Του Θανάση Κουκάκη
Μπορεί σε τρεις ημέρες από σήμερα η Ελλάδα να εξέρχεται από τον «αναπνευστήρα» της δανειακής στήριξης της ευρωζώνης στον οποίο ήταν συνδεδεμένη οκτώ επώδυνα χρόνια, ωστόσο η χώρα θα εξακολουθήσει να εφαρμόζει έως το 2022 το τέταρτο μνημόνιο που συμφώνησε ο ΣΥΡΙΖΑ και το οποίο περιλαμβάνει σκληρές πολιτικές, όπως αυξήσεις φόρων και νέες μειώσεις στις συντάξεις, ενώ έχει αναλάβει και την υποχρέωση τήρησης των απαιτητικών δημοσιονομικών στόχων για τα επόμενα 42 χρόνια, από τους οποίους δεν θα μπορεί να παρεκκλίνει ώσπου να αποπληρώσει το 75% των δανείων του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης (ESM), συνολικού ύψους 204 δισ. ευρώ!
Ύστερα από τριάμισι χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, η Ελλάδα βγαίνει από την οκταετή μνημονιακή της περιπέτεια έχοντας απολέσει το 25% του ΑΕΠ της, με 200.000 περισσότερους ανέργους, με ένα αποδυναμωμένο τραπεζικό σύστημα που έχει 120 δισ. ευρώ λιγότερες καταθέσεις σε σχέση με το 2010 και κυρίως έχοντας αιμορραγήσει σε ανθρώπινο δυναμικό (brain drain), καθώς 500.000 Έλληνες, εργαζόμενοι υψηλών προσόντων, εγκατέλειψαν τη χώρα για μια καλύτερη τύχη στο εξωτερικό. Αξίζει να σημειωθεί ότι 40 δισ. ευρώ καταθέσεων και 300.000 Έλληνες εργαζόμενοι εκπατρίσθηκαν μετά την έλευση του ΣΥΡΙΖΑ.
Το «προπατορικό αμάρτημα»
Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι ψέγουν σε υψηλούς τόνους το πρώτο εξάμηνο της διακυβέρνησης Τσίπρα και τους χειρισμούς Βαρουφάκη για το τεράστιο πισωγύρισμα της ελληνικής οικονομίας το 2015 και για το ότι τελικά το ελληνικό χρέος επιβαρύνθηκε επιπρόσθετα με τα 61 δισ. ευρώ του τρίτου δανείου του ESM. Ωστόσο, πραγματοποιώντας τον απολογισμό της οκταετίας αυτής, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έχουν ήδη αρχίσει να μιλάνε για λάθος αποφάσεις και χειρισμούς, αλλά και να κάνουν μια αυτοκριτική για το ότι επιβλήθηκαν στην Ελλάδα πολιτικές που έπασχαν «σκανδαλωδώς» από πλευράς δημοκρατικής νομιμοποίησης και τελικά έφεραν στην εξουσία λαϊκιστές πολιτικούς όπως τον Αλέξη Τσίπρα.
Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) Κλάους Ρέγκλινγκ μιλώντας προ ημερών στη διαδικτυακή έκδοση του «Spiegel» αναφέρθηκε με αυτοκριτική διάθεση στο «προπατορικό αμάρτημα» των Ευρωπαίων και του ΔΝΤ στην υπόθεση της Ελλάδας, το οποίο δεν είναι άλλο από την καθυστερημένη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Ο Ρέγκλινγκ ομολόγησε αυτό που σχεδόν όλοι έχουν αναγνωρίσει ήδη από το 2012. Ότι εάν το περίφημο PSI, το κούρεμα του ελληνικού χρέους, είχε γίνει νωρίτερα από το 2012, σήμερα όλα θα ήταν διαφορετικά και για την Ελλάδα και για την Ευρώπη. «Θα ήταν αλαζονικό να πούμε ότι κάναμε τα πάντα σωστά στην Ελλάδα (...) η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, για παράδειγμα, στην οποία οι ιδιώτες κάτοχοι ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου έπρεπε να διαγράψουν περισσότερα από 100 δισ. ευρώ το 2012, θα έπρεπε να είχε έρθει νωρίτερα» είπε χαρακτηριστικά.
