Η Ελλάδα κινδυνεύει να χάσει, όχι να κερδίσει από το Brexit

Η Ελλάδα κινδυνεύει να χάσει, όχι να κερδίσει από το Brexit

Photo by Pablo Blazquez Dominguez/ Getty Images/ Stringer

Του Βασίλη Γεώργα

Το Brexit απειλεί να προκαλέσει πολύ περισσότερα προβλήματα στην Ελλάδα από αυτά που αρκετοί ευελπιστούν ότι θα λύσει. Εικοτολογούν πως ο φόβος να μην επεκταθεί η πυρκαγιά, θα «μαλακώσει» τους δανειστές και εταίρους μας και θα πάρουν το μάθημά τους πως η λιτότητα δεν οδηγεί πουθενά. Μοιάζει πιο πολύ με ευχή ανθρώπων που εθελοτυφλούν  παρά με ανάλυση που έχει να προσθέσει κάτι περισσότερο από ελπίδα σε πολλαπλώς απογοητευμένους ανθρώπους.

Η Ελλάδα δεν είναι σε θέση να κερδίσει πολλά περισσότερα από ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη σε μια περίοδο που η Ευρώπη αντί να μαλακώσει στον φτωχό Νότο της είναι αποφασισμένη να εμφανιστεί ακόμη πιο σκληρή για να μην ανοίξει εύκολο δρόμο αποχώρησης του πλούσιου Βορρά της.  Αντίθετα η χώρα μας είναι υποχρεωμένη και καλείται να εφαρμόσει απαρέγκλιτα ένα δύσκολο τρίτο μνημόνιο εσωτερικής υποτίμησης το οποίο ακόμη και με μικρές παραμετρικές αλλαγές, προβάλλεται ως «τελευταία ευκαιρία» αλλά και χρηματοδοτική της σωτηρία της σε ένα κόσμο που γίνεται όλο και πιο δύσκολα διαχειρίσιμος.

Η Ελλάδα απέναντι στην Ευρώπη είναι μια μικρογραφία της Ευρώπης απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο. Μιας Ευρώπης που γίνεται όλο και λιγότερο ανταγωνιστική απέναντι σε χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία, η Νότια Κορέα κ.α, μιας Ευρώπη που γερνάει, δεν αναπτύσσεται, τρώει από τα έτοιμα, πνίγεται στα χρέη και ξεμένει από παραγωγικές δομές.  Όταν δεν βγάζεις λεφτά, «κόβεις» από όπου μπορείς μέχρι να μπορέσεις να ξανασταθείς στα πόδια σου.

Υπό αυτή την έννοια, η λιτότητα, η μείωση των μισθών και ο περιορισμών των εργασιακών δικαιωμάτων, δεν θα είναι δυστυχώς κάτι παροδικό, όπως λένε πολλοί οικονομολόγοι, αλλά μια πολιτική που ήρθε για να μείνει για πολλά χρόνια ειδικά στην ευρωζώνη. Η οποία ευρωζώνη παρεμπιπτόντως δείχνει να αποτυγχάνει πλήρως στην προσπάθειά της να αντιστρέψει τον αποπληθωρισμό και την υφεσιακή τροχιά της οικονομίας της μέσα από τις πολιτικές νομισματικής χαλάρωσης και τις αγορές τρισεκατομμυρίων υπερτιμημένου «τοξικού χρέους» κρατών, τραπεζών και επιχειρήσεων. Και αναζητά πλέον  λύσεις μέσα από ένα αλλοπρόσαλλο μείγμα «νεοφιλελευθερισμού» και «κεϋνσιανισμού» που συνίσταται σε μαζικές ιδιωτικοποιήσεις, πλήρη απορρύθμιση των αγορών προϊόντων και εργασίας και σε παράλληλα σχέδια χρηματοδότησης φαραωνικών δημόσιων ή συγχρηματοδοτούμενων επενδύσεων σε υποδομές και μοίρασμα «χρήματος από το ελικόπτερο». Μπροστά στο φόβο, όμως, τα εργαλεία των κεντρικών τραπεζών και των κυβερνήσεων γίνονται όλο και λιγότερο δραστικά καθώς παρά την άπλετη ρευστότητα του συστήματος, αυτή συνεχίζει να φωλιάζει στα αρνητικά επιτόκια της αρνούμενη να εκτεθεί στο παραμικρό ρίσκο.

Αυτός είναι ένας κυρίαρχος κίνδυνος που αντιμετωπίζει τη δεδομένη στιγμή η Ελλάδα καθώς στην πιο κρίσιμη, ίσως, καμπή για την αναθέρμανση της οικονομίας της βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα νέο κραχ των αγορών, με την μαζική αποστροφή του ρίσκου από τα λιγοστά διαθέσιμα επενδυτικά κεφάλαια και μπροστά στον κίνδυνο να βρεθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα εκτεθειμένη σε «νεκρό χρόνο» μέχρι να αποσαφηνιστεί που πάει η κατάσταση στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετά το βρετανικό δημοψήφισμα. Βρίσκεται παράλληλα μέσα σε αυτό το ναρκοπέδιο χωρίς μια λύση για το χρέος και εκτός των μηχανισμών ποσοτικής χαλάρωσης.

Η πτώση στα Χρηματιστήρια και κυρίως η μεγάλη άνοδος των αποδόσεων στα ομόλογα τους ευρωπαϊκού Νότου δείχνουν πως είναι πολύ πιθανό να εισερχόμαστε σε μια περίοδο νέας αναταραχής που θα έχει βαρύ κόστος. Όσοι υποστηρίζουν πως η Ελλάδα είναι μια «προστατευμένη» χώρα επειδή είναι αποκλεισμένη από τις αγορές και στηρίζεται σε διακρατική χρηματοδότηση, ξεχνούν ότι παράλληλα είναι ένα κράτος στα όρια της αποτυχίας, με εξωτερικό χρέος που δεν αφήνει «σεντς» για εγχώρια χρηματοδότηση, με κατεστραμμένο τραπεζικό σύστημα, με ρημαγμένο παραγωγικό και κοινωνικό ιστό και με ασύλληπτα μεγάλη ανάγκη ιδιωτικών επενδύσεων.  Αυτό δεν είναι ένα πρόβλημα που λύνεται σε τέτοιες εξωτερικές συνθήκες.

Ο επόμενος μεγάλος κίνδυνος προέρχεται από αυτές καθ αυτές τις εξελίξεις οι οποίες θα δρομολογηθούν στην Ε.Ε μετά την απόφαση αποχώρησης της Μεγάλης Βρετανίας. Παρότι οι αποσχιστικές τάσεις και ο εθνολαϊσκιμός κλέβουν τις εντυπώσεις αυτή την περίοδο, η περαιτέρω ενοποίηση δείχνει να είναι κυρίαρχη επιλογή και κατά κάποιο τρόπο μονόδρομος για να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικότερα ο διεθνής οικονομικός ανταγωνισμός και η προσφυγική κρίση. Το ερώτημα είναι με ποιους όρους -ενωμένη ή διασπασμένη- θα οδεύσει η Ευρώπη στην περαιτέρω ενοποίηση της και ποια θα είναι η θέση της Ελλάδας μέσα στο νέο σκηνικό που θα διαμορφωθεί και το οποίο δεν αποκλείεται να στηθεί πάνω σε περισσότερες από μια ταχύτητες.