Η αποδυνάμωση Μητσοτάκη: Οι λόγοι της και οι εξ αυτής κίνδυνοι
Eurokinissi
Eurokinissi

Η αποδυνάμωση Μητσοτάκη: Οι λόγοι της και οι εξ αυτής κίνδυνοι

Ακόμη και αν γίνει δεκτό πως η περίφημη φράση του λόρδου Άκτον «η απόλυτη εξουσία (δια)φθείρει απόλυτα» εμπεριέχει υπερβολή στην απολυτότητά της, το πρώτο σκέλος της σκέψης του μεγάλου στοχαστή του 18ου αιώνα («η εξουσία φθείρει») σχεδόν δεν επιδέχεται εξαιρέσεις.

Ιδιαίτερα, αν πρόκειται για εξουσία ασκούμενη εντός του πλαισίου του δημοκρατικού πολιτεύματος, στοιχεία του οποίου είναι και η διαφάνεια, δηλαδή ο μεγεθυντικός φακός της δημοσιότητας επί των κυβερνητικών πραττομένων ή πεπραγμένων, αλλά και η παροχή στη βιασύνη, το θυμό και τον κορεσμό των λαϊκών μαζών της δυνατότητας να εκδηλώνονται ανά πάσα στιγμή.

Το βέβαιο είναι, πάντως, πως μετά από πεντέμισι χρόνια ακαταγώνιστης εξουσίας, αυτή του σημερινού πρωθυπουργού φθίνει ολοφάνερα. (Άλλωστε τόσο διήρκεσε συνολικά η εξουσία του Κώστα Καραμανλή, ο οποίος έδειχνε και αυτός πολιτικός κυρίαρχος κάποια στιγμή…) .

Για κάποιες από τις δυσκολίες αυτές, π.χ. τις προερχόμενες από το εξαιρετικά ταραγμένο διεθνές περιβάλλον, δεν ευθύνεται καθόλου ο σημερινός πρωθυπουργός (ο οποίος, μάλιστα, και τη διεθνή υπόσταση της χώρας έχει αναβαθμίσει και μια αναπτυξιακή ώθηση της έχει προσφέρει, τόσο με την πολιτική σταθερότητα, που όλα αυτά τα χρόνια ενσαρκώνει, όσο και με τη σοβαρότητα που αναδεικνύει και μεγάλες κρίσεις με σχετική επιτυχία διαχειρίστηκε).

Για άλλες, όπως την ακρίβεια και την κρίση στέγης, ευθύνεται εν μέρει. Για άλλες, τέλος, ευθύνεται απόλυτα: Αφού αυτές συνδέονται είτε με θεσμικές εκτροπές ή, έστω, θεσμικά ατοπήματα, που εύλογα του καταλογίζονται… Είτε με εξαιρετικά αμφιλεγόμενες κυβερνητικές επιλογές… Είτε με την απόλυτα δυσλειτουργική και πολλαπλά προβληματική -αφού εκτρέφει ποικιλόμορφες φιλοδοξίες- δομή του υπερδιογκωμένου κυβερνητικού σχήματος που υιοθέτησε…

Είτε, ακόμη, με τον ακραίο μονοκεντρισμό/πρωθυπουργοκεντρισμό που εφαρμόζει στη λειτουργία του κράτους, ο οποίος ίσως δεν είναι αδικαιολόγητος στο βαθμό που αφορά την κυβερνητική λειτουργία, είναι όμως εξαιρετικά προβληματικός, όσον αφορά την όλη λειτουργία του πολιτεύματος: Ουδεμία, π.χ., θεσμική κίνηση έκανε προς την κατεύθυνση του περιορισμού της ώσμωσης μεταξύ κυβερνητικής και δικαστικής εξουσίας (θα μπορούσε να δρομολογήσει τη μεταφορά της επιλογής της ηγεσίας της τελευταίας στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, που θα αποφάσιζε με πλειοψηφία των 3/5 του όλου αριθμού των μελών της, ενώ προεδρικά καθήκοντα των ανώτατων δικαστηρίων θα ασκούσαν προσωρινά και μέχρι της επίτευξης αυτής της πλειοψηφίας οι αρχαιότεροι αντιπρόεδροι…).

