Και να που φτάσαμε στο σημείο, επικεφαλής της ιδεολογικής δουλειάς του ΣΥΡΙΖΑ να αναλάβουν αυτοβούλως και οικειοθελώς ο Λάκης, ο Σταμάτης κι ένας ακόμη που δηλώνει επάγγελμα στιχουργός και ξημεροβραδιάζεται στις Σελίδες Κοινωνικής Δικτύωσης, γράφοντας μανιφέστα και προτροπές, λοιδορώντας και χλευάζοντας τους αποχωρήσαντες.
Τον ρόλο του Λεύκιου Κουινκτίου Κιγκινάτου, φαίνεται πως διεκδικεί και μια άλλη μεταγραφή αεροδρομίου του ΣΥΡΙΖΑ κατά την πρόσφατη προεκλογική περίοδο, ο Ευάγγελος Αντώναρος. Υπάρχει και ο κ. 13 - 0, ο οποίος κρατάει χαμηλό προφίλ, έχει χαθεί από την πιάτσα και ορισμένοι λένε πως κάνει πια δεύτερες σκέψεις για τις πρόσφατες επιλογές του, βλέποντας το καράβι να τραβάει κατευθείαν στα βράχια.
Αν υπήρχαν κάποια ψήγματα σοβαρότητας (η οποία χάθηκε οριστικώς και αμετακλήτως ακόμη και για τους πλέον καλόπιστους με την περιβόητη kolotoumpa το μοιραίο καλοκαίρι του 2015) αυτά πλέον έχουν κονιορτοποιηθεί στις Συμπληγάδες πέτρες του νεοβοναπαρτισμού του Κασσελάκη και της χυδαιότητας της φρουράς των πραιτοριανών του. Για να είμαστε δίκαιοι, οι αποκαλούμενοι περιφρονητικώς αποστάτες από τους παραμένοντες, προσπαθούν να απαντήσουν πολιτικά, αλλά πολύ φοβάμαι πως το κάνουν εις ώτα μη ακουόντων.
Αν αφήσουμε κατά μέρος τα προσχήματα, η κατάσταση θυμίζει ξεκατίνιασμα στους σκονισμένους δρόμους μιας γειτονιάς της δεκαετίας του ’50, όταν η Ελλάδα «ήταν νοικοκυρεμένη» κατά τον νέο αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ. Η ατάκα αυτή θυμίζει μετανάστες πρώτης γενιάς που επιστρέφουν στην Ελλάδα μετά από δεκαετίες απουσίας, την βρίσκουν αλλαγμένη ριζικά, μα εκείνοι επιμένουν να χαρίζουν κατωσέντονα στους γνωστούς και να μοιράζουν δολάρια στα ανίψια κάθε φορά που τα φιλούν, μη μπορώντας να αντιληφθούν τις αλλαγές που έχουν ήδη συντελεστεί.
Από την άλλη, υπάρχει ο σπαραγμός εκείνων που φεύγουν. Κοινή επωδός πολλών από αυτών η φράση «Ψυχή βαθιά». Μια φράση βγαλμένη από τον ορυμαγδό του Εμφυλίου πολέμου, ο οποίος, όπως φαίνεται, στοιχειώνει ακόμη διάφορους καλοζωισμένους τύπους της χώρας, μισό αιώνα μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Τι θέλουν να πουν με αυτή τη φράση; Γιατί δεν επέλεξαν μία άλλη, εξίσου εμβληματική με αυτή, όπως «Τα όπλα παρά πόδα» θέλοντας να επιδείξουν την ετοιμότητά τους να θυσιαστούν για την ιδεολογική ορθοδοξία και καθαρότητα;
Αυτή τη μανία να φαντασιώνονται πράγματα ενός παρελθόντος δύσκολου και μαρτυρικού για την πατρίδα μας, φανερώνει πως όλοι αυτοί ζώντας με τη νοσταλγία της ρεβάνς, τελικά το μόνο που κατάφεραν είναι να απομυθοποιήσουν πανηγυρικά τα είδωλα και πρότυπά τους. Για τους υπόλοιπους αυτό είναι κέρδος, οι ίδιοι, όμως, θα πρέπει κάπως να τα βολέψουν ώστε να επανέλθουν σιγά - σιγά στην πραγματικότητα.
Για όσους παρακολουθούμε την ιστορία της ελληνικής αριστεράς, η τωρινή διάσπαση είναι κάτι το πρωτοφανές. Οι υπαρκτές πολιτικές διαφορές ανάμεσα στις δύο (ή τρεις) βασικές ομάδες, καλύφθηκαν πίσω από κουτσομπολιά, απειλές και δολοφονίες χαρακτήρων. Η μία πλευρά μάλιστα, εκείνη που κράτησε τη σφραγίδα και την κρατική επιχορήγηση, λες και κάνει διαγωνισμό ευτέλειας, αναφορικά με τους πρώην συντρόφους και νυν ανταγωνιστές της, στον περίκλειστο κόσμο μιας φθίνουσας και παραπαίουσας αριστεράς.
Οι προηγούμενες διασπάσεις να διακρίθηκαν για τη σκληρότητα και τις απάνθρωπες μεθόδους μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, η σημερινή, ωστόσο, έχει κατρακυλήσει στα επίπεδο της φτηνής επιθεώρησης, όπου οι πρωταγωνιστές διαγωνίζονται με αστεία εφήβων που βιώνουν τον επώδυνο παροξυσμό των ορμονών τους.
Στο μεταξύ, όλες οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν καταβαράθρωση του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη και μεταξύ εκείνων που τον ψήφισαν στις φετινές, διπλές εκλογές. Είναι ηλίου φαεινότερο πως το σενάριο της αντικατάστασης της ηγεσίας και της απαλλαγής από το επιζήμιο έρμα της κυβερνητικής θητείας του κόμματος αυτού, δεν λειτούργησε έτσι όπως το είχαν σχεδιάσει οι εμπνευστές του. Προφανώς, φταίει η επιλογή του πρωταγωνιστή και των κομπάρσων γύρω του, μα την κύρια ευθύνη φέρει αυτός που έγραψε το σενάριο και εξακολουθεί να παραμένει αινιγματικά σιωπηλός, παρά τις διαρροές του περιβάλλοντός του πως βρίσκεται σε συνεχείς διαβουλεύσεις με πολλούς.
Δύσκολο πράγμα το διαζύγιο και χρειάζεται σκευή πνευματική, καλλιέργεια και ευγένεια, για να μην αφήσει ανεπούλωτα τραύματα. Αυτό φαίνεται πως το λησμονούν και τα δύο μέρη του σύγχρονου διαζυγίου στο χώρο της αριστεράς.