Η ρευστότητα κυριαρχεί στο πολιτικό σύστημα

Η ρευστότητα κυριαρχεί στο πολιτικό σύστημα

Τρεις περίπου μήνες από τις Ευρωεκλογές, η πολιτική ρευστότητα παραμένει το βασικό χαρακτηριστικό του πολιτικού συστήματος. Δεν φαίνεται δε να ξεπερνιέται εύκολα και σε μικρό χρονικό διάστημα. Πολλά ωστόσο θα φανούν ως προς τη διαμόρφωση των πολιτικών συσχετισμών μέχρι τα τέλη του έτους, με τις πολιτικές εξελίξεις να είναι πυκνές. Είναι ίσως η πρώτη φορά που Ευρωεκλογές στη Μεταπολίτευση δημιούργησαν ένα νέο τοπίο και νέους πολιτικούς συσχετισμούς.

Οι πολίτες έστειλαν με την ψήφο τους και την αποχή τους μήνυμα δυσαρέσκειας πρωταρχικά προς την Κυβέρνηση, αλλά και προς τα άλλα δύο κόμματα που έχουν κυβερνήσει τη χώρα. Προς την Κυβέρνηση, μετά από μια χρονιά μάλλον άσχημη της δεύτερης κυβερνητικής θητείας, οι πολίτες – κεντρώοι και δεξιοί- είπαν «Ανασκουμπωθείτε. Θέλουμε αποτελέσματα στην ακρίβεια, στα θέματα καθημερινότητας, στην κατάσταση του Ε.Σ.Υ κ.ά». Προς τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ διαμήνυσαν ότι δεν αρκεί η αμφισβήτηση της Κυβέρνησης, οι αντιπολιτευτικές κορώνες, αλλά ότι κάτι πρέπει να κάνουν κι αυτά για να πείσουν, για να εμπνεύσουν.

Σχεδόν τρεις μήνες μετά φαίνεται ότι και τα τρία κόμματα δυσκολεύονται. Η κυβέρνηση δεν έχει βρει τον βηματισμό της, δείχνει να έχει μειωμένα αντανακλαστικά και συχνά προβληματική ανάγνωση της πραγματικότητας. Η «ομάδα» δείχνει ασυντόνιστη, δυνάμεις της δεν έχουν αυτοπεποίθηση, λίγοι Υπουργοί δημιουργούν κλίμα ότι αν μη τι άλλο προσπαθούν, ενώ και επικοινωνιακά γίνονται λάθος χειρισμοί. Λίγα κυβερνητικά και κομματικά στελέχη δείχνουν να δίνουν μάχη.

Σίγουρα η Κυβέρνηση βρίσκεται σε κομβικό σημείο και η αίσθηση ότι δεν υπάρχει αντιπολίτευση μάλλον της κάνει κακό συν ότι η κοινωνία έδειξε ότι δίνει τις δικές της απαντήσεις αν αποφασίσει ότι κάτι «δεν της κάνει». Και αν δεν υπάρχει αντιπολίτευση, κάνει η ίδια αντιπολίτευση.

Η Ν.Δ προηγείται μακράν των επόμενων δύο κομμάτων, αλλά αυτό δεν αρκεί. Ο Κ. Μητσοτάκης απέχει ακόμα περισσότερο στην καταλληλότητα για τον Πρωθυπουργό από τους Προέδρους του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ και αυτό θα παίξει ρόλο την κρίσιμη ώρα, αλλά εμφανίζει σημεία φθοράς. Η κοινωνία έδειξε στις Ευρωεκλογές ότι και δεν είναι ικανοποιημένη από το κυβερνητικό έργο, αλλά και ότι παρουσιάζει σημάδια κόπωσης, ότι μειώνονται τα αποθέματα ανοχής.

Η Κυβέρνηση πρέπει να εμφανίσει συνολικό αφήγημα, να δείξει απτά αποτελέσματα στους κρίσιμους τομείς, να αφομοιώσει ότι κάποιοι λόγοι των τριών θριαμβευτικών νικών σε Βουλευτικές εκλογές δεν υπάρχουν. Να επιχειρήσει ένα restart στηριγμένο στους άξονες της πολιτικής άποψης και αντίληψης με την οποία ο Κ. Μητσοτάκης είχε επτά εκλογικές μεγάλες νίκες μέσα σε πέντε χρόνια και όχι με συμβιβασμούς ήττας με ξεπερασμένες απόψεις που νερώνουν, θολώνουν αυτό που εξέφρασε.

