Ιστορικά, η παραδοσιακή Αριστερά παγκοσμίως θεωρούσε τους αντιεξουσιαστές παρακλάδι του συστήματος. Δεν μπορούσαν οι ηγεσίες της Αριστεράς να αντιληφθούν ότι από τη θεωρητική μήτρα τους ξεπετάχτηκαν συλλογικότητες με διαφορετικό τρόπο ανάγνωσης της κοινωνίας και του ιστορικού γίγνεσθαι. Η βία στο πρώτη φάση της Αριστεράς, την επαναστατική, ήταν το βασικό πολιτικό όπλο για την κατάληψη της εξουσίας.
Παράλληλα την περίοδο της Γ΄ Διεθνούς οι ενδοκομμουνιστικές διαφορές λυνόταν με τα όπλα, όπως συνέβη στην Κρονστάνδη το 1921. Οι σταλινικές ηγεσίες των κομμουνιστικών κομμάτων δεν ανεχόταν την ύπαρξη άλλων συλλογικοτήτων που είχαν μιαν άλλη αντίληψη και κυρίως άλλες πρακτικές από τις δικές τους. Η φυσική εξόντωση ήταν ο μοναδικός τρόπος επίλυσης των ιδεολογικών διαφορών. Χιλιάδες αναρχικοί εξοντώθηκαν στην Ισπανία από τα όργανα της NKVD, το ίδιο συνέβη και σε όλη την Ευρώπη την περίοδο του Μεσοπολέμου. Το ίδιο συνέβη και στην Ελλάδα στα Δεκεμβριανά του 1944.
Στην πορεία-- και στο πλαίσιο της ενσωμάτωσης των κομμουνιστικών κομμάτων στη μεταπολεμική πολιτική ζωή της Δύσης—οι αντιεξουσιαστικές συλλογικότητες αντιμετωπίστηκαν είτε ως προβοκάτορες είτε ως υπονομευτές των αγώνων του εργατικού κινήματος, των οποίων εκφραστές ήταν τα Κομμουνιστικά Κόμματα. Σχεδόν πάντοτε η ρετσινιά του προβοκάτορα συνοδευόταν και από την κατηγορία πως συνεργαζόταν με τις διωκτικές κρατικές αρχές. Η έκφραση «γνωστοί-άγνωστοι» αυτό υποδηλώνει.
Η μονολιθικότητα της παραδοσιακής Αριστεράς δεν της επέτρεπε να αντιμετωπίζει τους αντιεξουσιαστές ως ένα διακριτό ρεύμα ανατροπής που μπορούσε να συνυπάρξει με αυτήν. Και δεν είχε καμιά διάθεση να προχωρήσει σε μια ιδεολογική πάλη, καθώς δεν αντιμετώπιζε αυτόν τον χώρο με πολιτικά κριτήρια.
Με αυτόν τον τρόπο αντιμετωπίστηκαν προχθές και αυτοί που προκάλεσαν τα επεισόδια. Το ότι συνέβαλαν να διαλυθεί η μεγάλη συγκέντρωση των Αθηνών, αυτομάτως ή «αντικειμενικά» τους κατατάσσει στον χώρο των προβοκατόρων. Δηλαδή αυτών που με τη δράση τους προκάλεσαν την επέμβαση της ΕΛΑΣ. Όσοι μπαίνουν σε αυτή τη λογική αγνοούν παντελώς πώς σκέφτονται και πώς λειτουργούν οι αντιεξουσιαστές. Επιδιώκουν τη σύγκρουση με τις κρατικές αρχές και δεν τους ενδιαφέρει τίποτα άλλο. Το ζητούμενο είναι, σε μια μαζική εκδήλωση η οποία εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να περιφρουρηθεί, να δηλώσουν και αυτοί την παρουσία τους. Μόνον έτσι επιβιώνουν.
Συγκεφαλαιώνοντας: Δεν είναι ούτε χαφιέδες ούτε προβοκάτορες. Αυτές είναι οι συνήθεις ανοησίες ανθρώπων που δεν έχουν διαβάσει ούτε ένα βιβλίο αυτού του χώρου. Που αγνοούν πως πίσω από αυτή τη βία υπάρχει μια ολόκληρη θεωρία. Υπάρχουν θεωρητικοί και ολόκληρη βιβλιογραφία. Και το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό, υπάρχει σχεδόν σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και στις ΗΠΑ.
Φυσικά, υπάρχουν και αυτοί που τους αποκαλούν χαφιέδες για να αποδείξουν ότι η δράση τους είναι αποτέλεσμα ενός σατανικού σχεδίου των δυνάμεων καταστολής. Πως αυτός ο χώρος δεν υπάρχει, αλλά είναι κατασκεύασμα της Ασφάλειας. Όταν αναλύεις την πραγματικότητα με αστυνομικούς όρους είναι επόμενο να καταλήγεις σε τέτοιες απλουστεύσεις.