Η ανείπωτη τραγωδία στα ανοιχτά της Πύλου ήρθε να ταρακουνήσει για ακόμα μια φορά τα ήρεμα νερά της «Ενωμένης Ευρώπης» βάζοντας με δραματικό τρόπο φρένο στον ενθουσιασμό από την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ των Ευρωπαίων υπουργών Μετανάστευσης για ένα «υποχρεωτικό μηχανισμό αλληλεγγύης» ο οποίος αυτοαναιρείται από τον χαρακτηρισμό της αλληλεγγύης ως «επιλεκτικής». Η προσπάθεια κατευνασμού των Ορμπανικών καθεστώτων αναδεικνύεται ολοένα και περισσότερο σε τροχοπέδη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Είναι φανερό ότι, ακόμα και αν η συμφωνία αυτή υιοθετηθεί τελικά από τους Ευρωπαίους ηγέτες και ψηφιστεί μέσα από τις προβλεπόμενες χρονοβόρες διαδικασίες πολύ λίγο θα μπορέσει να συμβάλει στην ουσιαστική αντιμετώπιση του προβλήματος των δεκάδων χιλιάδων απελπισμένων ανθρώπων που επιλέγουν τον κίνδυνο να πνιγούν από το να παραμείνουν στις εμπόλεμες και αβίωτες πατρίδες τους. Οι μεγαλόστομες διακηρύξεις για επενδύσεις και ειρηνευτικές πρωτοβουλίες μοιάζουν ειρωνικές όταν ο πόλεμος έχει ξεσπάσει στην καρδιά της Ευρώπης. Η φιλελεύθερη δυτική δημοκρατία βρίσκεται αντιμέτωπη με τις αξίες της.
Ταυτόχρονα, η τραγωδία στη Μεσόγειο ανέδειξε με τραγικό τρόπο και τις παθογένειες του πολιτικού συστήματος της χώρας μας. Ο οφειλόμενος σεβασμός στην απώλεια εκατοντάδων ανθρώπινων ζωών που έδειξε η πολιτεία με την κήρυξη «εθνικού πένθους» καθώς και η ανάγκη για διερεύνηση των συνθηκών και σύλληψη των ενόχων επισκιάστηκε από την προσπάθεια κάποιων να αποκομίσουν εκλογικά οφέλη εν όψει της κάλπης της 25ης Ιουνίου. Είναι πραγματικά κρίμα για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ που επέλεξε μια τέτοια τραγωδία για να αλλάξει την εικόνα της προκειμένου να αποφύγει μια δεύτερη εκλογική συντριβή.
Τα γεγονότα είναι χαρακτηριστικά. Κάποιοι νεολαίοι του ΣΥΡΙΖΑ αποδοκίμασαν την Πρόεδρο της Δημοκρατίας που πήγε στο λιμάνι να εκφράσει την αγωνία και τη συμπαράστασή της στα θύματα. Ένας ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ κατήγγειλε την Ελλάδα και την κυβέρνησή της ως ένοχη για το ναυάγιο ενώ ο Αλέξης Τσίπρας έκανε υποδείξεις στην ηγεσία του Λιμενικού σώματος για τον τρόπο που έπρεπε να ενεργήσει αγνοώντας τα διεθνή πρωτόκολλα. Εξ άλλου, σε συζήτηση που είχε με τους εκπροσώπους από μεταναστευτικές και προσφυγικές κοινότητες, δήλωσε «περήφανος για τη διακυβέρνησή του», παραδεχόμενος, ωστόσο, ότι «δεν κατάφερε βασικές μεταρρυθμίσεις για τους μετανάστες ή πρόσφυγες». Η δήλωση της τότε υπουργού του ότι «οι μετανάστες στην Ελλάδα εξατμίζονται» είναι ενδεικτική της πολιτικής για την οποία δηλώνει ακόμα περήφανος.
Αλλά και σε άρθρο του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» (17/6) ο πρώην πρωθυπουργός επιμένει να «ξεχνάει» την πραγματικότητα της διακυβέρνησής του τόσο γενικότερα όσο και στο «μεταναστευτικό». Γράφει σχετικά: «Η Ελλάδα στο παρελθόν, κόντρα στις κραυγές και τις δυσοίωνες προβλέψεις, υποδέχτηκε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους που η παρουσία τους ανανέωσε και ανανεώνει την κοινωνία μας. Και εντάχθηκαν στον κοινωνικό ιστό. Έγιναν καλύτεροι Έλληνες από πολλούς άλλους και πολλοί από αυτούς μας έκαναν και μας κάνουν περήφανους καθημερινά. Αυτά μπορούν να γίνουν και σήμερα».
Προφανώς, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δικαιούται να εγείρει ερωτήματα για τις συνθήκες της τραγωδίας και για τους χειρισμούς που έγιναν από τις αρμόδιες αρχές στο πλαίσιο της διεθνούς δικαιοδοσίας τους. Όπως ακριβώς έκανε ο Νίκος Ανδρουλάκης ζητώντας απαντήσεις «ώστε να μην υπάρχουν σκιές» για τη χώρα μας. Αυτό που δε δικαιούται όμως ο Αλέξης Τσίπρας είναι να συνεχίζει να προκαλεί με το δικό του κυβερνητικό παρελθόν. Γιατί οι εικόνες από το κολαστήριο στη Μόρια και στα άλλα «στρατόπεδα συγκέντρωσης» μεταναστών και προσφύγων στα νησιά του Αιγαίου παραμένουν ζωντανές στη μνήμη μας. Όπως και οι εικόνες φρίκης από τους στοιβαγμένους στη σιδηροδρομική γραμμή της Ειδομένης εξαθλιωμένους ανθρώπους που ελπίζανε να τους περάσει κάποιος στην άλλη πλευρά.
Ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν τα έχει καλά με την αυτοκριτική είναι γνωστό από καιρό. Φάνηκε άλλωστε και από τον τρόπο αντιμετώπισης της εκλογικής συντριβής του Μαΐου την οποία απέδωσε σε λάθη της επικοινωνιακής τακτικής του ΣΥΡΙΖΑ και στην απόρριψη της πρότασής του για «προοδευτική συνεργασία» από «τις άλλες προοδευτικές δυνάμεις».
Ωστόσο, από το σημείο αυτό μέχρι την ένταξη στην προεκλογική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ της πολιτικής εκμετάλλευσης μιας τραγωδίας προκειμένου να διασωθεί από το δικό του ναυάγιο, υπάρχει μεγάλη απόσταση. Πόσοι θα φανούν άραγε πρόθυμοι να τη διανύσουν μαζί του;