Το μήνυμα των εκλογών του Μαϊου είναι πολυσήμαντο. Ο λαός παραδέχθηκε ως γόνιμη και αποδοτική την κυβερνητική τετραετία του Μητσοτάκη και ενέκρινε το πρόγραμμα διακυβέρνησης της επόμενης κοινοβουλευτικής περιόδου. Ταυτόχρονα, αποδοκίμασε εμφατικά το είδος και την ποιότητα της αντιπολίτευσης που άσκησε ο ΣΥΡΙΖΑ, καθώς αυτή διακρινόταν από μοχθηρία και φθόνο, στοιχεία που ήταν ορατά διά γυμνού οφθαλμού.
Οι διαπιστώσεις αυτές όμως δεν θα ήταν αυτονόητες σε άλλες εποχές και υπό διαφορετικές συνθήκες. Σε εποχές λ.χ. αμεριμνησίας ή επιπόλαιης ψήφου, πολύ εύκολα οι πολίτες θα παρασύρονταν από την καταστροφολογία της αντιπολίτευσης, τον σαρωτικό αποδομητικό της λόγο αλλά και την ψευδεπίγραφη κατασκευή περί «ελλείμματος δημοκρατίας» στην χώρα.
Σε αυτό θα συντελούσε και το γεγονός των απανωτών έκτακτων δυσκολιών που επισώρευσαν διαδοχικά η πανδημία του Covid-19 και η παγκόσμια ενεργειακή κρίση, αφού η δυσαρέσκεια από τις δυσμενείς επιπτώσεις και των δύο έκτακτων συνθηκών θα εκτονωνόταν αβασάνιστα στην κάλπη.
Το γεγονός ότι αυτό δε συνέβη, δεν μπορεί να αποδοθεί μόνο στην ευχερή και ολοκληρωμένη πρόσβαση στην πληροφορία και στον πλουραλισμό των πηγών ενημέρωσης του κοινού. Οφείλεται και στην πολιτική ενεργοποίηση μεγάλου αριθμού πολιτών και στη δυνατότητα που τους δίνεται, με τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας, να επιδρούν στη δημόσια σφαίρα αυτόνομα, έξω από κομματικά φίλτρα (που δεν είναι αναγκαστικά κακά) και να συμβάλουν στη διαμόρφωση πολιτικής συνειδητότητας.
Και εδώ φτάνουμε στο κορυφαίο ίσως μήνυμα των εκλογών: Είναι η ωριμότητα και η νηφαλιότητα της ψήφου του ελληνικού λαού, πρωτοφανής σχεδόν για τα ελληνικά δεδομένα. Μετά την δεκαετή σχεδόν ύφεση, που υπονόμευσε σοβαρά την κοινωνική συνοχή και θόλωσε την κρίση των πολιτών, ο λαός «ξεθύμωσε», ζύγισε πεπραγμένα και προγραμματικές θέσεις, συνέκρινε τις προσωπικότητες των πολιτικών ηγετών και σκέφτηκε με γνώμονα τα αληθινά, καλώς νοούμενα συμφέροντά του.
Αν ισχύει, ότι ένα κρίσιμο μέρος της πολιτικής δράσης είναι να επιδράς στη σκέψη των ανθρώπων και να την αλλάζεις, ο Μητσοτάκης το κατόρθωσε. Η διαπίστωση αυτή, ανεβάζει τον πήχη των απαιτήσεων από κόμματα και ηγεσίες, και υπάρχει η αξίωση πλέον να συμπεριφέρονται με σοβαρότητα και συνέπεια και ο λόγος που εκφέρουν δημόσια να είναι επαρκώς αληθοφανής.
Στο εξής, όσοι διεκδικούν την εντολή να κυβερνήσουν την χώρα θα πρέπει να ανταποκρίνονται στο μέσο όρο της περιόδου Μητσοτάκη και να αποδείξουν, ότι μπορούν να "κάνουν τη δουλειά" καλύτερα από εκείνον. Έχουν δηλαδή πολύ δρόμο μπροστά τους.
Στις εκλογές της 25ης Ιουνίου, αυτό το μήνυμα θα επικυρωθεί κατά τρόπο πανηγυρικό. Ο Μητσοτάκης θα βγει ενισχυμένος και η πολιτική του κυριαρχία θα εδραιωθεί. Το περιεχόμενο της εντολής του λαού θα είναι να εκφράσει αυτή την αλλαγή σκέψης στην κοινωνία και να ολοκληρώσει τη μετάβαση προς έναν ενάρετο κύκλο διακυβέρνησης, με κυρίαρχα στοιχεία τη δημοκρατική λογοδοσία, την αναζωογόνηση των θεσμών, την αξιοκρατία και τη σταθερή ένταξή της χώρας στο σκληρό πυρήνα του σύγχρονου δυτικού κόσμου.
Μέχρι τότε ας ελπίσουμε, ότι θα έχει βρει και η αντιπολίτευση τα πατήματά της.
Γιάννης Ανδρουλάκης, δικηγόρος, LLM Δημοσίου Δικαίου και Πολιτικής Επιστήμης