοιάζει να μονοπωλείται τις δύο τελευταίες εβδομάδες από το θέμα, που δοκιμάζει πολιτικές, κοινωνικές και συναισθηματικές αντοχές.
Η αξιωματική αντιπολίτευση, όπως και οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις μοιάζει να «επενδύουν» στο μείζον αυτό θέμα τις δυνάμεις τους και την αντιπολιτευτική τους τακτική απέναντι στην κυβέρνηση, με αιχμή αυτές τις εξελίξεις, συναντώντας την πάγια κυβερνητική επωδό ότι η Δικαιοσύνη είναι εκείνη που θα δώσει τις απαντήσεις, που ερευνά και θα διερευνήσει αίτια και υπευθύνους.
Παράλληλα με αυτή τη θέση, το Μέγαρο Μαξίμου δείχνει ξεκάθαρα ότι δεν πρόκειται να παραμείνει στη μονοθεματική ατζέντα. Η οδηγία του Κυριάκου Μητσοτάκη προς τους υπουργούς του, ήδη από τις πρώτες ημέρες μετά τα συλλαλητήρια, που αποτέλεσαν τον καταλύτη για την επαναφορά της τραγωδίας των Τεμπών στην πρώτη θέση της επικαιρότητας, ήταν ότι η κυβέρνηση οφείλει να παραμείνει προσηλωμένη στην υλοποίηση του σχεδιαζόμενου κυβερνητικού έργου και μάλιστα, επιταχύνοντας τους ρυθμούς της, αν κάτι ήταν να γίνει σε ένα χρόνο, τώρα πρέπει να γίνει σε λίγους μήνες, είχε πει στο υπουργικό συμβούλιο.
Στόχος του κυβερνητικού επιτελείου, παράλληλα με την διαχείριση των εξελίξεων και την αποσαφήνιση των κινήσεων, που έχουν γίνει προς διευκόλυνση των αρχών, όπως σημειώνουν, είναι να διαχειριστεί και όλα τα άλλα, που παραμένουν στη λίστα των προβλημάτων, παρότι δεν τυγχάνουν της προσοχής που είχαν μέχρι πριν από δύο εβδομάδες. Για παράδειγμα, η κυβέρνηση θέλει να θυμίσει τις εξελίξεις σε οικονομικό επίπεδο, όπως η επερχόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού ή ο οικονομικός σχεδιασμός για την επόμενη χρονιά, όπου προβλέπεται περαιτέρω μείωση των φορολογικών βαρών, με στόχευση την ελάφρυνση της μεσαίας τάξης.
Ο πρωθυπουργός, έχοντας μιλήσει δημοσίως μέσω της συνέντευξης του στον Alpha και αναμένοντας την ώρα της Βουλής όπου θα κληθεί να αντικρούσει το πολιτικό κατηγορώ της αντιπολίτευσης, έχει επιλέξει να ρίξει το βάρος σε μια σειρά άλλων θεμάτων της κυβερνητικής ατζέντας. Επισκέφθηκε τη Σαντορίνη, όπου ο κρατικός μηχανισμός έχει κληθεί να διαχειριστεί ένα πρωτοφανές φαινόμενο, συνάντησε δικαιούχους του προγράμματος «Σπίτι μου», που αποτελεί την αιχμή για την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης και βρίσκει μεγάλη ανταπόκριση, ενώ στις καθιερωμένες κυριακάτικες αναρτήσεις του προτάσσει όσα γίνονται στον χώρο της δημόσιας υγείας, τα δεδομένα της οικονομίας, όπως τα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗ που καταδεικνύουν αύξηση των μισθών, τις παρεμβάσεις για το ιδιωτικό χρέος ή το μεταναστευτικό.
Παράλληλα, η κυβέρνηση δείχνει κινητικότητα στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να συναντά τον Γάλλο πρόεδρο Εμμανουέλ Μακρόν, όπου το ενδεχόμενο πώλησης πυραύλων meteor στην Τουρκία είναι βασικό θέμα στην ατζέντα και τον υπουργό Εξωτερικών Γιώργο Γεραπετρίτη να μεταβαίνει στη Δαμασκό και να έχει συνάντηση με τη νέα ηγεσία της χώρας, διαμηνύοντας ότι η Ελλάδα θέλει να είναι παρούσα στις εξελίξεις.
Στο Μέγαρο Μαξίμου προφανώς γνωρίζουν ότι η ατζέντα δεν θα αλλάξει, ωστόσο στο τέλος της ημέρες επιδιώκουν να δείξουν ότι οι ίδιοι δεν εγκλωβίστηκαν στη θεματολογία της αντιπολίτευσης, της οποίας δεν αμφισβητούν τη σημασία, ωστόσο καταλογίζουν πολιτική εκμετάλλευση και εργαλειοποίηση μιας τραγωδίας με στόχο την πολιτική επιβίωση πολιτικών κομμάτων.
Τόσο η κυβέρνηση, όσο και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, βρίσκονται εν αναμονή των μετρήσεων της κοινής γνώμης, που θα αποτυπώσουν το πολιτικό στίγμα όσων έχουν συμβεί τις τελευταίες εβδομάδες. Οι ενδείξεις της ενίσχυσης ουσιαστικά μόνο των αντισυστημικών κομμάτων, που φαίνεται να αυξάνουν τα ποσοστά τους και να «καρπώνονται» τον θυμό των πολιτών, αποτελούν πηγή προβληματισμού.
Ταυτόχρονα, ο διαγκωνισμός ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ για την ανάληψη πρωτοβουλιών, οι διαφωνίες που καταγράφονται μεταξύ Χαριλάου Τρικούπη και Κουμουνδούρου, αλλά και εντός των δύο κομμάτων τα τελευταία 24ωρα -όπως οι αιχμές του Χ.Δούκα προς τον Ν. Ανδρουλάκη ή του Π. Πολάκη προς την Ο. Γεροβασίλη - δημιουργούν ένα σκηνικό τριβών και στον χώρο της αντιπολίτευσης.
Το ερώτημα, που αναδεικνύεται πλέον, είναι πώς θα έχει διαμορφωθεί το πολιτικό σκηνικό στο τέλος αυτής της διαδρομής, όπου η πολιτική ένταση, ακραία σε πολλές περιπτώσεις, βάζει τη σφραγίδα της. Η ενίσχυση των άκρων, όπως και η αύξηση της αποχής όταν φτάσει η ώρα των εθνικών εκλογών, απασχολεί τους ειδικούς στις μετρήσεις της κοινής γνώμης, καθώς οι ενδείξεις των ερευνών τους είναι κάθε άλλο παρά ενθαρρυντικές.