Ένας τριαντάρης με κομψό κουστούμι, πονηρό χαμόγελο που αποπνέει σιγουριά, μέλος γραφείου ευρωβουλευτή που παίρνει μέρος σε μια επιτροπή της ΕΕ για το κλίμα, τη δημόσια υγεία και την διατροφική ασφάλεια θέλει να γίνει λομπίστας για μια από τις πολυεθνικές που προωθούν φυτοφάρμακα.
Και για να δείξει στα μελλοντικά του αφεντικά τι μπορεί να κάνει φροντίζει να εμποδίσει το Ευρωκοινοβούλιο να ψηφίσει μία οδηγία που θα επέβαλε στις πολυεθνικές να τοποθετούν ετικέτες στα προϊόντα που να αναφέρουν την επικίνδυνη χημική σύσταση των σκευασμάτων τους.
Η σιγουριά όμως αυτή και η φιλοδοξία κάποια στιγμή κάμπτεται από τις τύψεις και ο φιλόδοξος υπάλληλος και wannabe λομπίστας αρχίζει να έχει παραισθήσεις για ένα σμήνος μέλισσες του οποίου προκάλεσε το θάνατο αλλά και για τους ανθρώπους που κατέστρεψε στην προσπάθεια του να αναρριχηθεί. Και το τέλος γράφεται με μια ψυχική κατάρρευση από την οποία δεν μπορεί να βγει. Θα μπορούσε βέβαια να γράφεται και με φυλακή…
Το πρόσωπο δεν είναι υπαρκτό. Είναι ο πρωταγωνιστής του θεατρικού έργου Europe Connexion της γαλλόφωνης Ρουμάνας Αλεξάνδρα Μπαντέα, η οποία παρουσίασε τη μελοδραματική αυτή διατριβή της εναντίον του συστήματος lobbying των Βρυξελλών πριν κάποιες εβδομάδες στις Βρυξέλλες, στο Théâtre des Martyrs.
Αυτό το έργο που γράφτηκε το 2015 θίγει ένα θέμα που αποτελεί εδώ και πολλά χρόνια «πληγή» για το σύστημα των Βρυξελλών και ήταν θέμα χρόνου να εκδηλωθεί με σκάνδαλα όπως το Qatargate, που αν και δεν είναι το πρώτο, είναι το μεγαλύτερο που έχει καταγραφεί μέχρι σήμερα.
Έχει προηγηθεί το Dalligate, που «βαφτίστηκε» με το όνομα του πρώην επιτρόπου Τζον Ντάλι οποίος ήρθε αντιμέτωπος με κατηγορίες χρηματισμού που τελικά τον οδήγησαν στην παραίτηση του από την Κομισιόν το 2012. Ο βοηθός του, Σίλβιο Ζάμιτ, φέρεται να προσπάθησε να εξασφαλίσει 60 εκατομμύρια δολάρια από μια σουηδική εταιρεία καπνού προκειμένου να ανακαλέσει μια ευρωπαϊκή απαγόρευση σε έναν τύπο καπνού.
Ο Ντάλι ήταν τότε επίτροπος υγείας, επικεφαλής των μεταρρυθμίσεων των κανόνων της ΕΕ για τα είδη καπνού. Στον Ζάμιτ απαγγέλθηκαν κατηγορίες τον Δεκέμβριο του 2012 για ανταλλαγή επιρροής με χρήματα. Ο Ντάλι παραιτήθηκε από το πόστο του στην ΕΕ τον Οκτώβριο του 2012 καταγγέλλοντας ότι εξαναγκάστηκε να το κάνει αν και δεν υπήρχαν ξεκάθαρες αποδείξεις για την δική του ευθύνη. Το 2019 το Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ απέρριψε το αίτημα του για αποζημίωση για βλάβη που υποστήριξε ότι υπέστη χάνοντας αυτή τη θέση.
Οι fake λομπίστες των Sunday Times
Το 2011 δε Αυστριακός μέλος του Ευρωκοινοβουλίου παραιτήθηκε μετά από δημοσιεύματα ότι δέχθηκε να προωθήσει αλλαγές σε νομοθεσία για τις τράπεζες με αντάλλαγμα χρηματική αμοιβή. Ο Έρνστ Στράσερ, Υπουργός εσωτερικών της Αυστρίας από το 2000 έως το 2004 παραιτήθηκε από ευρωβουλευτής αφού οι Sunday Times του Λονδίνου τον βιντεοσκόπησαν να υποστηρίζει ότι είχε με τον ίδιο τρόπο «εξυπηρετήσει» πέντε εταιρείες από κάθε μία από τις οποίες λάμβανε 100.000 ευρώ το χρόνο.
