Σε όποιον παρευρέθηκε στα «βαφτίσια» στο Σεράφειο του νέου πολιτικού εγχειρήματος, που προέκυψε από την απόσχιση 11 ισότιμων στελεχών από τον ΣΥΡΙΖΑ (ως προς αυτό η «Νε-Αρί» διαφοροποιείται από τα αποτυχημένα προηγούμενα εξ αποσχίσεως κομματικά μορφώματα της Μεταπολίτευσης, που ήταν όλα προσωποπαγή και προσωποκεντρικά) δεν του έμειναν πολλές αμφιβολίες: Πρόκειται για κίνηση ανθρώπων σοβαρών, όχι εθελότυφλων και αναμφίβολα έντιμων.
Το ερώτημα είναι πόσο πραγματικά «νέα» είναι η κίνησή τους και πόσο κοντά βρίσκεται στο κέντρο βάρους της σημερινής -αρκετά δεξιόστροφης, όπως και στις περισσότερες πλέον χώρες της Ευρώπης- κοινωνικοπολιτικής πραγματικότητας της Ελλάδας…
Το κεντρικό μήνυμα και σύνθημα που πρόβαλε ο -αξιόλογος, ίσως όχι σε σπάνιο βαθμό χαρισματικός, αλλά οπωσδήποτε εξαιρετικά σοβαρός, ποιοτικός και συγκροτημένος- επικεφαλής της κίνησης Αλέξης Χαρίτσης ήταν ο «ηθικός πραγματισμός».
Πράγματι δε η δημόσια ζωή της χώρας χρειάζεται τόσο έναν πραγματισμό με ηθικό υπόστρωμα όσο και μια ηθική με πραγματιστικό/όχι αιθεροβάμονα προσανατολισμό. Το ζήτημα είναι σε ποιες βάσεις ο νεαρός ηγέτης και οι άλλοι τρεις ομιλητές στην εκδήλωση -Αχτσιόγλου, Ηλιόπουλος, Τσακαλώτος- προσπάθησαν να θεμελιώσουν και να εξειδικεύσουν το κεντρικό αυτό πολιτικό αίτημα.
Εντόπισα δύο βασικούς πυλώνες των παρεμβάσεών τους: Αφενός μεν τη -συνδεόμενη, όπως την εμφάνισαν, με τη δικαιοσύνη- ισότητα, αφετέρου δε την έμφαση στον φεμινισμό. (Με κάποιες αναφορές και στο οικολογικό αίτημα, το οποίο όμως, υπό συνθήκες υπερθέρμανσης του πλανήτη, αφορά όλες τις πολιτικές δυνάμεις και δεν μπορεί να διαφοροποιήσει ή να ταυτοδοτήσει διακριτά τον νεοπαγή -ή μάλλον ακόμη υπό διαμόρφωση- νέο κομματικό σχηματισμό).
Ως προς τον πρώτο πυλώνα: Δικαιοσύνη και ισότητα -με την έννοια της αναγωγής της ισότητας/ισοπέδωσης σε αξία και επιδίωξη- εκτιμώ πως δεν μπορούν να συνυπάρξουν. Η δίκαιη επιβράβευση της μείζονος προσπάθειας και των αξιοποιούμενων ξεχωριστών ικανοτήτων οδηγούν και πρέπει να οδηγούν στην ανισότητα.
Άλλο, λοιπόν, ισότητα και άλλο η ευκταία και αναγκαία διασφάλιση σε όλους ενός πλέγματος κοινωνικής και υγειονομικής ασφάλειας. Όπως, επίσης, άλλο ισότητα και άλλο η «νομοκατεστημένη ανισότητα», την οποία θεσμοθέτησε η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Αυτή πράγματι υπονομεύει την επιθυμητή και στο αστικό σύστημα αξιών, σχετική έστω, αφετηριακή ισότητα ευκαιριών, που είναι προορισμένη να διασφαλίζει κάποια κοινωνική κινητικότητα. (Με τον προσδιορισμό του εξωπραγματικού ορίου των 4.800.000 ευρώ, που καθόρισε η κυβέρνηση της ΝΔ ως πλήρως αφορολόγητο στις ενδοοικογενειακές μεταβιβάσεις περιουσιών, πώς και ο πιο εργασιομανής ή ικανός, πλην μη προνομιούχος, νέος θα μπορούσε να ανταγωνιστεί με κάποιον, τον οποίο η οικογένεια του τον «προικίζει» αφορολόγητα με ένα τέτοιο κεφάλαιο; Πώς θα υπάρχει, λοιπόν, κοινωνική κινητικότητα;)
Ως προς το δεύτερο δε ζήτημα, της αναγωγής του φεμινισμού σε κεντρικό πυλώνα της ρητορικής του νέου σχήματος, θα ήθελα να παρατηρήσω τα εξής: Ουδείς αμφισβητεί πως σε ενσυναίσθηση και συναισθηματική ευφυΐα οι γυναίκες υπερέχουν κατά πολύ των ανδρών. (Ασφαλώς και δεν είναι τυχαίο πως σε δύσκολες στιγμές, σε κάθε ηλικία μάλιστα, όλοι αναφωνούμε «μανούλα μου» και ουδείς ποτέ «πατέρα μου»).
Και όλοι ασφαλώς θέλουμε έναν κόσμο που να σέβεται τις μανάδες, τις συνεργάτιδες και τις ερωμένες μας. Μπορεί όμως να αναφέρεται ο φεμινισμός ως αίτημα -αίτημα ισότητας φαντάζομαι- σε μια χώρα με αρχηγό του κράτους γυναίκα, γυναίκες επικεφαλής κάποιων εκ των πλέον καθοριστικών για τη λειτουργία της πολιτείας υπουργείων -ή επικεφαλής άλλων, όπως του υπουργείου Οικογένειας, που δημιουργήθηκαν κυρίως για να προωθηθούν γυναίκες- και όπου, ίσως προς επανόρθωση παλαιότερων αδικιών, καμιά φορά το φύλο έχει μεγαλύτερη σημασία από την αξία για την προώθηση σε σημαντικά αξιώματα των εκπροσώπων του ωραίου φύλου;
Όπου ακόμη πολλά άτομα, η πλειονότης ίσως, σε κορυφαίες ακαδημαϊκές και πρυτανικές θέσεις είναι γυναίκες και όπου για να βρεις άνδρα σε υψηλή θέση της Δικαιοσύνης πρέπει να ψάξεις με μικροσκόπιο (αφού, ήδη στην αφετηριακή επιλογή, οι γυναίκες, μη υφιστάμενες την υποχρέωση της στράτευσης, έχουν δυνατότητα πολύ καλύτερης προετοιμασίας για τον εισαγωγικό διαγωνισμό);
Συγκεφαλαιώνοντας: Κάθε Αριστερά -οπωσδήποτε δε η Νέα Αριστερά, που δεν αποτελείται από καιροσκόπους ή πολιτικούς αγύρτες- έχει να εισκομίσει θετικά στη δημόσια ζωή του τόπου. Η απαλλαγή, όμως, από κάποια στερεότυπα θα βοηθούσε…
* Ο καθηγητής Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι συγγραφέας του έργου «Χωρίς Στέμμα, η Αβασίλευτη του Μεσοπολέμου», που κυκλοφορεί τις επόμενες ημέρες από τις εκδόσεις Πατάκη