Σάλο προκάλεσε το 1988 σε εκκλησιαστικούς κύκλους και θρησκευτικές οργανώσεις η ταινία του Μάρτιν Σκορσέζε ο Τελευταίος πειρασμός, βασισμένη στο ομώνυμο έργο του Νίκου Καζαντζάκη. Το έργο απαγορεύτηκε με απόφαση του υπουργείου Πολιτισμού.
Όμως το 1989 το Συμβούλιο της Επικρατείας, στο οποίο έγινε προσφυγή για την ταινία, έκρινε πως η απαγόρευση παραβίαζε την ελευθερία της έκφρασης και εξ αυτού η ταινία επιτράπηκε να προβληθεί.
Και όπως έχει γράψει ο αείμνηστος Σταύρος Τσακυράκης «Η αμφισβήτηση της καλλιτεχνικής δημιουργίας που οδηγεί στη λογοκρισία δεν στηρίζεται παρά σε υποκειμενικές ιδεολογικές και αισθητικές προτιμήσεις, οι οποίες σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία δεν επιτρέπεται να επιβάλλονται με το νόμο».
Είναι μακρά η σειρά παρεμβάσεων του θρησκευτικού ταλιμπανισμού σε έργα τέχνης. Τελευταίο κρούσμα η επίθεση του βουλευτή της Νίκης Νίκου Παπαδόπουλου - αυτού που πιστεύει ότι «οι Καλικάτζαροι βγαίνουν από τα έγκατα της γης της Άγιες μέρες για να επιτεθούν στον λαό του Θεού».
Έχει κάθε δικαίωμα να μην τους αρέσουν οι συγκεκριμένοι πίνακες - ούτε και σε μας άλλωστε. Έχει δικαίωμα να νομίζει ότι προσβάλλουν την πίστη του. Εκεί σταματούν τα όριά του. Πολύ περισσότερο που δεν υπήρξε κάποια μαζική τηλεοπτική προβολή ώστε να φτάσει στα σπίτια των πιστών απρόσκλητο το περιεχόμενο της έκθεσης.
Οι πίνακες εκτίθενται σε συγκεκριμένο χώρο στον οποίο προσέρχονται οι θιασώτες της τέχνης. Μυημένοι ώριμοι πολίτες, δεκτικοί στους εικονοκλαστικούς πειραματισμούς των καλλιτεχνικών δημιουργιών και ρευμάτων.
Μιλώντας στην Καθημερινή ο εικαστικός Χρ. Κατσαδιώτης δήλωσε ότι «ο τρόπος έκφρασης στη συγκεκριμένη έκθεση είναι ποιητικός χωρίς να απεικονίζει κάτι προσβλητικό. Φυσικά, κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να συμφωνήσει μαζί μου, ούτε ιδεολογικά, ούτε αισθητικά. Είναι όμως η δική μου οπτική και ο ρόλος του καλλιτέχνη είναι να θέτει απόψεις και ερωτήματα».
Όντας έτσι είναι αφού έτσι νομίζει. Δεν μας επέβαλε την άποψή του. Στην ελεύθερη ευχέρειά μας ήταν η επίσκεψη στον εκθεσιακό χώρο, και στο αισθητικό, πνευματικό και καλλιτεχνικό μας φίλτρο η αποδοχή ή απόρριψη των καλλιτεχνημάτων του.
Και σίγουρα ως πολίτες δεν έχουμε ανάγκη τον χουλιγκανισμό του εν λόγω τραμπούκου βουλευτή, για να μας προστατέψει από τα καινά δαιμόνια που κομίζει ο καλλιτέχνης.
Η Λίνα Μενδώνη είχε απαντήσει σε σχετική ερώτηση που είχε καταθέσει πριν την εισβολή του, στην οποία υποστήριζε ότι τα εκθέματα αυτά προσβάλλουν τα θρησκευτικά πιστεύω των Ελλήνων: «Το υπουργείο Πολιτισμού, δρώντας πάντοτε με γνώμονα την προστασία της εν γένει πολιτιστικής και καλλιτεχνικής κληρονομιάς της χώρας, ουδέποτε προβαίνει σε ενέργειες λογοκρισίας».
Ως πολίτες δεν έχουμε επίσης την ανάγκη ρασοφόρων παιδονόμων. Γι’ αυτό προκαλεί δυσάρεστη εντύπωση η ανακοίνωση της ιεράς Συνόδου. Εβδομήντα χρόνια από τότε που το Βατικανό έβαλε τον «Τελευταίο Πειρασμό» στον κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων, παραμένει μουσειακή ενώ στην κοινωνία έχουν υπάρξει τόσες αλλαγές. Εκφράζει «την λύπη της για το περιεχόμενο των συγκεκριμένων έργων.
Ως εδώ καλά, είναι άλλωστε δικαίωμά της, όπως και δικό μας να μας αρέσουν ή όχι. Όμως τονίζει πως «αποφάσισε να ενεργήσει τα δέοντα προς την Ελληνική Κυβέρνηση».
Ποια είναι τα δέοντα; Τα δέοντα είναι προφανώς κατασταλτικής μορφής, που στην πιο ελαφρά μορφή τους είναι η έκφραση παραπόνου, και στην ακραία της η απαίτηση αποκαθήλωσης των έργων.
Με ποιο δικαίωμα θα το κάνει; Η καλλιτεχνική δημιουργία δεν την αφορά. Δεν είναι υποχρεωμένη να την κατανοεί, ούτε να την αποδέχεται. Κυρίως όμως δεν της πέφτει λόγος. Αρμόδια είναι μόνο για τις εικόνες των εκκλησιών. Δεν χρειάζονται προστάτες θρησκευτικών ηθών οι πολίτες, και δη εκείνοι που προσέρχονται σε καλλιτεχνικές εκθέσεις.
Η ετέρα πρόκληση προέρχεται από το κόμμα του τραμπούκου βουλευτή. Το κόμμα του, χριστιανικό υποτίθεται και πράο, όχι μόνο δεν τον διαγράφει για την ανοίκεια συμπεριφορά του, αλλά του αναγνωρίζει και «ιερή αγανάκτηση».
Υπό το κράτος της ιερής αγανάκτησης «κατέβασε τις ανίερες, τερατώδεις και βλάσφημες ζωγραφιές που προσβάλλουν ιερό πρόσωπο της Παναγίας και τους αγίους μας». Μα μόνος του ο αρχηγός της Νίκης Δημ. Νατσιός μιλάει για ζωγραφιές. Όχι για εικόνες!
Θα πει κάποιος πιστός, ότι και ο Ιησούς οργίστηκε και τα έκανε λίμπα στον Ναό της Ιερουσαλήμ. Αλλά ο Ιησούς είδε στον Ναό εμπόρους και αργυραμοιβούς, να εκμεταλλεύονται τους πιστούς, να έχουν μετατρέψει τον Οίκο του σε «σπήλαιο ληστών» (Ματθαίος). Ο Ιησούς οργίστηκε για την εκμετάλλευση των πιστών όχι γιατί δεν του άρεσαν κάποιες ζωγραφιές.