Η ελληνική κυβέρνηση έκανε μια σαφή επιλογή από τα ξημερώματα της 7ης Οκτωβρίου. Καταδίκασε με κατηγορηματικό τρόπο την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς εναντίον Ισραηλινών πολιτών, ζήτησε την απελευθέρωση των ομήρων και τάχθηκε υπέρ του δικαιώματος του Ισραήλ στην αυτοάμυνα, θέτοντας, ωστόσο, ως πλαίσιο τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και περιέγραψε την ανάγκη αποτροπής της ανθρωπιστικής κρίσης και προστασίας των αμάχων τόσο στο Ισραήλ, όσο και στη Λωρίδα της Γάζας.
Με τη στάση της αυτή, η Αθήνα ταυτίστηκε με τη θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βάζοντας ως σημείο αιχμής σε κάθε τοποθέτηση, το Διεθνές Δίκαιο, διεκδικώντας τον ρόλο του «έντιμου συνομιλητή» και του πυλώνα σταθερότητας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μετέβη στο Ισραήλ, όπου συναντήθηκε με τον Ισραηλινό ομόλογό του Μπένζαμιν Νετανιάχου, ενώ συνομίλησε τηλεφωνικά με τον ηγέτη της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούτ Αμπάς.
Οι εξελίξεις των επόμενων ημερών, με αποκορύφωμα την ένταση των ισραηλινών επιδρομών τα τελευταία 24ωρα, τις χερσαίες επιχειρήσεις και την κατάσταση, που διαμορφώνεται στη Λωρίδα της Γάζας -με αναφορές για ελλείψεις σε πόσιμο νερό, φάρμακα, ιατροφαρμακευτικό υλικό, μαζί με τον απολογισμό των χιλιάδων νεκρών, ανάμεσά τους και χιλιάδες παιδιά- έχει μετατοπίσει πλέον τη διεθνή ατζέντα πέρα από το δικαίωμα στην αυτοάμυνα, στην ανάγκη αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης στα παλαιστινιακά εδάφη, με τις εκκλήσεις να επιτραπεί η είσοδος ανθρωπιστικής βοήθειας στη Λωρίδα της Γάζας, να εντείνονται σε κάθε επίπεδο.
Αυτή, ακριβώς, η εικόνα, που μεταδίδεται από τα παλαιστινιακά εδάφη, δημιουργεί και νέα δεδομένα στη διπλωματική σκακιέρα, με τα κράτη, που έχουν στηρίξει το Ισραήλ, να καλούνται να ισορροπήσουν ανάμεσα στο δικαίωμα στην αυτοάμυνα και τα δικαιώματα των αμάχων. Από αυτή την άσκηση ισορροπίας δεν εξαιρείται ούτε η ελληνική κυβέρνηση.
Η στάση της Ελλάδας στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ απέναντι στο ψήφισμα για «ανθρωπιστική εκεχειρία», πυροδότησε μπαράζ αντιδράσεων στο εσωτερικό. Το ψήφισμα εγκρίθηκε με 120 ψήφους υπέρ, 14 κατά, ενώ 45 χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, απείχαν από την ψηφοφορία.
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης καταδίκασαν την αποχή, η κυβέρνηση αιτιολόγησε τη στάση της, σημειώνοντας ότι αποχή δεν σημαίνει καταψήφιση, με το σκεπτικό ότι πουθενά δεν αναφερόταν η καταδίκη στις ενέργειες της Χαμάς και η σχετική τροπολογία του Καναδά δεν πέρασε, ενώ σημείωνε ότι τη στάση της αποχής επέλεξε και η πλειοψηφία των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών. Απαντώντας στις αιτιάσεις, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος μίλησε για «σωστή και επιβεβλημένη στάση», ενώ ο Υπουργός Εξωτερικών απέρριψε τις αναφορές ότι η Ελλάδα επιχειρεί να διατηρήσει «ίσες αποστάσεις», δηλώνοντας ότι τηρεί στάση, που συνάδει με το Διεθνές Δίκαιο και τις αρχές της εξωτερικής της πολιτικής.
