Σε απόγνωση βρίσκονται οι 4.500 πρόσφυγες και μετανάστες που έχουν εγκλωβιστεί στο υπερπλήρες κέντρο υποδοχής προσφύγων που βρίσκεται δίπλα στην πρωτεύουσα της Σάμου, το Βαθύ.
Η Σουζάν Καμολόνι από το Καμερούν περπατάει νευρικά πάνω-κάτω στην προσπάθειά της να ζεσταθεί. «Είμαι πολύ άρρωστη και ικετεύω για βοήθεια», λέει έτοιμη να δακρύσει. Η Σουζάν έφθασε στη Σάμο μέσω θαλάσσης από την Τουρκία τον προηγούμενο Οκτώβριο και εν συνεχεία υπέβαλε αίτηση ασύλου. Φαίνεται να μην θέλει να πει λεπτομέρειες για τη φύση της ασθένειάς της. Λέει ότι «πήγα σε πολλούς γιατρούς στη Σάμο, αλλά κανείς δεν μπορούσε να με βοηθήσει. Τελικά χρειάστηκε να κάνω εγχείρηση σε ένα μικρό νοσοκομείο όχι πολύ μακριά από εδώ. Δεν ξέρω αν ήταν πραγματικά επιτυχημένη. Νιώθω συνέχεια άρρωστη, πονάω πολύ σε όλο μου το σώμα, κανείς δεν μπορεί να με βοηθήσει, φοβάμαι».
Η Σουζάν είναι μια από τους 4500 πρόσφυγες και μετανάστες που έχουν εγκλωβιστεί στη Σάμο. Όπως οι περισσότεροι νεοεισερχόμενοι από την Αφρική, προσπαθεί κι αυτή να επιβιώσει μένοντας σε μια πρόχειρη σκηνή έξω από τον επίσημο καταυλισμό, όπου φιλοξενούνται έξι φορές περισσότερα άτομα από ό,τι προβλεπόταν βάσει χωρητικότητας. Όταν βρέχει το νερό διεισδύει στη σκηνή της με αποτέλεσμα η ίδια να παγώνει. «Φτάνω στα όριά μου, δεν ξέρω τι να κάνω», αναφέρει με παράπονο.
Περισσότερες αφίξεις από την Αφρική
Στο ξεκίνημα της προσφυγικής κρίσης χιλιάδες Σύροι είχαν καταφύγει στη Σάμο και σε γειτονικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου. Στο μεταξύ έχουν αλλάξει τα δεδομένα: Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, οι περισσότεροι πρόσφυγες κατάγονται από το Αφγανιστάν, το Ιράκ, το Κονγκό και το Καμερούν. Άνω του 20% των παιδιών που φθάνουν στη Σάμο είναι ασυνόδευτα ή έχουν χωριστεί από την οικογένειά τους –κυρίως από το Αφγανιστάν, το Ιράκ και την Αίγυπτο. Όταν τους ρωτούν πώς πήραν την απόφαση να διασχίσουν τη θάλασσα από την Τουρκία, ορισμένοι αφρικανοί πρόσφυγες ενοχλούνται. «Κοιτάξτε, δεν είναι εύκολη κατάσταση για εμάς. Δεν ήρθαμε από το Κονγκό στην Ελλάδα επειδή ήταν εύκολα. Ήρθαμε εδώ επειδή ξεφύγαμε από τη χώρα μας για να είμαστε ασφαλείς», τονίζει ο Μάρκο Καπούνγκο από το Κονγκό. Όπως λέει, στον καταυλισμό γνώρισε, εκτός από συμπατριώτες του, άτομα από τη Γουινέα, τη Ζάμπια και τη Λιβερία, τα οποία έχουν υποβάλει αίτηση για άσυλο. Κάποιοι περνούν δίπλα του την ώρα που μιλάει, τον χαιρετούν και σχολιάζουν «Samos no good» (Στη Σάμο δεν είναι καλά).
Ο Μπογκντάν Αντρέι, τοπικός συντονιστής της ΜΚΟ Samos Volunteers, θεωρεί λογικό το γεγονός ότι αυξάνεται διαρκώς ο αριθμός των προσφύγων και μεταναστών από την Αφρική. «Για ανθρώπους από τη Συρία προβλέπονται ταχείες διαδικασίες εξέτασης των αιτήσεων ασύλου, κάτι που οδηγεί στο να μένουν πίσω άτομα άλλων εθνικοτήτων», εξηγεί. Επίσης, η προσφυγική οδός από τη Λιβύη προς την Ιταλία δεν είναι πλέον ιδιαίτερα διαθέσιμη, κι έτσι αφρικανοί πρόσφυγες και μετανάστες αναζητούν νέες δυνατότητες. «Έτσι περνούν από την Τουρκία απέναντι στα ελληνικά νησιά», επισημαίνει ο Μπογκντάν Αντρέι.
Μακρόχρονη αναμονή για τους αιτούντες άσυλο
Η οργάνωση Samos Volunteers προσφέρει έξω από τον χώρο του καταυλισμού μαθήματα γλωσσών και διάφορες δραστηριότητες αναψυχής, όπως μαθήματα κιθάρας και χορό. «Προσπαθούμε να συμπεριλάβουμε όσο πιο πολλούς μπορούμε και πραγματικά δεν είχαμε ποτέ πρόβλημα ή διενέξεις ανάμεσα σε άτομα διαφορετικών εθνικοτήτων στους χώρους μας. Βεβαίως οι περισσότεροι άνθρωποι συναναστρέφονται με συμπατριώτες τους, όμως αναπτύσσονται και φιλίες μεταξύ διαφορετικών εθνικοτήτων», αναφέρει ο Μπόγκνταν Αντρέι.
Ο Έντουιν από τη Γκάνα βρίσκεται καθηλωμένος στο κέντρο προσφύγων πάνω από ένα χρόνο. Διαμαρτύρεται για το φαγητό, τις συνθήκες διαβίωσης μέσα στη σκηνή και –ακόμη περισσότερο- για τις εξαιρετικά χρονοβόρες διαδικασίες εξέτασης των αιτήσεων ασύλου. «Ακόμη δεν έχω τη δυνατότητα να περάσω από συνέντευξη με τις υπηρεσίες ασύλου εδώ στη Σάμο», τονίζει. Η ατελείωτη αναμονή εξοργίζει τον Έντουιν λόγω της στασιμότητας στη ζωή του. «Αυτό που πραγματικά χρειάζομαι δεν είναι αυτό το φαγητό. Αυτό που χρειάζομαι είναι μια ευκαιρία να πάω στην Αθήνα, να δουλέψω και να θρέψω τον εαυτό μου, να έχω μια αξιοπρεπή ζωή».
Στέλεχος της τοπικής υπηρεσίας ασύλου, διατηρώντας την ανωνυμία του, επιβεβαίωσε ότι οι διαδικασίες μπορεί να έχουν μεγάλη διάρκεια. Όπως λέει, εάν κάποιος κάνει αίτηση τώρα, πιθανόν δεν θα ειδοποιηθεί για συνέντευξη πριν τον Σεπτέμβριο του 2019.