Οι μάσκες έπεσαν -πολύ νωρίτερα από ό,τι περιμέναμε: κατά δήλωση του ίδιου του υποτιθέμενου αρχηγού τους, οι «Σπαρτιάτες» δεν είναι κόμμα, αλλά «Greek mafia».
Επίσης, ο «αρχηγός» δεν είναι αρχηγός, αφού δεν νοείται αρχηγός τον οποίο δεν αποδέχονται οι βουλευτές του και ο ίδιος λέει ότι οι βουλευτές του παίρνουν εντολές από αλλού -και μάλιστα από φυλακές. Ένα κόμμα που δεν είναι κόμμα αλλά προκάλυμμα κι ένας «αρχηγός» που δεν είναι πραγματικός αρχηγός: ο φάκελος με τα στοιχεία για την παγίδα που έστησαν στη δημοκρατία οι Σπαρτιάτες, και όσοι βρίσκονται πίσω τους, διαρκώς φουσκώνει. Και στο μεταξύ η δημοκρατία μας όλο και κατρακυλάει.
Τρία είναι, ιδίως μετά τις πρόσφατες εξελίξεις, τα κύρια θεσμικοπολιτικά ζητήματα που θέτει η παρουσία και η δράση των Σπαρτιατών. Το πρώτο και σημαντικότερο, αλλά που δεν θα κριθεί αμέσως, αφορά στη νομιμότητα συμμετοχής αυτού του κόμματος στις τελευταίες εκλογές.
Το ζήτημα δεν έκλεισε με την απόφαση του Α΄ Τμήματος του Αρείου Πάγου με την οποία επιτράπηκε στους Σπαρτιάτες να κατεβάσουν συνδυασμούς, ούτε με την ψήφο των συμπολιτών μας που έστειλαν τους Σπαρτιάτες στη Βουλή.
Και τούτο γιατί, από τη στιγμή που έγινε προσφυγή ενώπιον του «Εκλογοδικείου», δηλαδή της οικείας σύνθεσης του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου (άρθρο 100 του Συντάγματος), κατά της εκλογής ενός εκ των 12 βουλευτών των Σπαρτιατών, το δικαστήριο θα κληθεί να κρίνει αν οι Σπαρτιάτες σεβάστηκαν τις επιταγές υπηρέτησης της δημοκρατίας (άρθρο 29 παρ. 1 του Συντάγματος) και της «ελεύθερης και ανόθευτης εκδήλωσης της λαϊκής θέλησης» (άρθρο 52 Συντάγματος).
Στο μέτρο που αποδειχθεί ότι οι Σπαρτιάτες αποτελούσαν προκάλυμμα άλλου κόμματος και η πραγματική ηγεσία τους ήταν άλλη από αυτή που εμφανιζόταν ότι είναι, αν δηλαδή, για να το πούμε λιγότερο νομικά, οι πολίτες ψηφίζοντας Σπαρτιάτες στις εκλογές της 25ης Ιουνίου ψήφιζαν άλλο κόμμα, είτε το γνώριζαν είτε όχι, τότε πιθανώς να κριθεί ότι υπάρχει νόθευση της λαϊκής βούλησης και να ακυρωθεί η εκλογή όλων των υπό τέτοιες συνθήκες εκλεγμένων βουλευτών. Τα πρόσφατα γεγονότα προσθέτουν αποδεικτικό υλικό, και μάλιστα εκ των έσω, σε αυτή την επιχειρηματολογία, ωστόσο η τελική κρίση ανήκει στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο και δεν θα ληφθεί πριν από αρκετούς μήνες.
Εν τω μεταξύ υπάρχουν δυο πιο επείγοντα και πιο ειδικά ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν: τι θα γίνει με την κοινοβουλευτική ομάδα των Σπαρτιατών, από τη στιγμή που πολλοί, ίσως και όλοι οι βουλευτές, εμφανίζουν τάσεις «απόσχισης» από τον εμφανιζόμενο ως αρχηγό τους και τι χειρισμού θα τύχει η κρατική χρηματοδότηση του κόμματος.
