Η παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα διέλυσε και τις τελευταίες αμφιβολίες που είχαν κάποιοι για τις καταλυτικές συνέπειες του διπλού εκλογικού αποτελέσματος στο πολιτικό σκηνικό της χώρας. Ο σκληρός δικομματισμός που σφράγισε - με μικρά διαλείμματα - μισό αιώνα μεταπολίτευσης έδωσε τη θέση του στον κεντροδεξιό μονοκομματισμό με την κεντροαριστερή αντιπολίτευση να ψάχνει τα πατήματά της ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ που καταρρέει με τους ρυθμούς της αντιμνημονιακής του ανόδου και το ΠΑΣΟΚ που δείχνει, μετά από πολύ καιρό, προοπτικές ουσιαστικής ανάκαμψης.
Η είσοδος ακροδεξιών και λαϊκιστικών κομμάτων στη Βουλή, από την πόρτα που τους άνοιξε η απλή αναλογική, δείχνει ότι η νέα κοινοβουλευτική περίοδος, παρά την αυτοδυναμία της ΝΔ, μόνον ανέφελη δε θα είναι.
Η συμβουλή που έδωσε στον πρώην, πλέον, πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ το μαξιλάρι του ήταν λογική και αναμενόμενη. Η συνέχιση της παραμονής στην ηγεσία του κόμματος εν όψει ενός συνεδρίου ξεκαθαρίσματος λογαριασμών και εν αναμονή της επόμενης ήττας των περιφερειακών εκλογών δε θα χρησίμευε ούτε στην υστεροφημία του ούτε και σε μια τυχόν επαναδραστηριοποίησή του εφόσον οι συνθήκες το «επιβάλλουν».
Άλλωστε, στο αποχαιρετιστήριο μήνυμά του, μαζί με τη δήλωση της δημιουργίας χώρου για να περάσει «το νέο κύμα του ΣΥΡΙΖΑ», υπάρχει και η διαβεβαίωση της μελλοντικής συμπόρευσης στους αγώνες. Η μετά τον Τσίπρα πορεία του ΣΥΡΙΖΑ είναι μάλλον προδιαγεγραμμένη αν κρίνει κανείς από τη νέα κοινοβουλευτική του ομάδα καθώς και από τα πρόσωπα που προαλείφονται ως διεκδικητές της ηγεσίας του.
Η κατά 50% αύξηση της εκλογικής και κοινοβουλευτικής δύναμης του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ σε συνδυασμό με την άτακτη υποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ, δημιουργούν δυναμική ουσιαστικής αντιστροφής των ρόλων στην αντιπολίτευση. Η χώρα δε χρειάζεται ούτε έναν νέο ΣΥΡΙΖΑ στη θέση του ΣΥΡΙΖΑ ούτε και ανανέωση στα σενάρια της «προοδευτικής συνεργασίας» που θα αναπτερώσει τις ελπίδες ορισμένων για μια «δεύτερη φορά Αριστερά». Η χώρα έχει ανάγκη από τη συγκρότηση ενός πόλου φιλελεύθερων και μεταρρυθμιστικών αριστερών, σοσιαλδημοκρατικών και κεντρώων δυνάμεων που θα ασκήσει υπεύθυνη και αξιόπιστη προγραμματική αντιπολίτευση παρουσιάζοντας το δικό της εναλλακτικό σχέδιο εξουσίας.
Η εισβολή των Χρυσαυγιτών - Σπαρτιατών στη Βουλή έρχεται να υπογραμμίσει με τον πιο δραματικό δυστυχώς τρόπο ότι η σύγκρουση με τον νεοναζισμό δεν μπορεί να εξαντλείται σε νομοθετικές ρυθμίσεις, αποκλεισμούς και αφορισμούς. Είναι θέμα παιδείας και σεβασμού των θεσμών της δημοκρατίας. Πρόκειται για μια μετωπική σύγκρουση που αφορά και περιλαμβάνει όλο το δημοκρατικό φάσμα των πολιτικών δυνάμεων. Όπως αποδείχτηκε και στις πρόσφατες εκλογές, οι κάθε λογής εκπτώσεις αξιών για λόγους πολιτικών σκοπιμοτήτων μπορεί να έχουν τραγικές συνέπειες για τη δημοκρατία.
Το σκηνικό των προγραμματικών δηλώσεων της επόμενης εβδομάδας δε θα θυμίζει σε τίποτα το σκηνικό της προηγούμενης τετραετίας. Αποδείχτηκε ότι το τέχνασμα της απλής αναλογικής που ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ για να ξανακερδίσει την εξουσία, χωρίς τον Καμμένο αυτή τη φορά, δε στράφηκε μόνον εναντίον του. Ένα μεγάλο μέρος των εδράνων που κατείχαν οι βουλευτές του καταλαμβάνουν τώρα εκπρόσωποι δυνάμεων-φορέων νεοναζιστικών, σκοταδιστικών και επικίνδυνων για τη δημοκρατία λαϊκιστικών αντιλήψεων. Είναι ίσως η χειρότερη κληρονομιά που αφήνει ο παραιτηθείς Αλέξης Τσίπρας στο νέο πολιτικό σκηνικό της χώρας.