Της Κατερίνας Γαλανού
«Θα διαχειριστείτε εσείς τον Ερντογάν, που δεν μπορείτε να διαχειριστείτε τους ποδοσφαιρικούς παράγοντες;» ρώτησε ο τέως πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας τον Κυριάκο Μητσοτάκη στη Βουλή στη συζήτηση για την επίμαχη ποδοσφαιρική τροπολογία που μπήκε σφήνα στη διαδικασία για την κύρωση της νέας συμφωνίας Ελλάδας – ΗΠΑ.
Το ερώτημα του Αλέξη Τσίπρα κατά την ερμηνεία της κομματικής εφημερίδας του ΣΥΡΙΖΑ ήταν «η εύστοχη συμπύκνωση του λαϊκού αισθήματος» και η μεταφορά στη Βουλή της «ενδόμυχης σκέψης όλο και περισσοτέρων το τελευταίο διάστημα».
Δηλαδή του νέου «θεωρήματος» της Κουμουνδούρου ότι όλο και περισσότεροι πολίτες ανησυχούν σφοδρά ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη και ο ίδιος ο πρωθυπουργός δεν τα καταφέρνουν στην διασφάλιση των εθνικών συμφερόντων!
Η ανάγνωση των ερευνών κοινής γνώμης δεν ήταν ποτέ το δυνατό σημείο των επιτελών του ΣΥΡΙΖΑ είτε τις διάβαζαν στο Μέγαρο Μαξίμου ως κυβερνητικά στελέχη είτε τώρα ως στελέχη της αντιπολίτευσης στα γραφεία του κόμματος.
Η λεπτομέρεια ότι στις δημοσκοπήσεις η πλειοψηφία θεωρεί ότι η παρούσα κυβέρνηση μπορεί να χειριστεί με μεγαλύτερη επάρκεια και να υπηρετήσει αποτελεσματικότερα τις εθνικές αναγκαιότητες από την αντίστοιχη του ΣΥΡΙΖΑ, είναι απλά μια… λεπτομέρεια. ‘Η, σύμφωνα με τη βαθιά συριζαϊκή αντίληψη, είναι μια «κατασκευή» των «αναξιόπιστων εταιριών δημοσκοπήσεων» και μια ψευδή εικόνα που αναπαράγουν «τα μίντια» τα οποία παρέχουν «πρωτοφανή στήριξη στην κυβέρνηση Μητσοτάκη».
Είναι προφανής η εν γένει αδυναμία της επιχειρούμενης από τον κ. Τσίπρα «ταύτισης» του Ερντογάν με τον Σαββίδη, τον Μαρινάκη και τους λοιπούς παράγοντες του ποδοσφαίρου, ώστε να καταδειχθεί εμμέσως η «ανικανότητα» Μητσοτάκη. Είναι όμως εξίσου προφανής η ροπή του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης στα «ευκολάκια» και στα «τσιτάτα» που χωρίς κόπο διακινούνται στους καφενέδες και στις κερκίδες συνοδεία ενός γηπεδικού « τι του είπε τώρα!».
Αλλά δεν μπορεί να σταθούν ούτε λεπτό ως επιχειρήματα, στο λόγο του τρίτου τη τάξει θεσμικού παράγοντα σε μια οριακή στιγμή για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και ενώ ο ίδιος ζητεί από τον πρωθυπουργό συμβούλιο αρχηγών για να χαραχθεί η εθνική γραμμή. Τα εθνικά, όπως άλλοτε ήταν η οικονομία όταν ήταν κυβέρνηση, τείνουν να γίνουν το «ατού» του αντιπολιτευόμενου ΣΥΡΙΖΑ. Η κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και υπ΄αυτό το πρίσμα και η σχέση με τις ΗΠΑ δείχνουν τις βαθύτατες αμφιθυμίες και κυβιστήσεις στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Σε κάθε περίπτωση το «παρών» στην ψηφοφορία για την επέκταση της συμφωνίας με τις ΗΠΑ για τις βάσεις δεν είναι η γομολάστιχα που θα σβήσει εκείνον τον ενθουσιασμό του ιδίου και του συγκυβερνήτη του Πάνου Καμμένου όταν «έχτιζαν» τη συμφωνία με τη διοίκηση Τραμπ. Και ούτε θα προσφέρει τη λήθη όταν ως νέος πρωθυπουργός δήλωνε στην αυλή του Λευκού Οίκου ότι μοιράζεται τις ίδιες αξίες με τον πλανητάρχη Τραμπ.
Ο κ. Τσίπρας δεν είναι πλέον «απρόβλεπτος» για κανέναν. Είναι προβλέψιμος σε βαθμό ανησυχίας.Κυρίως για την αδυναμία του, να αντιληφθεί τι απαιτεί ο ρόλος του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε ένα γήπεδο που δεν παίζεται «κλωτσοσκούφι»…Και για την αντιπολιτευτική του μέθοδο στα υπόλοιπα όπως π.χ. στο ποδόσφαιρο. Που οι βουλευτές του καταψήφισαν την τροπολογία για τον ΠΑΟΚ αλλά πήγαν άπαντες οι της Α' και Β' περιφέρειας Θεσσαλονίκης (πλην της κ. Νοτοπούλου που βρισκόταν στα Σκόπια) στη μάζωξη που έκανε η ΠΑΕ για να ενημερώσει για το πρόβλημα της.
Και μια αδύναμη αξιωματική αντιπολίτευση βλάπτει την ίδια τη Δημοκρατία, αφού αφήνει χωρίς κριτική την κυβέρνηση. Ο ρόλος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης είναι να την κρατά σε εγρήγορση για να υλοποιεί το σχεδιασμό της και να επισημαίνει τις αρρυθμίες και τα λάθη.