Από τις εργασίες της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής και τις καταθέσεις όλων των μαρτύρων, προκύπτει με απόλυτη σαφήνεια ότι η κυβέρνηση υπηρέτησε τον σκοπό της διερεύνησης της υπόθεσης Ανδρουλάκη, της θεσμικής θωράκισης του πλαισίου νόμιμων άρσεων απορρήτου και την ανάγκης ενίσχυσης της λειτουργίας της ΕΥΠ, αναφέρεται, σύμφωνα με πληροφορίες, στο πόρισμα της Νέας Δημοκρατίας για τη νόμιμη επισύνδεση του κινητού του κ. Ανδρουλάκη και τη λειτουργία της ΕΥΠ.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, στο πόρισμα αναφέρεται ότι, αμέσως όταν προέκυψαν τα σχετικά γεγονότα, εκδόθηκε Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για την άμεση ενίσχυση των θεσμικών εγγυήσεων στην ΕΥΠ, με υποχρέωση ακρόασης του Διοικητή και την επαναφορά της ανάγκης έγκρισης του αιτήματος νόμιμης άρσης απορρήτου και από δεύτερο εισαγγελέα, διάταξη που είχε καταργήσει το 2018 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Όπως υποστηρίζουν οι ίδιες πληροφορίες, αναφέρεται ότι, αμέσως μετά τις καταγγελίες του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, κ. Ανδρουλάκη, η κυβέρνηση ενεργοποίησε τις σχετικές κοινοβουλευτικές διαδικασίες και ανταποκρίθηκε άμεσα στα αιτήματα των κομμάτων για τη σύγκληση όλων κοινοβουλευτικών σχηματισμών. Εκτός από την ταχεία κύρωση της πράξης νομοθετικού περιεχομένου όπου υπήρξε και η σχετική συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής ο Πρωθυπουργός ζήτησε από τον Πρόεδρο της Βουλής τη σύγκληση της αρμόδιας Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας και αποδέχθηκε τη συζήτηση προ ημερησίας διατάξεως και τη συγκρότηση της εξεταστικής επιτροπής. Στην Επιτροπή Θεσμών κατέθεσαν οι διοικητές της ΕΥΠ από το 2012, ο πρώην Γενικός Γραμματέας του Πρωθυπουργού, ο Πρόεδρος της ΑΔΑΕ και η επιτόπια Εισαγγελέας της ΕΥΠ, ενώ στην εξεταστική επιτροπή κατέθεσαν, πλην των διοικητών και του προέδρου, η αναπληρούσα τον Διοικητή της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, ο νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας Krikel και ο νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρίας Intellexa (εγγράφως λόγω έδρας στο εξωτερικό). Ο υπουργός Δικαιοσύνης σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κάλεσε τη δικαστική λειτουργία να εξετάσει κατά προτεραιότητα την έγκληση του κ. Ανδρουλάκη, ενώ η αντικειμενική πολιτική ευθύνη της υπόθεσης Ανδρουλάκη ανελήφθη με τις παραιτήσεις του γενικού γραμματέα του Πρωθυπουργού και του διοικητή της ΕΥΠ.
Σχετικά με τη νόμιμη άρση απορρήτου του τηλεφώνου Ανδρουλάκη, στο πόρισμα αναφέρεται ότι από τις καταθέσεις των μαρτύρων και τα έγγραφα που προσκομίστηκαν, προκύπτει ότι η άρση απορρήτου του κινητού τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη ήταν απολύτως νόμιμη με βάση αίτημα της υπηρεσίας της ΕΥΠ. Από την κατάθεση του πρώην διοικητή της ΕΥΠ Παναγιώτη Κοντολέοντα προέκυψε ότι τηρήθηκε όλη η προβλεπόμενη νόμιμη διαδικασία.
