«Το πιο σημαντικό που πρέπει να γίνει είναι όλες οι θετικές ειδήσεις στον τομέα της οικονομίας να περάσουν, ακόμα περισσότερο, στην καθημερινότητα των πολιτών», επισήμανε ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος και γραμματέας της Πολιτικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας, Παύλος Μαρινάκης, κατά την ομιλία του στο The Third Thessaloniki Metropolitan Summit που οργανώνει ο ECONOMIST σε συνεργασία με το Powergame.gr, ενώ υπογράμμισε πώς η Παιδείας μας ενώνει και πρέπει να βγει έξω από τη σκληρή πολιτική αντιπαράθεση.
"Σήμερα έχουμε τη δυνατότητα να μιλάμε πλέον για μία ανεργία, η οποία πλησιάζει σε μονοψήφια ποσοστά, είναι λίγο πάνω από 10%. Και έχουμε τη δυνατότητα να λέμε ότι είμαστε η πρώτη χώρα σε ρυθμό μείωσης του χρέους ως προς το ΑΕΠ, έχουμε τη δυνατότητα να λέμε ότι αυτό το τρίμηνο έχουμε τη δεύτερη ταχύτερη ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ότι έχουμε αυξημένο κατά 15% αυξημένο τον μέσο μισθό και κατά 20% τον κατώτατο μισθό", τόνισε ο κ. Μαρινάκης για να δείξει τη σημερινή εικόνα της οικονομίας, παραπέμποντας στη σύγκριση με εκείνη πριν 5 ή 6 χρόνια.
"Αυτά είναι σίγουρα πολύ σημαντικά νέα αλλά δεν είναι αρκετά, γιατί στην Ελλάδα οι πολίτες βιώνουν μία παρατεταμένη πληθωριστική κρίση και ιδιαίτερα οι νεότεροι πολύ πιο έντονα", είπε και συνέχισε:"Είναι σημαντικό ότι έχει μειωθεί η ανεργία στους νέους κατά 10 μονάδες, είμαστε η τέταρτη χώρα σε ρυθμούς μείωσης της, αλλά παραμένει η υψηλότερη στην Ευρώπη.
Αυτό που θέλω να κάνουμε να κρατήσουμε τα θετικά αλλά σε καμία περίπτωση να μην εφησυχάζουμε και να μην πανηγυρίζουμε. Δεν μπορούμε να πανηγυρίσουμε όταν βιώνουμε τόσες πολλές κρίσεις".
Υπογράμμισε ότι "η σημερινή κυβέρνηση αυτά που λέει τα εννοεί, αυτά που λέει προεκλογικά τα κάνει μετεκλογικά κι αυτό έχει μεγάλη σημασία για τους νεότερους ανθρώπους".
"Εχουμε μία κυβέρνηση η οποία δεν χρεώνει τις επόμενες γενιές για να γίνει προσωρινά αρεστή", σημείωσε.
Η Παιδείας μας ενώνει
Αναφερόμενος στα θέματα της Παιδείας ο κ. Μαρινάκης τόνισε πως η κυβέρνηση Μητσοτάκη έκανε για πρώτη φορά διορισμούς μόνιμων εκπαιδευτικών ύστερα από 10 χρόνια και διόρισε μόνιμους στην Ειδική Αγωγή για πρώτη φορά από τη μεταπολίτευση.
"Ήμασταν στο υπόγειο κι έχουμε καταφέρει να βρεθούμε το δεύτερο ή στον τρίτο όροφο, αλλά έχουμε ακόμα δρόμο για να φτάσουμε ψηλά. Δώσαμε πολύ μεγάλη βαρύτητα να κλείσουμε και να τις πολλές τρύπες που είχε το εκπαιδευτικό μας σύστημα", είπε.
