Το σύνθημα «Μητσοτάκης ή χάος» ως προπαγανδιστικό διαζευκτικό, έχει τελευτήσει το ζην. Θα είχε λόγο ύπαρξης εάν υπήρχε μια συγκροτημένη αντιπολίτευση η οποία θα έλαυνε απειλητικά για το κυβερνών κόμμα. Ένας ΣΥΡΙΖΑ του 2015 ας πούμε.
Όμως η αντιπολίτευση αποποιήθηκε του ρόλου της ως επίφοβου πολιορκητή της κυβερνητικής εξουσίας. Το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιαζόταν ως εναλλακτική λύση και πρόσφερε παραμυθία στον λαό που είχε υποστεί σοκ από την άγρια επίθεση των μνημιονιακών μέτρων στο βιοτικό του επίπεδο (το ό,τι δεν υπήρχε εναλλακτική είναι άλλο θέμα συζήτησης, έγινε κατανοητό με την καθιέρωση του διεθνούς όρου «kolotoumpa» του Αλέξη).
Τώρα η στείρα αντιπολίτευση δε δίνει προοπτική. Τα δύο μεγαλύτερα κόμματα, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ, περιόρισαν εαυτούς στον ρόλο πομπών διαμαρτυρίας για το δυστύχημα των Τεμπών. Μια διαμαρτυρία που αρχικός ενισχυτής ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ που με σταχανοβίτικη προσήλωση το διατήρησε στην επικαιρότητα, από τα φιλικά του ΜΜΕ, την πρόσβαση στα social media, και την ευρωομάδα του με τις προσκλήσεις και παρουσιάσεις της κας Καρυστιανού στην Ευρωβουλή.
Το θέμα εξόχως συγκινητικό (ενώ το Μάτι…δεν ήταν!) συσσώρευσε οργή και επηρέασε κρίσιμους κοινωνικούς θύλακες με κοινωνική παρέμβαση που λειτούργησαν ως ηχεία. Όπως οι γνωστοί καλλιτέχνες, τους οποίους είχαμε να δούμε στο Σύνταγμα από τους καιρούς των αντιμνημιονιακών αγανακτισμένων.
Δεν αντιτιθέμεθα σε αυτή την κοινωνική εκδηλωτικότητα, από θέση αρχής. Αλλού εστιάζουμε. Η αντιπολίτευση δεν αρκεί να γίνει ξενιστής κοινωνικής οργής για να έχει μέλλον. Πρέπει να είναι και αποδέκτης της κοινωνικής εμπιστοσύνης ώστε να μετατρέψει την οργή σε ελπιδοφόρα κατάθεση ψήφου. Και που δε συμβαίνει.
Το δείχνουν όλες οι τελευταίες δημοσκοπήσεις. Με διαφορά ελάχιστων ποσοστών μεταξύ τους, καταγράφουν την πίστη της πλειοψηφίας των πολιτών ότι η κυβέρνηση έχει ευθύνη για τα Τέμπη. Αλλά είναι μεγαλύτερο το ποσοστό που θεωρείο ότι η αντιπολίτευση επιχειρεί να εκμεταλλευτεί πολιτικά την τραγωδία. Αυτό σημαίνει απώλεια έξωθεν καλής μαρτυρίας για την αγνότητα των προθέσεών τους.
Και όταν χαθεί η έξωθεν καλή μαρτυρία σβήνει και ο ενθουσιασμός για το καλύτερο αύριο που θεωρητικά είναι χρέος της αντιπολίτευσης να το εμπνεύσει. Και μένει μόνο η τιμωρητική διάθεση. Αυτή όμως μπορεί λόγω ιδιαίτερου χαρακτήρα και υστερικού λαϊκισμού, να την εκφράσει περισσότερο η Ζωή. Εξ ου και τα ρωμαλέα δημοσκοπικά ποσοστά που απολαμβάνει.
Ευρύ τμήμα των πολιτών που την προτιμά, δε θέλουν τη Ζωή για να κυβερνήσει. Ούτε και η ίδια το διακηρύσσει. Απλώς τους φαντάζει ως καθαρτήριος τιμωρός σε σχέση με τον Ανδρουλάκη και τον Φάμελλο.
Οι τελευταίοι θα πρέπει να θυμηθούν το παράδειγμα Τσίπρα. Έδωσε ελπίδα. Σαφώς φρούδα, σαφώς υστερόβουλη, αλλά ελπίδα.
Βέβαια, η κατάληξη Τσίπρα, το μόνο κόμμα που όντας αξιωματική αντιπολίτευση καταρρακώθηκε (από το 31% στο 18%), τους θέτει βαθμό δυσκολίας. Ο λαός είναι υποψιασμένος και δύσπιστος στις εύκολες και θεαματικές λύσεις. Ο Τσίπρας και η θητεία του τους αποστέρησαν την εύκολη καταφυγή σε ενθουσιώδεις αλλά ατεκμηρίωτες υποσχέσεις.
Και όσες συναυλίες ή καταγγελτικές πορείες να γίνουν, η στιγμή της κάλπης είναι η Λυδία λίθος. Η στιγμή που ο πολίτης αποφασίζει σε ποιον θα αναθέσει τη διαχείριση της ζωής του. Βεβαίως, ψηφίζει και για να τιμωρήσει, αλλά αυτό το κάνει όταν διαπνέεται από τη σιγουριά πως έχει αξιόπιστη εναλλακτική.
Τα περί ενεργής άμεσης δημοκρατίας στην οποία ο πολίτης δεν αρκείται μόνο στη συμμετοχή στις εκλογές αλλά απαιτεί καθημερινή παρεμβατικότητα του «λαϊκού κινήματος», είναι ωραίες ιδέες, αλλά δεν έχουν ευδοκιμήσει πουθενά στον πλανήτη. Ο πολίτες έχουν να διαχειριστούν την καθημερινότητά τους, και εκείνο που απαιτούν από όσους εξέλεγξαν, είναι η δημιουργία ευνοϊκού πλαισίου γι’ αυτή.
Χαίρονται επίσης στην αντιπολίτευση επειδή σε κάποιες από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις ο «Κανένας» υπερτερεί του Μητσοτάκη σε πρωθυπουργική καταλληλότητα. Και δε λυπούνται, δεν προβληματίζονται, που και σε αυτές ο Μητσοτάκης προηγείται έως και 20 μονάδες της πρωθυπουργικής καταλληλότητας των Ανδρουλάκη και Φάμελλου!
Αρκετοί δημοσιολόγοι, πρώην θιασώτες του ΣΥΡΙΖΑ, οικτίρουν την κεντροαριστερή αντιπολίτευση γιατί δεν μπορεί να ενωθεί και να δώσει ενωμένοι τη μάχη εναντίον του Μητσοτάκη. Δεν τους είχε ενοχλήσει όταν ο Τσίπρας τακίμιαζε με τον Καμμένο, αφήνοντας απέξω τη Φώφη και τον Σταύρο Θεοδωράκη.
Στείρος και αυτών ο κόπος. Εάν τα κόμματα δεν πείσουν ότι μπορούν να κυβερνήσουν και είναι ικανά μόνο για να καταγγέλλουν, όσες ενοποιήσεις και αν γίνουν, η κατάληξη θ είναι η ίδια. Ενωση αναξιόπιστων που θα απωθεί τους ψηφοφόρους.