Σήμερα, το ελληνικό δημόσιο χρέος ανέρχεται στα 360 δισ. ευρώ, όταν το ΑΕΠ της Ελλάδας είναι στα 180 δισ. ευρώ, περίπου. Το 2010, πριν το πρώτο μνημόνιο, το ελληνικό δημόσιο χρέος ήταν στα 320 δισ. ευρώ και το ελληνικό ΑΕΠ στα 220 δισ. ευρώ. Απλώς το χρέος είναι σήμερα 40 δισ. ευρώ μεγαλύτερο από ότι πριν τα μνημόνια και το ΑΕΠ 40 δισ. ευρώ μικρότερο. Αυτό το γεγονός δεν μπορεί να χαρακτηριστεί επιτυχία και σίγουρα δεν μπορεί να πανηγυρίζεται ως επιτυχημένη προσαρμογή. Και ο βασικός λόγος είναι πως όσα κέρδισε η Ελλάδα με το PSI τα έχασε με το τρίτο μνημόνιο που φόρτωσε με αχρείαστο χρέος τα ελληνικά νοικοκυριά.
Το μεγαλύτερο μάλιστα πρόβλημα της υπόθεσης του ελληνικού χρέους είναι ότι τα σχεδόν 260 δισ. ευρώ από τα 360 δισ. ευρώ του χρέους είναι στα χέρια του επίσημου τομέα. Δηλαδή ο κίνδυνος βαραίνει κυρίως τους Ευρωπαίους φορολογουμένους και όχι τους ιδιώτες. Και αυτό καθιστά την Ελλάδα μια sui generis υπόθεση, που οι επενδυτές θεωρούν περίπλοκη και ως εκ τούτου μη θελκτική.
Οι αποκαλύψεις του ΔΝΤ
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ήδη από το 2015 έχει αποκαλύψει όλο το παρασκήνιο και τους λάθος χειρισμούς του πρώτου μνημονίου. Εκθέσεις που έχει καταρτίσει το ΔΝΤ αναφέρονται εκτενώς τόσο στην επιρροή που είχε η Γερμανία στο Ταμείο το 2010, στις ευθύνες του τότε γενικού διευθυντή του οργανισμού Ντομινίκ Στρος-Καν στον σχεδιασμό του ελληνικού προγράμματος, αλλά και στην αδυναμία της κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου να συνδιαμορφώσει τις αποφάσεις για την Ελλάδα.
Διαχρονικά για να χορηγήσει το ΔΝΤ δάνειο σε μια χώρα καθ' υπέρβαση της ποσόστωσής της θα πρέπει να αποδειχθεί ότι το χρέος της μπορεί μεσοπρόθεσμα να καταστεί βιώσιμο. Παρακάμπτοντας αυτήν την προϋπόθεση το 2010, μέσω μιας «συστημικής εξαίρεσης», το ΔΝΤ χορήγησε τριετές δάνειο στην Ελλάδα ύψους 30 δισ. ευρώ, χωρίς να έχει προηγηθεί «κούρεμα» χρέους, με την επίκληση πως υπήρχε σοβαρός κίνδυνος εξάπλωσης της κρίσης στην ευρωζώνη. Πιο απλά, το Ταμείο δάνεισε την Ελλάδα χωρίς να έχει διασφαλίσει τη βιωσιμότητα του χρέους της. Και αυτό αποδείχτηκε καταστροφικό.