Επισήμανε ότι πέρα από τους 27.000 διορισμούς μονίμων εκπαιδευτικών η κυβέρνηση αύξησε κατά 13% τη χρηματοδότηση για την Παιδεία και σημείωσε: "Έχουμε να κάνουμε πολλά περισσότερα σήμερα. Να ενισχύσουμε κι άλλο περισσότερο τα δημόσια Πανεπιστήμια και τα δημόσια σχολεία. Αλλά θεωρώ ότι ο "ελέφαντας στο δωμάτιο" είναι να βγάλουμε έξω από τη σκληρή αντιπαράθεση τα ζητήματα της Παιδείας".
Είπε ότι ο λαϊκισμός και η "επαναστατική γυμναστική" δεν πρόσφεραν τίποτε και τόνισε την ανάγκη να υπάρξει συμφωνία των πολιτικών δυνάμεων στα βασικά, όπως είναι η ασφάλεια των Πανεπιστημίων.
Τόνισε πως ειδικά τώρα που η αξιωματική αντιπολίτευση έχει πρόεδρο απόφοιτο ιδιωτικού Πανεπιστημίου είναι λίγο υποκρισία και αδικία να μην μπορεί ένας νέος στην Ελλάδα να σπουδάσει, άμα θέλει, σε ένα ιδιωτικό Πανεπιστήμιο.
Υπενθύμισε ότι είναι δέσμευση του πρωθυπουργού να "τρέξει" τη συγκεκριμένη μεταρρύθμιση και με διακρατικές συμφωνίες και με την αναθεώρηση του άρθρου 16.
"Να συμφωνήσουμε στο ότι η Παιδεία μας ενώνει μέσα από πολιτικές οι οποίες κάνουν καλύτερο το Πανεπιστήμιο, κάνουν καλύτερα το σχολείο", είπε ο κ. Μαρινάκης.
Πρόσθεσε πως η κυβέρνηση θα δώσει ακόμα μεγαλύτερη έμφαση στην επαγγελματική εκπαίδευση, στην ειδική αγωγή, στην παράλληλη στήριξη ώστε να μην υπάρχουν μαθητές δύο ή τριών κατηγοριών και σημείωσε:"Κοινωνική πολιτική με πράξεις, όχι με συνθήματα χωρίς αντίκρισμα και πορείες".
Ο κ. Μαρινάκης συμμετείχε στο ίδιο πάνελ με τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του ΠΑΣΟΚ - ΚΙΝΑΛ Δημήτρη Μάντζο, με θέμα συζήτησης την Οικονομία και την Παιδεία.
Όλη η ομιλία του Πάυλου Μαρινάκη
«Ευχαριστούμε πάρα πολύ τους διοργανωτές για την πολύ σημαντική ευκαιρία που μας δίνουν και είμαι και πολύ χαρούμενος που βρίσκομαι εδώ με τον Δημήτρη τον Μάντζο. Έχουμε βρεθεί σε πολλά προεκλογικά πάνελ αλλά μπορώ να πω ότι παρά το γεγονός ότι ανήκουμε σε διαφορετικούς πολιτικούς χώρους, είναι και αυτός από τους ανθρώπους με τους οποίους με ευπρέπεια, έχουμε κάνει πολύ ενδιαφέρουσες συζητήσεις.
Νομίζω ότι έχει καταφέρει ο ECONOMIST και στη χώρα μας, και ειδικά με την οργανωτική προσπάθεια που κάνει η πολύ δυνατή ομάδα του, να γίνει το Economist Summit ένας θεσμός, στον οποίο θέλουμε όλοι να βρισκόμαστε, ώστε να ανταλλάσσουμε απόψεις και κυρίως να θέτουμε στόχους με τους οποίους θα κριθούμε στην αμέσως επόμενη ευκαιρία. Είναι μία πραγματικά ανοικτή συζήτηση και είναι μία ακόμα καλή ευκαιρία να δούμε την πραγματική κατάσταση, μακριά από μία έντονη πολιτική αντιπαράθεση.
Είμαι και εγώ ένας από τους πολλούς που ανήκουν στις νεότερες γενιές – όχι και τόσο νέος πλέον, στα 35 αλλά σίγουρα ανήκω στη νεότερη γενιά– που είχαμε συνηθίσει να ξεκινάμε να μιλάμε για την οικονομία, γνωρίζοντας ότι η χώρα μας αποτελούσε για πάρα πολλά χρόνια πρώτη είδηση στο εξωτερικό, όχι για καλούς λόγους.
