Η κεκαυμένη Αριστερά

Η κεκαυμένη Αριστερά

Του Γιάννη Σιδέρη

Η θρηνητική κατάληξη 87 ανθρώπων, ο κοπετός των οικείων, τα αποκαΐδια των σπιτιών, δεν είναι πόνος που αφορά μόνο τους άμεσα πληγέντες. Ηρθαν ως συμπληρωματικά στο θρήνο για την καταστροφή της Μάνδρας, και άφησαν πληγωμένη την συλλογική συνείδηση, δημιουργώντας αίσθημα ανασφάλειας στην κοινωνία, για το κατά πόσο η παρούσα κυβέρνηση εγγυάται την ασφάλειά της.

Κατόρθωσαν μόνοι τους - σε πρώτη φάση - και κονιορτοποίησαν τα σύνορα που χώριζαν το μνημόνιο – αντιμνημόνιο. Στην συνέχεια διέσπασαν τα σύνορα μεταξύ λαού και πλουτοκρατίας. Η ήττα απέκτησε και την συμβολική της έκφραση, όταν ο Αλέκος Φλαμπουράρης ευχαρίστησε χθες τους «ταξικούς εχθρούς», το ίδρυμα Νιάρχος, τη Motor Oil και το ίδρυμα Λάτση για τις δωρεές που έκαναν. Πολύ καλώς έκανε, αλλά δεν εστιάζουμε σε αυτό. Στο - ένα ακόμα - σοκ που επήλθε στο στενό εκλογικό ακροατήριο, με την συμβολική ήττα που υπέστη. Ήττα γιατί ευχαρίστησε το μισητό κεφάλαιο αλλά και ήττα από την έμμεση παραδοχή ότι ο ιδιωτικός τομέας, οι δακτυλοδεικτούμενοι εχθροί του λαού, ήταν αναγκαίο να προσφέρουν προς το αφυδατωμένο κράτος.

Η κυβέρνηση κατόρθωσε κάτι επί πλέον: Ο νεποτισμός, ο κομματισμός, η αναξιοκρατία - αφού η αριστεία είναι ρετσινιά και η καριέρα χολέρα - έθεσαν εκ των πραγμάτων νέα αξιολογικά κριτήρια στο εκλογικό σώμα. Η σύγκριση πλέον γίνεται μεταξύ αυτών που μπορούν να «τρέξουν» το κράτος, άρα και την επιβίωση των πολιτών σε στιγμές κρίσης, και εκείνων που δοκιμάστηκαν και απέδειξαν ότι αδυνατούν.

(Να θυμίσουμε ότι ένας κρατικός οργανισμός δεν καταρρέει ξαφνικά. Στην αρχή κάθε πολιτικής αλλαγής, λειτουργεί με την όποια κεκτημένη ταχύτητα του είχαν προσδώσει οι προηγούμενοι. Σταδιακά φθίνει, δυσλειτουργεί, απισχνάζεται, και στην κρίσιμη ώρα αχρηστεύεται).

Η κυβερνητικοί νόμιζαν ότι σε ένα συγκεντρωτικό κράτος, χωρίς ανεξάρτητη διοίκηση των υπηρεσιών, και με τη διάχυτη ελλιπή θεσμική συνείδηση που τον διατρέχει, η διατήρηση της μάχιμης λειτουργίας του γινόταν αφ' εαυτής, χωρίς την επίβλεψη των πολιτικών προϊσταμένων. Αλλά πως να επιβλέψουν οι πολιτικοί προϊστάμενοι, όταν και η δική τους ανάδειξη έγινε μόνο με βάση την κομματική προσήλωση, την κομματική ή την παρείστικη γνωριμία, ή την ευστάθεια των εσωκομματικών ισορροπιών; (Όχι ότι δεν κινδυνεύουν βέβαια και οι επόμενο από αυτά!).

Η κυβέρνηση είχε υποστεί πολλαπλές πληγές, αλλά κάηκε στην τραγωδία του Ματιού. Ετελεύτησε ο πολιτικός της βίος. Απομένει ο θεσμικός. Θα το προσπαθήσει για κανα εξάμηνο, έστω και απέλπιδα. Νιώθει υποχρεωμένη, γιατί 70 χρόνια μετά τον εμφύλιο θεωρεί ότι στις μέρες της… πήραν τα όνειρα της αριστεράς εκδίκηση, και έχει την ψευδαίσθηση ότι κουβαλάει την συνέχειά της. Μόνο που την κουβαλάει όχι ως άξια εκπρόσωπος, αλλά ως «αχθοφόρος» της - για να θυμηθούμε τον Γεώργιο Παπανδρέου. (Ο επονομασθείς «Γέρος της Δημοκρατίας», αναφερόμενος στους «ελλιπείς» απογόνους μεγάλων πολιτικών ανδρών, οι οποίοι θεωρούσαν εαυτόν «καταδικασμένο» να ασχοληθούν με την πολιτική για να διαιωνίσουν την δόξαν των προγόνων, τους χαρακτήριζε «αχθοφόρους μεγάλων ονομάτων» - που να ήξερε τότε…).

Οσο και να πιστεύουν οι οπαδοί τους ότι μια «αριστερή» κυβέρνηση είναι καλύτερη από μία Δεξιά, υπάρχει ο μέσος ανασφαλής και πενόμενος πολίτης, που δεν έχει εκχωρήσει το μέλλον του ως υποθήκη σε καμία παράταξη. Γι αυτό άλλωστε και τους ψήφισε χωρίς ιδεολογικό προσανατολισμό, για να του αποδώσουν ένα μέλλον χωρίς… ΕΝΦΙΑ (στη συμβολικότητά της να εκληφθεί η φράση).

Ξόδεψαν πλέον σχεδόν το σύνολο του πολιτικού κεφαλαίου τους σε μικροπολιτική, αναλώθηκαν σε παλαιοκομματισμούς και δρέπουν τα επίχειρα: Απογοήτευση, απαξίωση, δυσανεξία. Η οργή που ξεσήκωσαν στα social media για το τελευταίο γεγονός της εκατόμβης, ήταν πρωτόφαντη.

Η κυβέρνηση δεν έχει χρόνο να αναρρώσει, καθώς όπως δείχνουν τα μαντάτα εξ Εσπερίας δεν θα κερδίσει και το θέμα των συντάξεων. Θα σέρνεται, θα παλεύει έως ότου έρθει το πλήρωμα του χρόνου να αποδημήσει. Μαζί της θα αποδημήσει και το ηθικό πλεόνασμα (όχι πλεονέκτημα) που είχε κληρονομήσει ως πολιτική Πρόσοδο από παλιά. Ηταν η πρόσοδος του ηρωικού αφηγήματος, το οποίο κατόρθωσε και κατέκαυσε ο ΣΥΡΙΖΑ.

Στο μέλλον κάποια άλλη αριστερά θα διεκδικήσει την εξουσία, αλλά ο πειστικός αντίλογος για χρόνια θα είναι: «την είδαμε με τον ΣΥΡΙΖΑ την αριστερά, να μας λείπει». Αυτό μόνο κατάφεραν!