Ύστερα από πιέσεις του αμερικανικού Κογκρέσου, τον Δεκέμβριο του 2015, το ΔΝΤ αποφάσισε την κατάργηση της «συστημικής εξαίρεσης» και την αναμόρφωση των κανόνων δανεισμού του. Στην έκθεση τεκμηρίωσης που είχε δημοσιοποιήσει για την κατάργηση της «συστημικής εξαίρεσης» ανέφερε πως η εξαίρεση δεν ήταν τελικά σωστή, καθώς δεν απέτρεψε τη μετάδοση και διάχυση των επιπτώσεων της ελληνικής κρίσης σε άλλες χώρες της ευρωζώνης και καθυστέρησε την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, κάτι που είχε πολύ σοβαρές επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία.
Μάλιστα, αυτό έγινε όταν εντός του Ταμείου όλοι αμφέβαλαν για τις παραδοχές του προγράμματος στήριξης της Ελλάδας. Εμπιστευτική επιστολή του πρώην επικεφαλής ανάλυσης του ΔΝΤ Ολιβιέ Μπλανσάρ προς τον τότε επικεφαλής του ελληνικού προγράμματος Πόουλ Τόμσεν, με ημερομηνία 4 Μαΐου 2010, προειδοποιούσε ότι «η διεθνής εμπειρία καταδεικνύει πως μια αθροιστική δημοσιονομική προσαρμογή 16% σε μια τέτοια μικρή περίοδο και με τόσο εμπροσθοβαρή προσαρμογή δεν έχει ποτέ επιτευχθεί» και ότι «το πρόγραμμα θα μπορούσε να εκτροχιασθεί άμεσα ακόμη και με πλήρη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων».
Ο εκβιασμός Τρισέ
Στην προαναφερόμενη έκθεση τεκμηρίωσης του ΔΝΤ επισημαίνεται ότι στην περίπτωση της Ελλάδας το 2010 δεν περιελήφθη στο πρόγραμμα αναδιάρθρωση του χρέους «με έγκριση της ίδιας της χώρας». Ωστόσο, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αποκάλυψε ότι αν και κατά την τέταρτη αξιολόγηση του προγράμματος (Απρίλιος 2011) κατέστη σαφής η ανάγκη για «κούρεμα» του χρέους, αυτή η πρόβλεψη δεν έγινε σαφής στην τέταρτη έκθεση αξιολόγησης του προσωπικού του Ταμείου (την είχε καταρτίσει ο Πόουλ Τόμσεν). Η πραγματικότητα είναι πως κάποιοι σε Γερμανία, Γαλλία και ΕΚΤ κέρδισαν εκείνη την περίοδο χρόνο για τους Ευρωπαίους τραπεζίτες που τα προηγούμενα χρόνια είχαν αγοράσει μαζικά ελληνικά ομόλογα υποτιμώντας τους κινδύνους.
Σημειώνεται πως στις 6 Απριλίου 2011 ο τότε υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου είχε ενημερώσει τα μέλη της τρόικας για την πρόθεση της Ελλάδας να ζητήσει την επιμήκυνση του χρέους που διακρατούσε ο ιδιωτικός τομέας, δηλαδή οι ευρωπαϊκές τράπεζες. Την επομένη ημέρα ο τότε επικεφαλής της ΕΚΤ Ζαν-Κλοντ Τρισέ έστειλε προς τον τότε πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου απόρρητη επιστολή στην οποία προειδοποιούσε πως «η επιδίωξη αυτής της στρατηγικής θα έθετε σε μείζονα κίνδυνο την αναχρηματοδότηση της Ελλάδας σε ευρώ». Δηλαδή ότι η ΕΚΤ θα έκλεινε τη στρόφιγγα της ρευστότητας προς την Ελλάδα. Μετά το «τελεσίγραφο» αυτό η Ελλάδα υπαναχώρησε. Κερδισμένες βγήκαν οι τράπεζες που από τον Απρίλιο του 2011 έως τον Φεβρουάριο του 2012 απομοχλεύτηκαν από τον ελληνικό κίνδυνο.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της Παρασκευής 17 Αυγούστου.