Η έρευνα αυτή της εφημερίδας με τίτλο «Ρευστό για Νόμους» είχε προκαλέσει τότε μεγάλο σοκ στους κόλπους του Ευρωκοινοβουλίου καθώς αποδείκνυε ότι τρεις ευρωβουλευτές, συμπεριλαμβανομένου και ενός πρώην αναπληρωτή πρωθυπουργού είχαν συμφωνήσει να εργαστούν για μία δήθεν εταιρεία lobbying για να παρέμβουν στο νομοθετικό έργο της ΕΕ έναντι οικονομικής αμοιβής.
Μάλιστα η εφημερίδα υποστήριξε ότι δύο τροποποιήσεις, όπως τις είχε υποδείξει η δήθεν εταιρεία lobbying εμφανίστηκαν σε επίσημα έγγραφα του ευρωκοινοβουλίου. Μία μάλιστα είχε στόχο να καταργήσει την οδηγία για την ύπαρξη προγραμμάτων Ασφάλειας Καταθέσεων, μια μεταρρύθμιση -κλειδί που σχεδιάστηκε για να προστατεύει τους καταθέτες σε περίπτωση κατάρρευσης μιας τράπεζας.
Αυτό το σκάνδαλο οδήγησε στη λήψη επιπλέον μέτρων για την ρύθμιση των σχέσεων μεταξύ των φορέων lobbying και των μελών του ευρωκοινοβουλίου προκειμένου να εξασφαλίζεται η διαφάνεια με εντατικοποίηση των καταγραφών στο Μητρώο Διαφάνειας που δείχνει ποια συμφέροντα εκπροσωπούνται σε επίπεδο ΕΕ και για λογαριασμό ποιων, καθώς και τους οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους που προορίζονται για αυτές τις δραστηριότητες.
To «κρυφτό»
Από αυτό ωστόσο, όπως επισημαίνει σε σχετικό άρθρο του στην γαλλική La Tribune ο Διευθυντής Πολιτικών Επιστημών στο Κολέγιο της Ευρώπης και διευθυντής έρευνας στο CNRS, Ολιβιέ Κοστά, δεν καταγράφονται απεσταλμένοι τρίτων χωρών.
Και οι καταγεγραμμένοι όμως μπορεί να αποτελούν βιτρίνες άλλων συμφερόντων με αποτέλεσμα ο στενός κλοιός του lobbying να απειλεί και τους μη αργυρώνητους ευρωβουλευτές και συνεργάτες αυτών.
Το περασμένο φθινόπωρο είχε δημιουργηθεί αναταραχή στο Ευρωκοινοβούλιο από νομοθέτες που ζητούσαν την απαγόρευση κάθε επαφής των εταιρειών Big Tech, βλέπε Google, Meta και Amazon με τους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς αποκαλύφθηκε ότι τους είχαν εξαπατήσει βάζοντας ως βιτρίνες μικρότερες εταιρείες lobbying.
Τρεις ευρωβουλευτές των σοσιαλδημοκρατών υπέβαλαν καταγγελίες σε βάρος οκτώ εταιρειών και ομάδων lobbying στο αρμόδιο μητρώο, όπως ανέφερε σε ρεπορτάζ εκείνης της περιόδου το Politico ζητώντας μεταξύ άλλων το μπλοκάρισμα της εισόδου των εκπροσώπων αυτών των εταιρειών.
«Πολλές υποθέσεις που αποκαλύπτονται από τον Τύπο δείχνουν ότι η πίεση των λόμπι στα μέλη του Κοινοβουλίου αυξάνεται ανάλογα με την εξέλιξη της επιρροής τους. Η παρουσία και οι δραστηριότητες των ομάδων πίεσης υπόκεινται σε αυστηρούς κανόνες από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, αλλά πρέπει συνεχώς να εξελίσσονται οι πρακτικές για να προσαρμόζονται στις νέες στρατηγικές τους. Πρέπει επίσης να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον που δεν ενθαρρύνει τα λόμπι να παρεκτρέπονται και που δεν ελκύει τους πολιτικούς που έχουν λιγότερη έννοια για την ηθική τάξη. Έτσι δεν είναι κανονικό οι ευρωβουλευτές να μπορούν να εξασκούν δραστηριότητες συμβούλου ή δικηγόρου κατά τη διάρκεια της θητείας τους και οι εκπρόσωποι τρίτων χωρών να μην υποχρεούνται να εγγράφονται στο μητρώο διαφάνειας», επισημαίνει ο Κοστά.
Και υπάρχουν άλλοι που μια οπτική Πολυάννας τονίζουν ότι οι θεσμοί μέσα από κάθε σκάνδαλο μαθαίνουν κάτι...Αρκεί μέχρι να μάθουν να μην έχουν χάσει κάθε κύρος.