Οι εκλογές είναι βέβαια το πολύ σε 34 μήνες, αλλά πολλά θα κριθούν από τους πολιτικούς συσχετισμούς που θα διαμορφωθούν στους επόμενους μήνες. Και αυτό συνδέεται όχι με τυχόν διακηρύξεις, αλλά από τα αποτελέσματα και από τις μεταρρυθμίσεις που θα πρέπει να κάνει, όπως και από τον συντονισμένο πόλεμο φθοράς πολιτικών και οικονομικών κέντρων που θέλουν να κοντύνουν τον Κ. Μητσοτάκη, πόλεμο που δέχεται και εσωτερικά. Κάποιοι θυμήθηκαν τώρα να ανησυχούν για τα κεντρώα και κεντροαριστερά ανοίγματα του Κ. Μητσοτάκη και όχι όταν έπαιρνε 40% ή 42% λόγω ακριβώς αυτών των ανοιγμάτων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε μια διαρκή περιδίνηση. Αυτό που κατάφερε στο διάστημα Φεβρουάριος – Μάιος, να ακολουθεί μια διαρκώς ανοδική δημοσκοπική πορεία ενώ είχε βρεθεί στα τάρταρα, φαίνεται να έχει εξανεμιστεί. Προσπαθεί να κάνει κάποια αντιπολίτευση αλλά σε κάθε περίπτωση είναι αποσπασματική και χάνεται μέσα στη συζήτηση για την ΑΥΓΗ, τον βόθρο ή την πισίνα, τις ατάκες του Π. Πολάκη και του νέου ευρωβουλευτού κ. Παππά. Είναι φανερό, ότι κάπου «έχει χαθεί η μπάλα» και ότι δεν αναφερόμαστε μόνο σε πολιτικές και ιδεολογικές διαφορές, αλλά και σε μία έξαρση του συνδρόμου «Κάιν εναντίον Άβελ».

Κάποιοι απλά δεν φαίνεται να θέλουν ή και να μπορούν να συμβιώσουν και δεν θα φαινόταν περίεργο αν κάτι δεν αλλάξει, η πορεία προς το Συνέδριο 4-6/10 να είναι πορεία αποχωρήσεων ή και διάσπασης. Αυτό που εμφανώς λείπει είναι μια στρατηγική υπέρβασης μιας ίσως θανατηφόρας κρίσης με τον Σ. Κασσελάκη να φαίνεται να θέλει να καθαρίσει το τοπίο προχωρώντας όμως «άγαρμπα», τους 87 να επικαλούνται θέματα για τα οποία δεν πείθουν και να μην τολμούν να ζητήσουν οι ίδιοι εκλογές και να ζούμε το καταπληκτικό φαινόμενο ο Πολακισμός να αναβαθμίζεται ως κρίσιμος πόλος για τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ.

Ο Λ. Κύρκος έλεγε «Στην Πολιτική το μοναδικό στάδιο που δεν έχει επιστροφή είναι αυτό της γελοιοποίησης» και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν απέχει πολύ από αυτό, εκπέμποντας μια έκπτωση αξιών, ήθους. Πληρώνοντας ότι εξέθρεψε για χρόνια (εχθροπάθεια, άκρατο λαϊκισμό, τρολς) για να πλήττει τους πολιτικούς αντιπάλους και τώρα έχουν θεριέψει σε ένα εμφύλιο αλληλοφάγωμα δίχως τέλος.

Όλα αυτά φαίνεται να δημιουργούν ένα ευνοϊκό έδαφος για το ΠΑΣΟΚ, να δημιουργούν μια νέα ευκαιρία. Είναι η τρίτη και φαρμακερή τα τελευταία τρία χρόνια. Η πρώτη ήταν όταν μετά την εκλογή του Ν. Ανδρουλάκη το ΠΑΣΟΚ εμφανιζόταν μεσοσταθμικά στις δημοσκοπήσεις με ένα 16.5% και τελικά αντί να ανέβει κι άλλο, πήρε στις Βουλευτικές ένα 12%.