Ως προς το πρώτο: για να διατηρηθεί η κοινοβουλευτική ομάδα των Σπαρτιατών υπό την παρούσα μορφή της είναι αναγκαίο να παραμείνουν τουλάχιστον 5 βουλευτές (άρθρο 15 παρ. 2 Κανονισμού της Βουλής).
Για να συγκροτήσουν «αποσχισθέντες» βουλευτές νέα κοινοβουλευτική ομάδα, αυτοί θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 10, δηλαδή να μείνει μόνος του ο τυπικά αρχηγός: ο Κανονισμός της Βουλής λέει ότι 5 βουλευτές συγκροτούν κοινοβουλευτική ομάδα μόνον όταν «το κόμμα με το οποίο εκλέχτηκαν και στο οποίο εξακολουθούν να ανήκουν» έλαβε μέρος στις εκλογές και πήρε το 3% (από τη στιγμή που βουλευτές «αποσχισθούν», δεν θα εξακολουθούν να ανήκουν).
Η ύπαρξη κοινοβουλευτικής ομάδας δίνει σημαντικά προνόμια (παραχώρηση χώρων, στελέχωση, χρόνος ομιλίας κλπ) και συνδέεται και με την καρδιά, ίσως, του πρόσφατου εμφυλίου σπαραγμού, δηλαδή της χρηματοδότησης των Σπαρτιατών.
Η χρηματοδότηση στο ελληνικό πολιτικό σύστημα είναι κρατική (άρθρο 29 παρ. 2 του Συντάγματος), σχετίζεται με τις εκλογικές επιδόσεις κάθε κόμματος, προσδιορίζεται με ειδική απόφαση και ελέγχεται από Επιτροπή αποτελούμενη από εκπροσώπους όλων των συμμετεχόντων στη Βουλή κομμάτων και τρεις ανώτατους δικαστικούς (ν. 3023/2002, όπως ισχύει).
Η χρηματοδότηση πάει σε κόμμα, όχι σε πρόσωπα, και για τη διαχείριση της είναι αρμόδιο το κατά το Καταστατικό του κόμματος οριζόμενο πρόσωπο, συνήθως ο αρχηγός του. Στους Σπαρτιάτες δεν υπάρχει Καταστατικό και ο αρχηγός είναι απλώς τυπικά και όχι ουσιαστικά αρχηγός και πάντως υπό ανοιχτή αμφισβήτηση -γι' αυτό έχει ανοίξει η όρεξη κάποιων για το μπόλικο κρατικό χρήμα (πάνω από 1 εκατομμύριο για το συγκεκριμένο κόμμα σε όλη τη θητεία, αν τα πράγματα πάνε ομαλά).
Αναστολή της χρηματοδότησης προβλέπεται, με απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας της Βουλής, μόνο στην περίπτωση άσκησης δίωξης και επιβολής προσωρινής κράτησης κατά του αρχηγού του χρηματοδοτούμενου κόμματος ή του επικεφαλής της κοινοβουλευτικής του ομάδας ή του προσώπου που ασκεί την «πραγματική διεύθυνση» (άρθρο 7 Α ν. 3023/2002). Ο έλεγχος, ωστόσο, του τρόπου με τον οποίο γίνεται η διαχείριση της κρατικής χρηματοδότησης είναι διαρκής και σε περίπτωση που διαπιστωθεί παράβαση από την αρμόδια Επιτροπή προβλέπονται κυρώσεις και πρόστιμα.
Να όμως που, ήδη, μόλις δυο μήνες μετά την έναρξη της θητείας, τα πράγματα δεν βαίνουν διόλου ομαλά ούτε για τους Σπαρτιάτες ούτε για την κοινοβουλευτική τάξη. Μόνη παρηγοριά η αυτο-αποκάλυψη, που μακάρι να οδηγήσει και σε κάθαρση.
* Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι Συνταγματολόγος