Η Ελλάδα δεν είναι δημοσιονομικά ασφαλής και δεν είναι βέβαιο ότι αν χρειαστεί θα βρει στο ίδιο σημείο τους Ευρωπαίους συνομιλητές της, υπογράμμισε ο Ευάγγελος Βενιζέλος μιλώντας στο Thessaloniki Summit 2018. Τόνισε ότι η πολιτική του υπερπλεονάσματος συνιστά κυνική και πραγματικά αντιαναπτυξιακή πολιτική, ενώ επισήμανε ότι οι αγορές μας στέλνουν μήνυμα «μη βγαίνετε».
Ειδικότερα, κ. Βενιζέλος σημείωσε ότι «η χώρα δυστυχώς δεν έχει περάσει σε εποχή και περιοχή κανονικότητας και δημοσιονομικής και χρηματοδοτικής ασφάλειας (...) Η χώρα δεν είναι δημοσιονομικά ασφαλής, γιατί δεν έχει λυθεί το πρόβλημα της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους. Γιατί μέχρι το 2032 έχουμε αποδεχτεί μια σειρά από παραδοχές για αναιμική ανάπτυξη, μοντέλο που έχω ονομάσει εδώ και καιρό "στασιμοχρεοκοπία" και γιατί εκτός από το λεγόμενο μαξιλάρι ασφάλειας, που έχει περιορισμένη ισχύ, δεν είναι διασφαλισμένες οι χρηματοδοτικές μας ανάγκες παρά μόνο μέχρι το 2020».
Επισήμανε ότι και η ευρωπαϊκή συγκυρία δεν είναι ευνοϊκή, οπότε αν η Ελλάδα χρειαστεί μελλοντικά τους Ευρωπαίους συνομιλητές της, δεν είναι βέβαιο ότι θα «βρίσκονται εκεί» με τον ίδιο τρόπο.
«Έχουμε συνηθίσει μετά το 2010 σε μια σχέση αγάπης και μίσους με την Ευρώπη, σε μια σχέση με μια Ευρώπη καθαρή και απλή στις βασικές επιλογές της, μια Ευρώπη με σημεία αναφοράς. Τώρα έχουμε μια μετακινούμενη Ευρώπη, που αναζητεί νέα κοινωνική, πολιτική, αξιακή, ακόμη και αναπτυξιακή ταυτότητα. Το πρόβλημα δεν είναι η σύγκρουση ανάμεσα στην ευρωπαϊκή ορθοδοξία και τη νέα ιταλική κυβέρνηση (...) αλλά ότι αρχίζει να τίθεται υπό αμφισβήτηση η θέση της Γερμανίας στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Θα έλεγα ότι οι εσωτερικές εξελίξεις στη Γερμανία είναι από πλευράς οικονομικής πολιτικής και προοπτικών της Ευρωζώνης πιο σημαντικές από την κρίση ανάμεσα στους θεσμούς των Βρυξελλών και την ιταλική κυβέρνηση, ενώ είναι λιγότερο ορατή η κατάσταση που εξελίσσεται στη Γαλλία (...) Αν η χώρα μας βρεθεί στην ανάγκη να αναζητήσει ξανά τους Ευρωπαίους συνομιλητές της, η Ευρώπη, όπως τη γνωρίζαμε και την έχουμε δοκιμάσει, μπορεί να μη βρίσκεται εκεί, γιατί η ταυτοτική κρίση δεν είναι μόνο κρίση ασφάλειας αλλά και οικονομική", είπε χαρακτηριστικά ο κ. Βενιζέλος.
Σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα επιστροφής της Ελλάδας στις αγορές τόνισε ότι «δεν βγαίνουμε στις αγορές, γιατί οι αγορές δεν μας "κλείνουν το μάτι" και μας στέλνουν μήνυμα "μη βγαίνετε"», ενώ σχετικά με την κοινωνική ασφάλιση σημείωσε ότι «η χώρα δεν έχει ασφαλιστικό σύστημα και ότι ο νόμος Κατρούγκαλου είναι προφανώς ανεπαρκής».
«Περικοπή ή μη περικοπή των συντάξεων είναι ένα πρόβλημα το οποίο δημιουργήθηκε από τις επιλογές της κυβέρνησης να νομοθετήσει η ίδια, χωρίς τη σύμπραξη της αντιπολίτευσης, την περικοπή της προσωπικής διαφοράς των παλαιών συνταξιούχων σε σχέση με τις συντάξεις που κανονίζει ο νόμος Κατρούγκαλου για τους νέους συνταξιούχους» σημείωσε.
Σύμφωνα με τον κ. Βενιζέλο, «η μη περικοπή, η οποία κακώς ψηφίσθηκε, θα αρκούσε το πάγωμα των συντάξεων, το οποίο επίσης ισχύει και έχει νομοθετηθεί, εάν αξιοποιούσαμε την περίοδο αυτή για να οργανώσουμε ένα κανονικό ασφαλιστικό σύστημα τριών πυλώνων, σημαίνει, βεβαίως, ότι έχουμε πρόβλημα μετά ανισότητος σε σχέση με τις μειωμένες νέες συντάξεις. Άρα, θα έχουμε ένα νέο κύμα δικαστικών αμφισβητήσεων και διάγνωσης αντισυνταγματικότητας».
Όπως υπογράμμισε πάντως ο Ευάγγελος Βενιζέλος, «το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως είναι, κατά τη γνώμη μου, η κυνική και πραγματικά αντιαναπτυξιακή πολιτική του υπερπλεονάσματος" σημείωσε, προσθέτοντας ότι αυτή οδηγεί, μεταξύ άλλων, σε υπερφορολόγηση, συνειδητή εξόντωση της μεσαίας τάξης, σε πόλωση της κοινωνίας και αναδιανομή του μερίσματος της αναπτυξιακής καθήλωσης της χώρας, διότι διανέμεται ένα πελατειακό μέρισμα, που προέρχεται από τη θυσία αναπτυξιακής προοπτικής χώρας».
Κατά τον κ. Βενιζέλο, η Ελλάδα χρειάζεται πόρους για να καλυφθεί ένα κολοσσιαίο αναπτυξιακό κενό «και οι πόροι αυτοί δεν υπάρχουν, άρα πολύ φοβούμαι ότι όλα αυτά ναρκοθετούν την επόμενη μακρά περίοδο, ανεξαρτήτως χρόνου διεξαγωγής των εκλογών κι ανεξαρτήτως συσχετισμού δυνάμεων στην επόμενη Βουλή».