Οι διεργασίες στη ΝΔ και η «παγίδα» στην αντιπολίτευση
Shutterstock
Shutterstock

Οι διεργασίες στη ΝΔ και η «παγίδα» στην αντιπολίτευση

Η επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη να προχωρήσει στη νομοθέτηση του πολιτικού γάμου των ομόφυλων ζευγαριών, ήταν μια επιχείρηση αυξημένης δυσκολίας από την αρχή της. Ο πρωθυπουργός γνώριζε ότι θα προσέκρουε στα συντηρητικά αντανακλαστικά μιας μερίδας στελεχών και βουλευτών του, όπως γνώριζε την κάθετη διαφωνία της αντιπολίτευσης εκ δεξιών του ή τις ενστάσεις της Εκκλησίας.

Ίσως αυτό, που δεν ανέμενε να ήταν η επαμφοτερίζουσα στάση του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, που δεν αφορά τόσο στην ουσία της νομοθετικής ρύθμισης, αλλά στην αντιπολιτευτική τους τακτική.

Το πλαίσιο, που προωθεί η κυβέρνηση είναι πλέον απολύτως σαφές. Για τα ομόφυλα ζευγάρια θα υπάρχει εκτός από το σύμφωνο συμβίωσης και ο πολιτικός γάμος, όπως και η δυνατότητα υιοθεσίας. Δεν θα υπάρχει, όμως, η παρένθετη μητρότητα, ούτε η αποδοχή των όρων «γονέας 1 και γονέας 2».

Ωστόσο, τα παιδιά, που έχουν γεννηθεί έως σήμερα με παρένθετη μητέρα, θα αποκτήσουν όλα τα δικαιώματα. Οι κοινοβουλευτικοί συσχετισμοί, που δημιουργούνται για την ψήφιση αυτής της νομοθετικής πρότασης, είναι ακόμη ρευστοί, παρά το γεγονός ότι πρόκειται να νομοσχέδιο, που απαιτεί απλώς την πλειοψηφία των ψηφισάντων.

Για την Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας πρόκειται χωρίς αμφιβολία για ένα κρας τεστ, όπως και για τη συνοχή της κυβέρνησης. Καταλήγοντας στο προτεινόμενο νομοθετικό πλαίσιο, είναι σαφές ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έλαβε ουσιαστικά υπόψιν του το πολιτικό κλίμα, αλλά και τις διαθέσεις της κοινής γνώμης, μην περιλαμβάνοντας τελικά σε αυτό ρυθμίσεις, όπως η παρένθετη μητρότητα και η ορολογία περί γονέα 1 και 2.

Ο ίδιος, άλλωστε, τόνισε ότι η πολιτεία δεν θα πειραματιστεί στο θέμα αυτό, αλλά και ότι η ελληνική κοινωνία δεν είναι έτοιμη για τέτοιου είδους ρυθμίσεις, επιλέγοντας να νομοθετηθούν όσα ισχύουν σε τουλάχιστον άλλες 20 χώρες της Ευρώπης.

Σαφές, όμως, είναι ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιδιώκει να εντάξει τη συνολική πρωτοβουλία στις υποχρεώσεις της πολιτείας για τον σεβασμό των δικαιωμάτων μιας μερίδας συμπολιτών και να ξεπεράσει κομματικές γραμμές και στοχεύσεις, πολιτικό κόστος ή μικροπολιτικές σκοπιμότητες, υπερβαίνοντας και το παρελθόν του κόμματός του, όταν το 1982 καταψήφιζε τις αλλαγές στο οικογενειακό δίκαιο.

Οι διεργασίες στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας είναι έντονες, κυρίως από τη στιγμή, που είναι γνωστές πλέον οι προβλέψεις, που θα περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο. Την ερχόμενη Δευτέρα και Τρίτη, οι βουλευτές θα ενημερωθούν αρμοδίως στα γραφεία του κόμματος από κυβερνητικά στελέχη, μεταξύ αυτών τους κυρίους Σκέρτσο και Γεωργιάδη, για τις ακριβείς προβλέψεις της ρύθμισης.

Η αίσθηση, που δίνεται από τις τελευταίες τοποθετήσεις κυβερνητικών βουλευτών είναι ότι οι ενστάσεις και οι αντιρρήσεις μπορεί και να έχουν αμβλυνθεί, ωστόσο δεν έχουν εκλείψει. Τουλάχιστον 10 βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας δηλώνουν δημοσίως την αντίθεσή τους, ενώ κάποιοι εξ αυτών επιφυλάσσονται για την τελική τους στάση. Το ζητούμενο είναι τι θα πράξουν την ημέρα ψήφισης του επίμαχου νομοσχεδίου.

Με σαφήνεια ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδειξε ότι δεν επιθυμεί το θέμα να μετατραπεί σε εσωκομματικό πρόβλημα, αποφασίζοντας μην θέσει ζήτημα κομματικής πειθαρχίας, αλλά και να υποδείξει ουσιαστικά στους διαφωνούντες να απέχουν από τη διαδικασία, ως μια στάση «έντιμου συμβιβασμού», που και υπακούει στις προσωπικές τους πεποιθήσεις και δε δημιουργεί πρόβλημα στην κυβέρνηση. Οι διεργασίες και οι ζυμώσεις το επόμενο διάστημα αναμένεται να ενταθούν, με το ερώτημα να παραμένει για το πόσοι τελικά βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας θα καταγράψουν τη διαφωνία τους και με ποιον τρόπο.

Ιδιαίτερο βάρος, πάντως, αποκτά η στάση υπουργών, κατά κύριο λόγο του Μάκη Βορίδη, ο οποίος έχει ταχθεί δημοσίως κατά του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών, καθώς διαμηνύεται από το κυβερνητικό επιτελείο ότι οι υπουργοί φέρουν αυξημένη ευθύνη απέναντι στις νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης.

Το θέμα, παρά τις περί του αντιθέτου προβλέψεις, δεν αποδείχθηκε απλό ούτε για την αντιπολίτευση. Ο ΣΥΡΙΖΑ, έχοντας καταθέσει τη δική του νομοθετική πρόταση, η οποία περιλαμβάνει και όσα η κυβέρνηση επέλεξε να αφήνει εκτός πλαισίου προς ώρας –δηλαδή την παρένθετη μητρότητα και τους όρους γονέας 1 και γονέας 2– χαρακτήρισε αρχικά «μισή» τη ρύθμιση της κυβέρνησης.

Μετά από 24 ώρες, όπου στελέχη του άφηναν ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα, ο Στέφανος Κασσελάκης ανακοίνωσε ότι το κόμμα του θα υπερψηφίσει, βάζοντας μάλιστα ζήτημα κομματικής πειθαρχίας στους βουλευτές του και απορρίπτοντας, έτσι, ένα σκεπτικό «όλα ή τίποτα».

Από την άλλη πλευρά, το ΠΑΣΟΚ, που επί της αρχής είχε δηλώσει σύμφωνο, συνέδεσε την στάση του με την στάση των κυβερνητικών βουλευτών, μετά την δήλωση Ανδρουλάκη ότι δεν θα βοηθήσει την κυβέρνηση να δέσει τα κορδόνια της, δήλωση που προκάλεσε και την ευθεία αντιπαράθεσή του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Το ερώτημα, που προκύπτει είναι πλέον αν το ΠΑΣΟΚ θα πάρει την ευθύνη να καταψηφίσει μια ρύθμιση, που εφάπτεται των πολιτικών του θέσεων ή αν θα ξεπεράσει τα αντιπολιτευτικά «στεγανά» και θα υπερψηφίσει, αποφεύγοντας την «παγίδα».