Μετά από 30 περίπου χρόνια τα συνδικάτα «κλείνουν» τους βρετανικούς σιδηρόδρομους και κατεβαίνουν στους δρόμους την ώρα που στην βόρεια Ευρώπη τα λιμάνια έχουν μπλοκάρει από τις κινητοποιήσεις των εργαζομένων, το Βέλγιο έβαλε «λουκέτο» για μια ημέρα και στη Γαλλία οι ευρωσκεπτικιστές και ακραίοι Μελανσόν και Λεπέν δείχνουν διατεθειμένοι να αξιοποιήσουν μικροκομματικά το αποτέλεσμα των εκλογών και να κατεβάσουν στα πεζοδρόμιο όσους περισσότερους μπορούν. Ο λαϊκισμός δείχνει τα δόντια του την ώρα που η ενεργειακή κρίση και τα απόνερα της πανδημίας χτυπούν την παγκόσμια οικονομία.
Η περίπτωση των βρετανικών σιδηροδρόμων είναι χαρακτηριστική της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί και εξακολουθεί να διαμορφώνεται αφού οι κρίσεις ακολουθούν η μία την άλλη. Έτσι η κρίση της πανδημίας και της μείωσης των επιβατών σε συνδυασμό με την αύξηση της εξ αποστάσεως εργασίας για μεγάλο αριθμό εργαζομένων οδηγεί σε μια ανακατάταξη ως προς το μεταφορικό έργο που προκαλεί αναστάτωση. Σε συνδυασμό με τον πληθωρισμό και την ύφεση που πλήττει την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων τίθεται το αίτημα αύξησης μισθών και διατήρησης θέσεων μέσα από μια απεργία που έχει να σημειωθεί για διάστημα άνω των 30 ετών, που συμπαρασύρει και άλλους κλάδους στον τομέα των μεταφορών.
Τα συνδικάτα των βρετανικών σιδηροδρόμων στο παρελθόν μαζί με αυτά των ανθρακωρύχων ανεβοκατέβαζαν κυβερνήσεις. Η δυναμική τους σήμερα έχει περιοριστεί πολύ δε περισσότερο τη στιγμή που οι συμβάσεις έχουν συνδυαστεί με ενδεχόμενη άνοδο του πληθωρισμού. Παρόλα αυτά η απόφαση για τις κινητοποιήσεις που ξεκινούν σήμερα και επαναλαμβάνονται στις 23 και 25 αναμένεται να φέρουν στους δρόμους πάνω από 50.000 εργαζόμενους σε μια προσπάθεια να αναδειχθεί η αγανάκτηση που δημιουργείται με την κρίση στην οικονομία.
Την ίδια στιγμή στο Βέλγιο χθες έκλεισαν μετακινήσεις, αεροδρόμια και επιχειρήσεις μετά την απόφαση των τριών μεγαλύτερων συνδικάτων να προχωρήσουν σε απεργία - μήνυμα αναφορικά με την ακρίβεια και τον πληθωρισμό που προκαλεί μεγάλες απώλειες στην αγοραστική δύναμη, σε συνδυασμό με την ενεργειακή κρίση και το αυξημένο κόστος που αυτή επιφέρει σε νοικοκυριά αλλά και επιχειρήσεις.
Στη Βόρεια Ευρώπη η αλυσίδα εφοδιασμού βρίσκεται σε οριακές καταστάσεις με τους εργαζόμενους σε αυτή να ζητούν αυξήσεις. Κυρίως στα λιμάνια η συμφόρηση εμπορευμάτων παραμένει μεγάλη και σήμερα αναμένεται να υπάρξουν συναντήσεις μεταξύ συνδικάτων και διοικήσεων λιμένων της Γερμανίας σε μια ακόμη προσπάθεια να υπάρξει συμφωνία.
Στον αντίποδα οι αεροπορικές εταιρείες και οι εταιρείες διαχείρισης αεροδρομίων αναζητούν προσωπικό για να αντιμετωπίσουν οι πρώτες την αυξημένη ζήτηση της καλοκαιρινής περιόδου και οι δεύτερες τη συμφόρηση εμπορευμάτων και αποσκευών. Οι απολύσεις την περίοδο της πανδημίας έχουν οδηγήσει σε μεγάλη έλλειψη προσωπικού αφού εκτιμάται ότι πολύ αναζήτησαν και βρήκαν εργασία εξ αποστάσεως κυρίως όμως στο χώρο του ηλεκτρονικού εμπορίου.
Ουσιαστικά η πανδημία και τα υποχρεωτικά lockdown έφεραν βασικές αλλαγές στον τρόπο εργασίας και η ενεργειακή κρίση ήρθε να δημιουργήσει συνθήκες αγανάκτησης που σημειωτέον επιχειρούν να εκμεταλλευθούν ακραίες δυνάμεις ειδικά στην Ευρώπη όπως έπραξαν και την περίοδο της οικονομικής κρίσης μετά το 2008, σε μια προσπάθεια να αναδειχθούν σε κόμματα εξουσίας.