Αντίθετα, θεσμικά μετέφερε σε μόνα τα πρωθυπουργικά χέρια -ή έστω σε μόνη την κυβερνητική πλειοψηφία, ακόμη δε και σε μέρος της- την ευθύνη της επιλογής του κατεξοχήν υπερκομματικού πολιτειακού παράγοντα, του ΠτΔ, μολονότι υπήρχαν πολύ λειτουργικότεροι τρόποι αποσύνδεσης της προεδρικής εκλογής από την απαράδεκτη πρόωρη διάλυση του Κοινοβουλίου. Για να μην αναφερθούμε στην προφανή σύμπλευσή του με κάποια ισχυρά συμφέροντα, αλλά και τη σύνδεσή του με μεγιστάνες και άλλους ισχυρούς παίκτες της ενημέρωσης, που μάλλον δεν είναι ανιδιοτελής για τους τελευταίους.

Ο Μητσοτάκης, όμως, για όλους αυτούς τους λόγους, ενδεχομένως και άλλους, δεν αποδυναμώνεται μόνο γενικώς, αποδυναμώνεται και εσωκομματικά. Αυτό, δε, δεν οφείλεται μόνο στον απροκάλυπτο και λυσσαλέο πόλεμο που του έχουν κηρύξει οι δυο προκάτοχοί του, εν μέρει οφειλόμενο σε ζηλοφθονία και εν μέρει τροφοδοτηθέντα από την τάση του να αποφασίζει μόνος, περιφρονώντας σε κάποια ζητήματα τις ευαισθησίες μεγάλου τμήματος της κοινωνίας και δη της κομματικής του βάσης.  

Οφείλεται, επίσης, και στο ότι το κεντροδεξιό ημισφαίριο της πολιτικής δεν καλύπτεται πλέον μόνο από το κόμμα του, κάτι που του περιορίζει τις δυνατότητες επιβολής επί των βουλευτών του (εφόσον αυτοί, πιεζόμενοι πέραν κάποιου ορίου, μπορούν να του πουν πως «και άλλες πορτοκαλιές κάνουν πορτοκάλια», αναζητώντας ανανέωση της βουλευτικής έδρας τους σε δεξιότερα σχήματα…).

Πάντων τούτων δοθέντων, η πρωθυπουργική αποδυνάμωση θα ήταν λιγότερο προβληματική για τη χώρα αν ο -αναδυόμενος- δεύτερος πόλος της πολιτικής ζωής αναδείκνυε στην ηγεσία του έναν εκφραστή της πολιτικής μετριοπάθειας, που και ως πειστική κυβερνητική εναλλακτική λύση θα πρόβαλλε και πολιτικές συγκλίσεις δεν θα απέκλειε, εφόσον αυτές επιβάλλονταν από ειδικές περιστάσεις (μολονότι, πρέπει να το αποδεχθούμε, ανάδειξη στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ του Γερουλάνου και πολύ περισσότερο της Διαμαντοπούλου θα άφηναν πολύ χώρο στα άκρα).

Τώρα, όμως, με διεκδικητές της ηγεσίας του άλλου βασικού πολιτικού πόλου, έναν αριστεροσταφή δημαγωγό, περίπου εκπασοκισμένο Τσίπρα της πρώτης εποχής, και έναν «δυσκοίλιο» και δύσκαμπτο πολιτικό, οι δυσκολίες που (θα) αντιμετωπίζει ο Μητσοτάκης και η πολύπλευρη αποδυνάμωσή του και μέσα στον χώρο του γίνονται προβλήματα και για τη χώρα. Ούτε αυτός μπορεί να κυβερνάει μέχρι να σβήσει ο ήλιος ούτε, προς ώρας, κάποια προφανής εναλλακτική λύση διαφαίνεται…