Οι αλλεπάλληλες δημοσκοπήσεις, που βλέπουν το φως της δημοσιότητας τις τελευταίες δύο εβδομάδες, πιστοποιούν ως «φωτογραφία της στιγμής» μια ριζική αναδιάταξη των δυνάμεων στον πολιτικό χάρτη. Κύρια χαρακτηριστικά, οι απώλειες για όλα τα «συστημικά» κόμματα, η διατήρηση της πρώτης θέσης και με διψήφια διαφορά από τον δεύτερο, της Νέας Δημοκρατίας και η ενίσχυση, πέραν κάθε προηγουμένου, κομμάτων, όπως η Πλεύση Ελευθερίας.
Μπορεί η κυβέρνηση να διανύει την πιο δύσκολη περίοδο της εξαετούς θητείας της, ωστόσο οι δημοσκοπήσεις εξακολουθούν να την καταγράφουν ως την πολιτική δύναμη υπεροχής έναντι των κομμάτων, που όλο το τελευταίο διάστημα ζητούν εκλογές και διεκδικούν την εξουσία, όπως το ΠΑΣΟΚ. Ανάλογη είναι και η εικόνα σε επίπεδο προσώπων, καθώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αν και με απώλειες, δεν φαίνεται αυτή την ώρα να έχει αντίπαλο, πλην του «κανένα», καθώς ο Νίκος Ανδρουλάκης παραμένει σε ιδιαίτερα χαμηλά ποσοστά στην καταλληλότητα της πρωθυπουργίας.
Η δημοσκόπηση της Pulse αποτύπωσε ένα προβάδισμα της τάξεως των 13,5 ποσοστιαίων μονάδων στην εκτίμηση ψήφου της Νέας Δημοκρατίας –με ποσοστό 27,5%, δείχνοντας στη δεύτερη θέση να «ισοβαθμούν» ΠΑΣΟΚ και Πλεύση Ελευθερίας με 14%. Σε άλλες δημοσκοπήσεις, το κόμμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου βρίσκεται ξεκάθαρα στη δεύτερη θέση, κάνοντας ένα άλμα ακόμη και 11 ποσοστιαίων μονάδων μέσα σε ένα χρόνο, με το ΠΑΣΟΚ να κατατάσσεται τρίτο.
Αξιόλογο χαρακτηριστικό όλων των δημοσκοπήσεων το υψηλό ποσοστό που συγκεντρώνει η γκρίζα ζώνη, που φαίνεται σε κάποιες περιπτώσεις να ξεπερνά και το 20%, όπως και ο χαμηλός βαθμός βεβαιότητας της ψήφου, που αποτυπώνεται. Και μπορεί η τραγωδία των Τεμπών να καταγράφεται ως το πρώτο θέμα έντονου προβληματισμού για τους πολίτες, στη συγκεκριμένη ομάδα ψηφοφόρων, όμως, που η Pulse αποτυπώνει στο 16%, τα σημαντικότερα θέματα αναδεικνύονται η ακρίβεια με 95% και η Υγεία με 92% και η οικονομία με 89%, θέματα που γενικά αξιολογούνται από το σύνολο των πολιτών ως τα σημαντικότερα ελλείμματα αυτή την στιγμή.
Αυτά τα δεδομένα βρίσκονται στο μικροσκόπιο του κυβερνητικού επιτελείου που «διαβάζει» πίσω από τους αριθμούς δύο τάσεις του εκλογικού σώματος. Πρώτον, ότι η κυβέρνηση παρά τις δυσκολίες και τις απώλειες διατηρεί την υπεροχή της έναντι της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δεύτερον ότι παρά το κυβερνητικό έργο, που όπως λένε έχει παραχθεί, οι πολίτες δεν έχουν αισθανθεί βελτίωση στην καθημερινότητά τους. Αυτά τα δύο συμπεράσματα έγκειται κυρίως στον μεγάλο όγκο των αναποφάσιστων –ένα μεγάλο μέρος των οποίων προέρχεται από τους ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας- όπως και στα ποιοτικά ευρήματα των δημοσκοπήσεων, όπου οι ερωτηθέντες εξακολουθούν να μην βάζουν θετικό πρόσημο σε κρίσιμους τομείς, όπου έχει δοθεί βάρος, όπως η ακρίβεια και η υγεία.
«Πρέπει να σκύψουμε το κεφάλι, να δουλέψουμε πολύ σκληρά, έχουμε μπροστά μας δύο χρόνια, ούτως ώστε να πείσουμε πολίτες οι οποίοι μας ψήφισαν και μας ξαναψήφισαν, ότι αυτά τα οποία τους είχαμε πει το ’23 τα κάναμε πράξη το ’27» ήταν το σχόλιο του κυβερνητικού εκπροσώπου.
Η κυβέρνηση προτεραιοποιεί την αύξηση των εισοδημάτων –μέσω μείωσης φόρων- την περεταίρω πτώση της ανεργίας, τις αλλαγές στο κράτος και τη διόρθωση παθογενειών –προτάσσοντας για παράδειγμα την ανασυγκρότηση των σιδηροδρόμων και την αξιολόγηση στο δημόσιο- την επίλυση προβλημάτων, όπως το στεγαστικό, η ορατή βελτίωση της υγείας και τα βήματα στην παιδεία, ως βασικές δεσμεύσεις, πάνω στις οποίες θα κριθεί στο τέλος της τετραετίας. Με την τραγωδία των Τεμπών να έχει «κοστίσει» στην κυβερνητική αξιοπιστία, κινήσεις όπως το αίτημα Τριαντόπουλου και η έναρξη της συζήτησης για την αναθεώρηση του άρθρου 86 του Συντάγματος περί ευθύνης υπουργών, αναδεικνύονται επίσης σε ζητήματα «πρώτης γραμμής» για το κυβερνητικό επιτελείο.
Η πρωτοφανής ενίσχυση των ποσοστών της Ζωής Κωνσταντοπούλου, επισημαίνουν από το Μέγαρο Μαξίμου, θα έπρεπε να προβληματίζει πρωτίστως το ΠΑΣΟΚ, την ώρα που διακινδυνεύει να χάσει τη δεύτερη θέση σε μόνιμη βάση. Για την κυβέρνηση, το συγκεκριμένο εύρημα των δημοσκοπήσεων ενισχύει το επιχείρημα της ανάγκης διασφάλισης της σταθερότητας, όταν είναι σαφές ότι η επόμενη ημέρα μιας εκλογικής αναμέτρησης –αν η κάλπη επιβεβαίωνε τις δημοσκοπήσεις- δεν θα οδηγούσε εύκολα στο σχηματισμό ισχυρής κυβέρνησης.
Ο τρόπος αντίδρασης της κυβέρνησης σε αυτή τη δύσκολη για εκείνη συγκυρία, αλλά και το τοπίο που θα διαμορφωθεί σε επίπεδο πολιτικού κλίματος τους επόμενους έξι μήνες και με ορόσημο τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, θα κρίνουν εν πολλοίς το πλαίσιο των κυβερνητικών αποφάσεων.