Του Γιάννη Κ. Τρουπή
«Βλέπει» μακριά , επιχειρεί να «διαβάσει» τις εξελίξεις που έρχονται και δεν μπαίνει στην λογική των τεχνιτών εντάσεων. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αν και ορισμένοι τον επέκριναν γιαυτό, δε δείχνει σημάδια αλλαγής όσον αφορά στην τακτική του απέναντι στην Τουρκία. Χαμηλοί τόνοι από την μία , διεύρυνση των διεθνών συμμαχιών από την άλλη φαίνεται πως είναι οι δύο άξονες του έλληνα πρωθυπουργού στους οποίες βασίζεται η εξωτερική πολιτική της χώρας. Εάν κάτι απέδειξαν οι περίπου 48 ώρες που πέρασε ο κ.Μητσοτάκης στις χώρες της αραβικής χερσονήσου, αυτό είναι πως κάποιος μπορεί να πετύχει πράγματα χωρίς πολλά λόγια με λελογισμένες πράξεις και κινήσεις.
Ο πρωθυπουργός επισκέφτηκε τόσο την Σαουδική Αραβία όσο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα όχι για να στείλει μήνυμα στην Άγκυρα αλλά πρωτίστως για να κάνει τους συνομιλητές του κοινωνούς ότι μπορούν να υπολογίζουν στην Ελλάδα ως χώρα σταθερότητας.
Μόνο τυχαίο άλλωστε δεν είναι το γεγονός ότι οι αξιωματούχοι και των δύο αυτών χωρών στις συνομιλίες που είχαν με την ελληνική πλευρά δεν έκρυψαν την έντονη καταδίκη τους για την τουρκική προκλητική συμπεριφορά συνολικά, με άξονα το τουρκολιβυκό σύμφωνο. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι οι αξιωματούχοι στο Αμπου Ντάμπι δήλωσαν ότι θα ενθαρρύνουν τους πολίτες της χώρας τους να μην χρησιμοποιούν ως τουριστικό προορισμό την Τουρκία, κάτι που γίνεται συνεχώς, αλλά να ταξιδεύουν στην Ελλάδα.
Παράλληλα ο Κυριάκος Μητσοτάκης δείχνει να μην πιστεύει στην λογική του ότι « ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου». Μία προσέγγιση η οποία θα μπορούσε να ισχύει στην περίπτωση τόσο του Ριάντ όσο και του Αμπού Ντάμπι.
Και οι δύο χώρες του Κόλπου , τις οποίες επισκέφτηκε ο πρωθυπουργός, είναι γνωστό πως βρίσκονται απέναντι στον Ταγίπ Ερντογάν. Όμως η συγκεκριμένη πραγματικότητα δεν ήταν αυτή που ώθησε την ελληνική κυβέρνηση να πραγματοποιήσει το ταξίδι του τελευταίου διημέρου, σύμφωνα με καλά πληροφορημένη πηγή. Στόχος του Μεγάρου Μαξίμου είναι να δημιουργηθεί μία ομάδα χωρών , οι οποίες θα έχουν ως βασική τους σύνδεση την ανάπτυξη και την οικονομική συνεργασία. Παράλληλα η συνεργασία αυτή μπορεί να έχει ως παραμέτρους και ζητήματα που αφορούν στην σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής.
Με άλλα λόγια το μήνυμα που στέλνει το Μέγαρο Μαξίμου ότι όλες οι ελληνικές πρωτοβουλίες στην περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης δεν είναι «εχθρικές» κινήσεις προς την Τουρκία αλλά η υλοποίηση μιας άλλης διαφορετικής στρατηγικής που αποσκοπεί όχι στην αποστολή μηνυμάτων προς την Αγκυρα αλλά στην εδραίωση της ελληνικής θέσης στο χάρτη της Μεσογείου ως περιφερειακής δύναμης.