Το «όπλο» της προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που βγάζει από τη «φαρέτρα» του ο Νίκος Ανδρουλάκης από τη μια εκλαμβάνεται ως έκφραση πολιτικής συνέπειας. Από την άλλη όμως ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ δίνει λαβές ότι πρόκειται για ακόμη μια ενέργεια ενταγμένη στην προεκλογική στρατηγική και όχι στον θεσμικό ανένδοτο με τον οποίο διακήρυττε ότι θα πάει έως στις κάλπες του 2023. Άλλωστε αυτή ήταν η λεζάντα στην προεκλογική ράγα, πάνω στην οποία - μεταξύ άλλων - έχει υποστηρίξει ότι θα κινηθεί και ο Αλέξης Τσίπρας.
Η πολιτική λήθη όμως δεν μπορεί να αποσύρει από το συλλογικό υποσυνείδητο τις καταγγελίες ότι η ίδια η κατάθεση του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ Νίκου Ανδρουλάκη δεν προσέφερε κάτι ουσιαστικό στο έργο της Εξεταστικής Επιτροπής. Είχε χαρακτηριστεί μάλιστα ως μια κατάθεση γεμάτη αοριστολογίες, χωρίς κανένα συγκεκριμένο στοιχείο ή απαντήσεις στα καίρια ερωτήματα που του τέθηκαν.
Ο κ. Ανδρουλάκης είχε καταγγείλει ότι δεν έγινε σεβαστή η ιδιότητα του, όμως είχε αποφύγει επιμελώς να απαντήσει εάν το πολιτικό προσωπικό της χώρας πρέπει να εξαιρείται από την άρση απορρήτου. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν είχε καταθέσει ούτε μία πρόταση για την αναβάθμιση της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ είχε επισημάνει ότι δεν έχει στοιχεία πως η ΕΥΠ χρησιμοποιεί το predator, ενώ στην ερώτηση αν έχει στοιχεία για την εμπλοκή του Πρωθυπουργού, είχε δώσει την απάντηση ότι «δεν είναι μάντης». Τον βαθμό της αρνητικής έκθεσης που αποκόμισε κατά την κατάθεση του ο Νίκος Ανδρουλάκης είχε επιδεινώσει η απόφαση του να συμπλεύσει πλήρως με τον ΣΥΡΙΖΑ, υποβαθμίζοντας τις αποκαλύψεις Ρουμπάτη για την παρακολούθηση Πιτσιόρλα, συντασσόμενος σε απόλυτο βαθμό με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Οι ομοιότητες όμως ανάμεσα στον ανένδοτο Ανδρουλάκη και στον ανένδοτο Τσίπρα δεν περιορίζονται στην διακήρυξη. Ως φυσική επέκταση της συμπόρευσης ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ στην εξεταστική επιτροπή συνυπολογίζεται και η ετεροχρονισμένη συμπαράταξη στην υποστήριξη του αιτήματος του ΚΚΕ για τη σύγκληση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής για την υπόθεση των καταγγελιών του Περισσού στο τηλεφωνικό κέντρο του κόμματος.
Διάσταση που είχε συμπεριληφθεί στο αντικείμενο της εξεταστικής επιτροπής που συστάθηκε από την μειοψηφία. Η συγκάλυψη την οποία είχε καταγγείλει το ΚΚΕ έβαζε στο κάδρο τον ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ. αλλά και το ΠΑΣΟΚ, που ήταν πίσω από εξοβελισμό της υπόθεσης από τη συζήτηση και την όποια έρευνα. Το ΚΚΕ μάλιστα, για την μετεκλογική ανοχή του οποίου ερίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, στο όνομα της προοδευτικής κυβέρνησης, όμως οι εκπρόσωποι της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην εξεταστική επιτροπή δεν είχαν προβεί στο παραμικρό σχόλιο για τις υποθέσεις που αφορούν στον Περισσό.
Διαπιστευτήρια του αλά καρτ θεσμικού ανένδοτου, είχαν επιδοθεί και από το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, το οποίο παρότι περιέλαβε την υπόθεση των υποκλοπών σε βάρος του ΚΚΕ στην πρόταση του για τη σύσταση της εξεταστικής επιτροπής, κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της δεν έστρεψε τους προβολείς και προς αυτήν την κατεύθυνση.
Η επιμονή δε, της Χαριλάου Τρικούπη στα συγκεκριμένα στοιχεία δεν ταυτίστηκε πότε με τον φάκελο της συγκεκριμένης καταγγελίας για τις ευθύνες όλων των συναρμόδιων αρχών, που έχουν άμεση εμπλοκή και ευθύνη στην έρευνα των παρακολουθήσεων σε βάρος του, που διενεργήθηκαν και κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Η πράσινη ομάδα δεν στάθηκε ποτέ στις αδικαιολόγητες καθυστερήσεις, παραλείψεις, λάθη και στα τεράστια ερωτηματικά για τη δράση της ΑΔΑΕ, των εισαγγελικών αρχών και της κρατικής ασφάλειας, αλλά και των εταιρειών.