Η δεύτερη ήταν όταν η Ν.Δ έχανε στις Ευρωεκλογές 1 εκατ. ψηφοφόρους στις Ευρωεκλογές και ο ΣΥΡΙΖΑ επιπλέον 350.000 με το ΠΑΣΟΚ να χάνει κι αυτό 110.000 ψηφοφόρους! Μέσα σε δύο χρόνια Ν.Δ και ΣΥΡΙΖΑ έχασαν συνολικά πάνω από 2 εκατ. ψηφοφόρους και το ΠΑΣΟΚ έδειχνε με μια αποτυχημένη αντιπολιτευτική τακτική να εισπράξει υπολογίσιμες δυνάμεις και να ανέβει σημαντικά. Τώρα περισσότεροι πολίτες φαίνεται να ενδιαφέρονται για τις διεργασίες σ΄ αυτό, για το ποιος θα εκλεγεί νέος Πρόεδρος στις εκλογές της 6/10 και 13/10.

Ας σημειωθεί ότι η διαδικασία προχωρά μέχρι τώρα ήρεμα, θεσμικά, με κατάθεση έστω μη ολοκληρωμένα ή δειλά των διαφορετικών πλατφορμών των υποψηφίων και φαίνεται να λειτουργεί θετικά, ενώ όσοι είχαν τολμήσει να κάνουν κριτική στο εκλογικό αποτέλεσμα και ζήτησαν εκλογές, τις πρώτες μέρες καταγγέλθηκαν σχεδόν για συνωμοσία.

Ωστόσο, πολλά θα κριθούν από τη φυσιογνωμία, τις προτάσεις, το πολιτικο-ιδεολογικό στίγμα, τα ανοίγματα που θα γίνουν και εν τέλει το πρόσωπο που θα εκλεγεί. Πολλά θα κριθούν προς ποια κατεύθυνση θα πορευτούν. Με ποιες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις θα προχωρήσουν και ποιες θα αφήσουν; Θα εμφανιστεί ένα «νέο ΠΑΣΟΚ» με ορμή και συμβολή σε λύση διακυβέρνησης της χώρας ή θα έχουμε μια μικρή δημοσκοπική άνοιξη και μετά, άντε πάλι από την αρχή με το ΠΑΣΟΚ να εκπέμπει θολό μήνυμα αφού θα μετεωρίζεται ανάμεσα στις δύο ψυχές του; Αυτό κρίνεται για το ΠΑΣΟΚ στις σαράντα μέρες μέχρι τις εκλογές, αυτό θα κριθεί και στο διάστημα που θα ακολουθήσει.

Το σύνολο αυτών των διεργασιών προσδίδουν στοιχεία κρισιμότητας όσο ποτέ άλλοτε μετά το 2019 για τη διαμόρφωση των πολιτικών συσχετισμών. Οι προκλήσεις ειδικά για τα τρία συστημικά κόμματα είναι μεγάλες. Ας μη ξεχνάμε δε ότι κενά δεν θα υπάρχουν, ότι και αν γίνει. Μπορεί να αναζητηθούν λύσεις προς τα δεξιά και ακροδεξιά, μπορεί να αναζητηθούν λύσεις σαν κι αυτές που είδαμε στη γειτονική Ιταλία με διάφορες μορφές τα τελευταία είκοσι χρόνια. Αυτό αυξάνει και την ευθύνη των κομμάτων.

Ο κίνδυνος απαξίωσης της Πολιτικής είναι ορατός και αυτό αφορά όλες τις πολιτικές δυνάμεις, τουλάχιστον αυτές που έχουν στοιχειώδη λογική και ορθολογισμό, που σκέφτονται έστω λίγο την πορεία της χώρας και δεν διαγκωνίζονται σε ισοπέδωση και λαικισμό. Όλα αυτά ενώ οι γεωστρατηγικές αλλαγές, οι πόλεμοι που είναι σε εξέλιξη, τυχόν εκλογή Τραμπ με ό,τι θα σημαίνει, οι οικονομικές βόμβες που υπάρχουν στην Ε.Ε μπορούν να δημιουργούν νέα δεδομένα, να ευνοούν δυνάμεις που αυτή τη στιγμή δύσκολα μπορούμε να προδιαγράψουμε.

 

*Ο Ζαχαρίας Ζούπης είναι διευθυντής ερευνών της Opinion Poll - Πολιτικός Αναλυτής