Όπως αναφέρεται, σύμφωνα με τον Σύνταγμα και τους νόμους σχετικά με την προστασία του απορρήτου των επικοινωνιών δεν υπάρχει καμία απολύτως εξαίρεση από την άρση του απορρήτου για καμία κατηγορία πολιτών. Συνεπώς, με βάση το Σύνταγμα και τον εκτελεστικό νόμο 2225/1994 γίνεται δεκτό ότι η άρση του απορρήτου μπορεί να διενεργηθεί και για τους βουλευτές ή τους ευρωβουλευτές. Άλλωστε, δεν μπορεί να αποκλειστεί a priori η εμπλοκή πολιτικών προσώπων σε πράξεις κατά της εθνικής ασφαλείας εν γνώσει ή εν αγνοία τους. Επιπλέον, στον ίδιο νόμο περιγράφονται τα στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνει η διάταξη για την άρση του απορρήτου τόσο στην περίπτωση λόγων εθνικής ασφαλείας όσο και για τη διακρίβωση εγκλημάτων. Σημειώνεται δε ότι από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ότι ο Πρωθυπουργός, το γραφείο του και οι συνεργάτες του γνώριζαν για την άρση του απορρήτου σε οποιοδήποτε στάδιο. Αυτό διαβεβαίωσε ο καθ’ ύλην αρμόδιος τότε Παναγιώτης Κοντολέων, προσθέτοντας ότι ο Πρωθυπουργός ως πολιτικός προϊστάμενος της ΕΥΠ έθετε το γενικότερο πλαίσιο στοχοθεσίας χωρίς να λαμβάνει γνώση για ουσιαστικά ή διαδικαστικά ζητήματα λειτουργίας της υπηρεσίας. Αυτό άλλωστε ήταν και η πάγια πρακτική, όπως επιβεβαίωσε ο πρώην διοικητής Θεόδωρος Δραβίλας. Ο νυν διοικητής Θεμιστοκλής Δεμίρης επιπλέον κατέθεσε ότι δεν έδωσε καμία εντολή καταστροφής οποιουδήποτε αρχείου.
Σχετικά με τα παράνομα λογισμικά παρακολούθησης, η έκθεση αναφέρει ότι η απόπειρα παγίδευσης του κινητού τηλεφώνου με το κακόβουλο λογισμικό Predator προέκυψε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι δεν διενεργήθηκε ούτε από την ΕΥΠ ούτε από οποιονδήποτε άλλο δημόσιο φορέα. Ειδικά για το κρίσιμο ζήτημα της ενδεχόμενης χρήσης του λογισμικού παρακολούθησης Predator στην Ελλάδα, η κυβέρνηση απάντησε ότι ούτε αυτό, ούτε κάποιο άλλο αντίστοιχο, κακόβουλο σύστημα χρησιμοποιείται από το Δημόσιο ή κάποια υπηρεσία του.
Σχετικά επίσης με τις άρσεις απορρήτου επί ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ θα αναφέρεται ότι, οι καταθέσεις των μαρτύρων ξεκαθάρισαν απόλυτα το τοπίο και φώτισαν όλες τις πτυχές και ανέδειξαν ότι επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ -ΑΝΕΛ παρακολουθήθηκαν από την ΕΥΠ κυβερνητικά στελέχη σε γνώση του κ. Τσίπρα.
Ο πρώην διοικητής της ΕΥΠ Ρουμπάτης, σημειώνεται στην έκθεση, συνομολόγησε ότι την περίοδο ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ παρακολουθήθηκαν κυβερνητικά στελέχη. Η επισύνδεση που έγινε στο τηλέφωνο του κ. Πιτσιόρλα ξεκίνησε αρχές του 2016 μέχρι το τέλος εκείνης της χρονιάς ακόμα και όταν ο ίδιος είχε οριστεί από τον Νοέμβριο του 2016, υπουργός της κυβέρνησης. Ο τότε πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ενημερώθηκε από τον τότε διοικητή της ΕΥΠ Γιάννη Ρουμπάτη για την επικείμενη σύνδεση στο τηλέφωνο του κ. Πιτσιόρλα και ενέκρινε την ενέργεια. Ο προκάτοχός του Δραβίλας εξέφρασε την οργή του σε όσους ισχυρίζονταν ότι κατά τη διάρκεια της θητείας του απ΄ τον Ιούλιο του 2012 μέχρι τον Ιανουάριο του 2015 υπήρξε παρακολούθηση των κ.κ. Σαγιά και Πιτσιόρλα. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ υποβάθμισε τις αποκαλύψεις Ρουμπάτη που αφορούσαν στην παρακολούθηση Πιτσιόρλα, στοιχεία στα οποία απέφυγε επιμελώς να αναφερθεί παρά τις ερωτήσεις που του έγιναν από τα μέλη της επιτροπής.