Οι πολιτικές σκοπιμότητες ένθεν κακείθεν στο θρηνητικό γεγονός των Τεμπών, είναι δεδομένες. Αυτό βεβαίως δεν αφορά τα πλήθη του κόσμου που συγκεντρώθηκαν εν σιωπή και ενσυναίσθηση σε 180 συγκεντρώσεις ανά την Ελλάδα και το εξωτερικό. Το αν ωθήθηκαν και από γενικότερο συναίσθημα δυσαρέσκειας δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε.
Οπωσδήποτε δημιουργεί απορίες ο μαεστρικός χρονισμός της συγκινησιακής αποκάλυψης του «Δεν έχω οξυγόνο» με την ημερομηνία των συγκεντρώσεων. Σαν κάποιοι που το είχαν στην κατοχή τους να περίμεναν να το χρησιμοποιήσουν ως ενισχυτή των συναισθημάτων, των συνθημάτων και των καταγγελιών τους.
Δεν γράφουμε για τα Τέμπη. Ο σεβασμός στον απύθμενο πόνο των οικείων απέτρεψε τον γράφοντα επί δύο έτη να αναφερθεί στο θέμα. Αναφερόμαστε στις πολιτικές σκοπιμότητες που τα περιβάλλουν.
Ήδη οι Φάμελλος και Χαρίτσης προσπάθησαν να επενδύσουν και να μετουσιώσουν τη λαϊκή λύπη ή αγανάκτηση, σε συγκρότηση αντικυβερνητικού μετώπου, όπου ο Ανδρουλάκης και το ΠΑΣΟΚ θα ήταν μια από τις συνιστώσες του, καθόλα υποτονική. Κάτι σαν «επικόλλημα», αφού σε συμμαχίες καταγγελίας, τα σκήπτρα κρατά ο πλέον κραυγαλέος και αδίστακτος - εν προκειμένω ο ΣΥΡΙΖΑ.
Έτσι, ο Ανδρουλάκης δεν αποδέχτηκε την πρόταση Φάμελλου για κοινό αίτημα του ΠΑΣΟΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να υπάρξει προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή για τα Τέμπη, όπως έκαναν ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ και ΝΕΑΡ.
Παρότι ο Ανδρουλάκης βρέθηκε αυτοπροσώπως στη συγκέντρωση, με απόφασή του το ΠΑΣΟΚ, επέδειξε θεσμική σοβαρότητα, που πρέπει να του αναγνωρισθεί (αν και αμφιβάλουμε, αφού τη διοργάνωση των συλλαλητηρίων δείχνει να έχουν αναλάβει οι δυνάμεις των πλατειών του τότε).
Θα αναμείνει το πόρισμα του ΕΜΠ. Και εφόσον αυτό δείξει την πιθανότητα ύπαρξης εύφλεκτου υλικού, τότε θα καταθέσει αίτημα για σύσταση προανακριτικής επιτροπής. Βέβαια ως τότε θα πληρώσει το τίμημα της συριζαϊκής καταγγελίας στα σόσιαλ μίντια, ότι βάζει πλάτη στην κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Και είχε δίκιο ο εκπρόσωπος τύπου Κώστας Τσουκαλάς να λέει για το συλλαλητήριο: «Είδαμε μια ακηδεμόνευτη ακομμάτιστη προσέλευση του λαού διακοινωνικά και διακομματικά». Αυτό όμως δεν αναιρεί τις προσπάθειες ΣΥΡΙΖΑ και των παραφυάδων του να υπάρξει νέο κίνημα «αγανακτισμένων».
Ο πρόεδρος της ΝΕΑΡ, Αλέξης Χαρίτσης για παράδειγμα, θητεύσας στη μεγάλη «ριζοσπαστική» σχολή των πλατειών, θυμήθηκε τις παλιές δόξες αντιμνημονιακών μετώπων, και έδειξε προθυμία να συμμετάσχει σε έναν αντικυβερνητικό συνασπισμό.
Δήλωσε: «Οφείλουμε να συντονίσουμε και να κλιμακώσουμε τις κοινοβουλευτικές μας παρεμβάσεις φτάνοντας μέχρι και την πρόταση δυσπιστίας προς την κυβέρνηση της συγκάλυψης». Πριν δηλαδή αποφανθεί η δικαιοσύνη, ΣΥΡΙΖΑ και ΝΕΑΡ έχουν αποφανθεί ότι υπήρξε προμελετημένο έγκλημα.
Με τον πρώην σύντροφό του Χαρίτση, συντονίστηκε για δεύτερη φορά (η πρώτη ήταν η υποψηφιότητα Ράμου για την προεδρία της Δημοκρατίας), το μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ, Θόδωρος Μαργαρίτης: «Όταν/αν/όποτε χρειαστεί, θα πρέπει να υπάρξει μια Συμπαράταξη Αλλαγής…Η κοινωνική αντιπολίτευση πρέπει να βρει πολιτική αντιστοίχιση στον προοδευτικό χώρο» (για το τοξικό μόρφωμα του ΣΥΡΙΖΑ λέει).
Νέο συλλαλητήριο προγραμματίζεται για τις 28 Φεβρουαρίου, ημέρα του τραγικού γεγονότος. Ως τότε τα σόσιαλ μίντια που εξακολουθούν να αποτελούν το βαρύ πυροβολικό του ΣΥΡΙΖΑ, θα διαμορφώνουν κλίμα, μεγιστοποιώντας τις καταγγελίες για προσπάθεια συγκάλυψης.
Βοήθησαν βέβαια και οι πρόωρες, και εξ αυτού ανεπίτρεπτες, δηλώσεις της κυβέρνησης για το δυστύχημα, ενώ δεν υπήρχαν ακριβή δεδομένα των αιτιών του. Τώρα ως επιχείρημα έχουν και την παραίτηση του Σέρβου πρωθυπουργού, Μίλο Βούτσεβιτς.
Ο Βούτσεβιτς ανακοινώνοντας την παραίτηση του, δήλωσε ότι αποτελεί «πράξη υπευθυνότητας για να ηρεμήσει η κατάσταση στη χώρα και να μην διευρυνθεί το κλίμα διχασμού στην κοινωνία». Ωστόσο, η Σερβία είναι προεδρευόμενη Δημοκρατία, τη διοίκηση ασκεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Αλεξάνταρ Βούτσιτς.
Πέραν αυτού του λεπτού διαχωρισμού, το να καταγγέλλει μη παραιτήσεις ο ΣΥΡΙΖΑ της Δούρου («στραβή στη βάρδιά μου») και του Τόσκα («δεν βρήκα κανένα λάθος» στο Μάτι), είναι υπαρκτός σουρεαλισμός.