Το παράδειγμα της Ελλάδας την περίοδο των μνημονίων που έφερε στο προσκήνιο τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και κόμματα όπως οι ΑΝΕΛ ενδεικτικό. Ουδείς όμως έδειξε να λαμβάνει σοβαρά υπόψη το ενδεχόμενο επανάληψης ανάλογων φαινομένων στις ευρωπαϊκές χώρες που σήμερα δείχνουν να αναζητούν λύσεις στην προσπάθειας δημιουργίας συνθηκών οργής για φαινόμενα και εξελίξεις που υπερβαίνουν τις κυβερνήσεις.
Η περίπτωση της Γαλλίας και των αποτελεσμάτων τόσο των προεδρικών όσο κυρίως των βουλευτικών έρχεται να βάλει ξανά το θέμα στο τραπέζι ταρακουνώντας τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες και τις κυβερνήσεις που σήμερα βρίσκονται αντιμέτωπες με δυναμικές εξελίξεις. Η άνοδος των ακραίων δυνάμεων που δείχνουν να συναντώνται παρά το γεγονός πως βρίσκονται στον αντίποδα του λεγόμενου τόξου μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς έρχεται απλά να χτυπήσει για μια ακόμη φορά ένα καμπανάκι που συνδέεται και με την πορεία της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι Γάλλοι έδειξαν αφενός να αδιαφορούν και στην πλειοψηφία τους να μη μετέχουν στην εκλογική διαδικασία αφετέρου ανέδειξαν ως ισχυρούς παράγοντες της Δημοκρατίας τους ακραίες δυνάμεις που τάσσονται κατά της ενωσιακής πορείας τα επόμενα χρόνια και ταυτόχρονα επιλέγουν των λαϊκισμό των εύκολων λύσεων απέναντι στα μεγάλα προβλήματα που βρίσκονται σε εξέλιξη.
Ήδη άλλωστε ο Ζαν Λυκ Μελανσόν εμφανίζεται διατεθειμένος να φέρει την πολιτική μάχη που προηγήθηκε στο... πεζοδρόμιο. Η άνοδoς του συνασπισμού που δημιούργησε και στον οποίον έφτασαν να μετέχουν και οι σοσιαλιστές προκειμένου να αποφύγουν μια εξαφάνιση από το πολιτικό τοπίο της Γαλλίας του δίνει τη δυνατότητα να παίξει το χαρτί του λαϊκισμού και των προτάσεων που σημειωτέον εν πολλοίς ταυτίζονται με αυτές της Μαρί Λεπέν της επικεφαλής της ακροδεξιάς πλευράς της χώρας.
Οι δυνάμεις του λαϊκισμού προετοιμάζονται. Το μήνυμα Τσίπρα για το αποτέλεσμα των Γαλλικών εκλογών αποτελεί ένα δείγμα για το πώς η πόλωση θα έρθει στην ελληνική πλευρά ενόψει των εθνικών εκλογών (η σημερινή κυβέρνηση μετά την 7η Ιουλίου μπαίνει στον τέταρτο και προεκλογικό χρόνο της θητείας της). Η προσπάθεια μικροκομματικής αξιοποίησης στη χώρα βρίσκεται άλλωστε σε εξέλιξη από τον προηγούμενο Σεπτέμβριο και αναμένεται να ενταθεί το προσεχές διάστημα.
Στην Ιταλία πάλι μέχρι την Άνοιξη του 2023 αναμένεται να διεξαχθούν εκλογές και ήδη τα κόμματα ετοιμάζονται με τις ακραίες δυνάμεις να επιχειρούν να βγουν μπροστά διαμορφώνονται ένα ευρωσκεπτικιστικό πλαίσιο διανθισμένος με υποσχέσεις που θυμίζουν το αλήστου μνήμης «λεφτά υπάρχουν».
Τα μηνύματα προς τις κυβερνήσεις των χωρών της Ευρώπης είναι σαφή όπως άλλωστε και αυτά σε τρίτες χώρες, μεγάλες οικονομίες. Στις ΗΠΑ η κυβέρνηση Μπάιντεν βρίσκεται στο χειρότερο δημοσκοπικό σημείο της 5 μήνες πριν τις ενδιάμεσες εκλογές με τον κίνδυνο επανάκαμψης του συστήματος Ντόναλντ Τραμπ ορατού μέσω της απόκτησης πλειοψηφίας στο Κογκρέσο.
Σε κάθε περίπτωση η αποδυνάμωση κυβερνήσεων που έχουν καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις την ώρα που η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και οι εκβιασμοί Πούτιν συνεχίζονται προκαλεί έντονο προβληματισμό. Πολύ δε περισσότερο τη στιγμή κατά την οποία χώρες που κυριάρχησαν τα προηγούμενα χρόνια, όπως η Γερμανία, εμφανίζονται αποδυναμωμένες, έρμαιο των χειρισμών του καθεστώτος της Μόσχας που χρησιμοποιεί το όπλο της ενέργειας και της επισιτιστικής κρίσης όπως ο Ταγίπ Ερντογάν χρησιμοποίησε και χρησιμοποιεί ως όπλο το μεταναστευτικό.