Κυρώσεις σε 2.600 Ρώσους ολιγάρχες και επιχειρηματίες εξετάζουν οι διωκτικές αρχές που συνεργάζονται στο πλαίσιο της υλοποίησης των αποφάσεων που ελήφθησαν από ΗΠΑ, ΕΕ και Μεγάλη Βρετανία ενώ την ίδια στιγμή ενεργοποιείται και η πρόβλεψη που υπάρχει από τη σύσταση της Task Force Kleptocapture για την παροχή αμοιβής σε όσους δώσουν στοιχεία και συγκεκριμένες πληροφορίες αναφορικά με τη δράση προσώπων που συνδέονται με το καθεστώς Πούτιν και τη δραστηριότητα που αναπτύσσουν τόσο στη Ρωσία όσο και εκτός αυτής. Ισχυρές πιέσεις προς τις χώρες που δείχνουν… αναβλητικότητα.
Το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης, που συνέστησε την Task Force μετά την εντολή του Τζο Μπάιντεν εμφανίζεται, σύμφωνα με πληροφορίες, να διαπιστώνει μια ολιγωρία από την πλευρά χωρών που μετέχουν στη διαδικασία επιβολής κυρώσεων προς Ρώσους ολιγάρχες, εταιρείες και Τράπεζες καθώς και ότι χάνεται πολύτιμος χρόνος που δίνει το δικαίωμα σε πολλούς εξ αυτών να μετακινούν περιουσιακά στοιχεία να μειώνουν ποσοστά και να τα μεταφέρουν σε συγγενικά πρόσωπα ή εταιρείες κελύφη προκειμένου να χαθούν τα ίχνη τους.
Στο πλαίσιο αυτό ενεργοποιούνται σε συμφωνία και με το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών δύο βασικοί παράγοντες. Αφενός η κήρυξη των πόρων των ολιγαρχών ως προϊόντα που προέρχονται από κυβερνητική διαφθορά, εξ αιτίας των σχέσεων με το καθεστώς που διοικεί τη Ρωσία αλλά και του τρόπου απόκτησης εταιρειών μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης τόσο κατά την περίοδο της ηγεσίας Γέλτσιν όσο και της μετέπειτα ηγεσίας της σημερινής δηλαδή υπό τις οδηγίες του Βλαντιμίρ Πούτιν.
«Υποστηρίζουν τον Πούτιν, κλέβουν από τον ρωσικό λαό και επιδιώκουν να κρύψουν τα χρήματά τους στις χώρες μας» δήλωνε τον Μάρτιο ο πρόεδρος των ΗΠΑ προσθέτοντας πως «Είναι μέρος αυτής της κλεπτοκρατίας που υπάρχει στη Μόσχα και πρέπει να συμμεριστούν τον πόνο αυτών των κυρώσεων». Δήλωση που ουσιαστικά έδινε το στίγμα της τακτικής που θα ακολουθηθεί και η οποία σημειωτέον επιτρέπει την ενεργοποίηση νόμων των αμερικανικών αρχών που εφαρμόζονται σε αυτές τις περιπτώσεις έναντι τρίτων χώρων.
Ουσιαστικά χαρακτηρίζοντας τις περιουσίες των Ρώσων Ολιγαρχών και μεγαλοεπιχειρηματιών ως προϊόν που έχει προκύψει από την κρατική διαφθορά αποκτά τη δυνατότητα εφαρμογής του νόμου Kleptocracy Asset Recovery Rewards Act.
Ενός νόμου που έχει και μια άλλη παράμετρο. Επιτρέπει στις αρμόδιες αμερικανικές αρχές να δίνουν αμοιβές και να καλύπτουν πλήρως όλους όσοι δώσουν στοιχεία και πληροφορίες που θα οδηγήσουν στην αποκάλυψη είτε περιουσιακών στοιχείων είτε στις σχέσεις Ρώσων ολιγαρχών και μεγαλοεπιχειρηματιών με το καθεστώς Πούτιν.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στις έρευνες που διεξάγονται εξετάζονται και οι τρόποι απόκτησης των περιουσιών των περισσοτέρων εκ των Ρώσων δισεκατομμυριούχων και πολυεκατομμυριούχων. Στο πλαίσιο αυτό δε επιχειρείται και μια αύξηση αριθμητική της task force που έχει συσταθεί και λειτουργεί υπό τον εισαγγελέα Άντριου Άνταμς εδρεύοντας στο υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ και αποτελούμενης από εκπροσώπους όλων των αρμοδίων αμερικανικών αρχών.
Η ένταξη σε αυτή και των κλιμακιών, των παρατηρητών των αμερικανικών αρχών ανά τον κόσμο ανοίγει και το δρόμο για μια πιο επισταμένη αλλά και ταχύτερη έρευνα. Μάλιστα έχει ζητηθεί και από την ευρωπαϊκή task force freeze and seize να ενεργοποιηθεί και στις τελευταίες επαφές που έγινε τονίστηκε η ανάγκη να απεγκλωβιστεί από τις αργές διαδικασίες που ακολουθεί η Κομισιόν εξ αιτίας και της αδυναμία να έχει άμεσες εγκρίσεις ως προς το στάδιο των κυρώσεων.
Πληροφορίες αναφέρουν πως και κορυφαία στελέχη της αμερικανικής διοίκησης, υπουργοί και υφυπουργοί στις κατ ιδίαν συναντήσεις με εκπροσώπους των κυβερνήσεων των χωρών μελών της ΕΕ ζητούν ενημέρωση αναφορικά με τους τρόπους που προωθούν τις κυρώσεις αλλά και τις έρευνες για ολιγάρχες και μεγαλοεπιχειρηματίες που συνδέονται με το Κρεμλίνο και την ομάδα που κινείται γύρω από τον Πούτιν.
Σε αυτή τη φάση η προώθηση κυρώσεων κατά 2600 αξιωματούχων και επιχειρηματιών μεταξύ των οποίων και Λευκορώσοι καθώς και οντοτήτων και οργανισμών των δύο χωρών είναι στο τραπέζι με τα ονόματα να εξετάζονται ενδελεχώς. Δεν αποκλείεται η σχετική λίστα να σταλεί και στην ΕΕ για ενημέρωση ή και για προσθήκη ονομάτων με την επισήμανση πως οι ΗΠΑ προτίθενται να προσφέρουν και αμοιβές σε όσους συμβάλλουν στην προσπάθεια αυτή.