Προς αυτή την κατεύθυνση, λίγες ώρες αργότερα, διπλωματικές πηγές επεσήμαναν ότι η Ελλάδα διερευνά τη δυνατότητα δημιουργίας ανθρωπιστικού θαλάσσιου διαδρόμου για τη μεταφορά αγαθών πρώτης ανάγκης στην περιοχή, σχέδιο ιδιαίτερα σύνθετο, στο οποίο έχει αναφερθεί και ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν την Παρασκευή. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η ελληνική Κυβέρνηση συζητάει με τους άμεσα ενδιαφερόμενους, καθώς και με Ευρωπαίους εταίρους και διεθνείς οργανισμούς για τις δυνατότητες υλοποίησης ενός τέτοιου σχεδίου.
Η πλειοψηφία της ελληνικής κοινής γνώμης τάσσεται υπέρ μιας στάσης ουδετερότητας απέναντι στις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή. Την ίδια ώρα, η χώρα έχει ενισχύσει, κυρίως τα τελευταία χρόνια, το τριμερές σχήμα συνεργασίας Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ σε τομείς όπως αυτοί της ενέργειας, της ασφάλειας, της άμυνας και της πολιτικής προστασίας. Παράλληλα, η Ελλάδα σταθερά στηρίζει το αίτημα του παλαιστινιακού λαού για δημιουργία δύο κρατών, διαχωρίζοντας πλήρως την Παλαιστινιακή Αρχή από την Χαμάς. Αυτό το πλέγμα, από μόνο του -και χωρίς να συνυπολογίζει κανείς τις σχέσεις με χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες ή η Γαλλία- δημιουργεί μια δύσκολη εξίσωση, που είναι σαφές ότι απαιτεί λεπτούς και στοχευμένους χειρισμούς.
Η Αθήνα επιχείρησε να αναλάβει από την πρώτη στιγμή τον ρόλο, που της αναλογεί και ενδεχομένως θα μπορούσε να επικοινωνήσει με μεγαλύτερη σαφήνεια το πλαίσιο, που θέτει.
Τρεις ημέρες μετά την «ανάφλεξη» στη Μέση Ανατολή, ο Υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, κατέθεσε στη συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με το Συμβούλιο Χωρών του Κόλπου, πρόταση πέντε σημείων για την αποκλιμάκωση της έντασης στην περιοχή -και πριν φθάσουμε σε κατάσταση πολεμικών επιχειρήσεων- που περιλάμβανε την άμεση κατάπαυση των εχθροπραξιών, ειδικά όσον αφορά πολίτες, την άμεση επιστροφή όλων όσοι έχουν απαχθεί και κρατούνται όμηροι, την άμεση διάνοιξη ανθρωπιστικών διόδων, έτσι ώστε να διασφαλιστεί ότι όλοι θα έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας, καθώς και την ομόφωνη καταδίκη, εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των χωρών του Κόλπου, κάθε μορφής τρομοκρατίας.
Μερικά 24ωρα αργότερα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης μετέβαινε στο Κάιρο, συμμετέχοντας στη Διεθνή Διάσκεψη για την Ειρήνη, που συγκάλεσε η Αίγυπτο, επαναλαμβάνοντας ενώπιον Ευρωπαίων αξιωματούχων και εκπροσώπων αραβικών κρατών τις ελληνικές θέσεις. Ανάλογες θέσεις εξέφρασε ο Έλληνας πρωθυπουργός και κατά την συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες, την προηγούμενη εβδομάδα.
Το ενδιαφέρον της Αθήνας στρέφεται, παράλληλα, και στις αλυσιδωτές επιπτώσεις, που μπορεί να προκαλέσει η σύγκρουση Ισραήλ - Χαμάς, στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, με δεδομένη τη στάση της Άγκυρας και την ολοένα και σε πιο υψηλούς τόνους ρητορική του Ταγίπ Ερντογάν απέναντι στη Δύση. Ο εν εξελίξει ελληνοτουρκικός διάλογος είναι κάτι που θέλουμε να προστατέψουμε και να διαφυλάξουμε, δηλώνει η κυβέρνηση, μένοντας προς ώρας στη βούληση, που διατυπώνεται και από την τουρκική πλευρά, να μην επηρεάσουν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή.