Μένουμε Ευρώπη!
shutterstock
shutterstock

Μένουμε Ευρώπη!

Τον Ιούνιο του 2016, η Μεγάλη Βρετανία αποφάσισε, μετά από δημοψήφισμα, να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ήταν η πρώτη και μοναδική μέχρι στιγμής περίπτωση κράτους-μέλους που επέλεξε τον δρόμο της εξόδου, ενώ η συνηθισμένη κατάσταση είναι υποψήφιες χώρες να συσσωρεύονται στον ενταξιακό προθάλαμο της ΕΕ.

Όπως είναι λογικό, η συζήτηση που προηγήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο επεκτάθηκε και σε άλλα κράτη, με το ενδεχόμενο FREXIT να εμφανίζεται στο δημόσιο διάλογο στη Γαλλία, τον σχηματισμό του κόμματος ITALEXIT στην Ιταλία, ενώ και στην Ελλάδα, τη διάρκεια της δύσκολης περιόδου δημοσιονομικής προσαρμογής, υπήρξε μερίδα του πολιτικού φάσματος που επιχειρηματολογούσε υπέρ μιας τέτοιας προοπτικής.

Πιο πρόσφατα, το εκλογικό αποτέλεσμα στην Ολλανδία ανέδειξε ως πρώτη δύναμη το Κόμμα για την Ελευθερία, ο πολιτικός ηγέτης του οποίου, Γκερτ Βίλντερς, έχει προτείνει στο παρελθόν τη διεξαγωγή νομικά δεσμευτικού δημοψηφίσματος για την έξοδο της Ολλανδίας από την ΕΕ.

Σε ποιο βαθμό το κλίμα δυσαρέσκειας με την ΕΕ και η διάθεση φυγής που χαρακτήριζε μέρος της Ευρωπαϊκής κοινής γνώμης το 2016 εξακολουθεί να υφίσταται και σήμερα, παραμονές των εκλογών για την ανάδειξη των μελών του νέου Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου;

Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει το Ηνωμένο Βασίλειο στη μετά-Brexit εποχή και οι διαδοχικές κρίσεις που έχει διαχειριστεί -με διαφορετικό βαθμό επιτυχίας- η ΕΕ έχουν αντιστρέψει την κατάσταση; Σε ποια κράτη-μέλη υπάρχει σεβαστό μερίδιο πολιτών που εξακολουθεί να είναι θετικά διακείμενο στην προοπτική αποχώρησης; 

Το παραπάνω γράφημα παρουσιάζει το ποσοστό της κοινής γνώμης στα κράτη-μέλη που θεωρεί ότι η παραμονή της εκάστοτε χώρας στην ΕΕ είναι επωφελής, συγκρίνοντας το 2016 με το 2023. Πιο συγκεκριμένα, παρατηρείται μια αύξηση περίπου δέκα ποσοστιαίων μονάδων στο μέσο όρο του συνόλου των πολιτών της ΕΕ που εκτιμούν ότι το μέλλον της χώρας τους είναι καλύτερο εντός της ΕΕ παρά εκτός.

Το γεγονός αυτό δείχνει μια αυξανόμενη εμπιστοσύνη στην ΕΕ, μετά από τη μεγαλύτερη σύγχρονη υγειονομική κρίση που είχες τεράστιες οικονομικές συνέπειες και έναν πόλεμο στη γειτονιά μας που οδήγησε σε σοβαρή ενεργειακή κρίση και ευρύτατη γεωπολιτική αστάθεια.

Είναι δείγμα ενθαρρυντικό αλλά και ταυτόχρονα δηλωτικό της μεγάλης ανησυχίας της ευρύτερης Ευρωπαϊκής κοινής γνώμης σχετικά με τη δυνατότητα διαχείρισης μείζονων προκλήσεων από τα μεμονωμένα κράτη. Με άλλα λόγια, οι κρίσεις όχι μόνο συσπειρώνουν την ΕΕ αλλά και πείθουν τους πολίτες για τα οφέλη της συλλογικής αντιμετώπισής τους.

Η χώρα με τη μεγαλύτερη αύξηση της θετικής εικόνας για την ΕΕ μεταξύ 2016 και 2023 είναι η Πορτογαλία ενώ βελτίωση παρουσιάζεται και στην Ισπανία και την Κύπρο, δείχνοντας μια μερική επούλωση των πληγών της δύσκολης μνημονιακής εποχής. Την ίδια στιγμή, οι Σκανδιναβικές χώρες και οι χώρες της Βαλτικής (Δανία, Σουηδία, Φινλανδία, Λιθουανία) εξακολουθούν να καταγράφουν υψηλά ποσοστά πολιτών ικανοποιημένων από την παρουσία της χώρας τους στην ΕΕ, όπως και η Ολλανδία, παρόλη την πρόσφατη επικράτηση Βίλντερς.

Στον αντίποδα, τα υψηλότερα αρνητικά συναισθήματα εντοπίζονται σε χώρες όπως η Πολωνία, η Σλοβενία, η Κροατία, η Βουλγαρία και -πιο σημαντικό πολιτικά- στην Ιταλία.

Είναι εξίσου ανησυχητικό το γεγονός ότι σε χώρες φίλα προσκείμενες στην προοπτική της περαιτέρω ενοποίησης, τα ποσοστά θετικής άποψης για ενδεχόμενη έξοδο το 2023 είναι υψηλότερα σε σχέση με το 2016. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο, αλλά και η Γαλλία! Πρόκειται για ευρήματα που αντικατοπτρίζονται στις υπάρχουσες δημοσκοπικές προβλέψεις για τις επερχόμενες Ευρωεκλογές και δημιουργούν ερωτηματικά για τα βαθύτερα αίτια και την πολιτική κατεύθυνση των χωρών αυτών.

Και η Ελλάδα; Η Ελλάδα παρουσιάζει τη δεύτερη μεγαλύτερη αύξηση των θετικών γνωμών περί ωφελειών από τη συμμετοχή στο Ευρωπαϊκό εγχείρημα (14%), γεγονός που φαίνεται να κλείνει -οριστικά (;) - τον κύκλο της αμφιταλάντευσης για το αν «μένουμε Ευρώπη».


* Δρ. Αντώνης Παπακώστας, πρώην στέλεχος της ΕΕ, και Σπύρος Μπλαβούκος (Καθηγητής, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Επικεφαλής Ευρωπαϊκού Προγράμματος «Αριάν Κοντέλλη», ΕΛΙΑΜΕΠ)