Η Ελλάδα ακουγόταν διαχρονικά για πολύ θετικές ειδήσεις, όμως για πάρα πολλά χρόνια στην οικονομία ήταν το μαύρο πρόβατο της Ευρώπης. Ήταν πρώτη είδηση για τη δημιουργία ελλειμμάτων και χρεών. Και το κυριότερο, όλο αυτό το πλήρωναν περισσότερο οι νεότερες γενιές.
Πολλές φορές έχουμε ακούσει τη φράση ότι «ανήκουμε σε μία γενιά που πλήρωσε μία κρίση που δεν δημιούργησε». Μπορεί να ακούγεται πλέον κλισέ, αλλά ήταν η πραγματικότητα. Είναι πολύ σημαντικό, λοιπόν, να βάλουμε δίπλα δύο εικόνες. Από τη μία, την εικόνα της Ελλάδας πριν από πέντε, έξι χρόνια, όλα τα χρόνια της κρίσης από το 2010 και μετά. Και από την άλλη την εικόνα της Ελλάδας σήμερα.
Που έχουμε την δυνατότητα να μιλάμε πλέον για την ανεργία, η οποία πλησιάζει σε μονοψήφια ποσοστά, οριακά πάνω από το 10%, έχοντας μειωθεί 7,5 μονάδες μέσα σε τέσσερα χρόνια.
Έχουμε τη δυνατότητα να λέμε ότι είμαστε η πρώτη χώρα σε ρυθμό μείωσης του χρέους ως προς το ΑΕΠ, έχουμε τη δυνατότητα να λέμε ότι και αυτό το τρίμηνο έχουμε τη δεύτερη ταχύτερη ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουμε τη δυνατότητα να έχουμε κατά 15% αυξημένο το μέσο μισθό και κατά 20% αυξημένο τον κατώτατο μισθό. Αυτές είναι σημαντικές ειδήσεις, είναι πολύ σημαντικά νέα. Αλλά σίγουρα δεν είναι αρκετά. Δεν είναι αρκετά, διότι και στην Ελλάδα και στη χώρα μας, οι πολίτες βιώνουν μία παρατεταμένη πληθωριστική κρίση.
Και ειδικότερα οι νεότεροι την βιώουν πολύ πιο έντονα. Είναι σημαντικό ότι έχουν μειωθεί τα ποσοστά ανεργίας στους νέους κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες, ότι είμαστε τέταρτοι σε ρυθμούς μείωσης της ανεργίας, η οποία παραμένει σημαντικά υψηλότερη στην υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτό, λοιπόν, που θεωρώ ότι πρέπει να κάνουμε, είναι, να κρατήσουμε τα θετικά, αλλά σε καμία περίπτωση να μην εφησυχάσουμε και να μην θεωρούμε ότι υπάρχει έστω και ένα δευτερόλεπτο περιθώριο να πανηγυρίσουμε, ειδικά όταν βιώνουμε τόσες πολλές κρίσεις.
Είναι σημαντικό ότι μπορούμε πλέον να μιλάμε για μία χώρα, η οποία έχει βάλει τάξη στα του οίκου της. Ότι μιλάμε για μία Κυβέρνηση, η οποία κάνει δύο πράγματα, εντελώς αντίθετα, από εκείνα που είχαμε συνηθίσει να ζούμε Μεταπολιτευτικά. Το πρώτο είναι ότι αυτά που λέει αυτή η Κυβέρνηση, τα εννοεί. Αυτά που λέει προεκλογικά, τα κάνει μετεκλογικά. Και πέραν της οικονομικής σημασίας που έχει αυτό, έχει μια πολύ μεγάλη σημασία, ειδικά για τους νεότερους ανθρώπους.
Ο βασικός λόγος που οι νέοι αποστρέφονται την πολιτική, ο βασικός λόγος που μας ακούνε και αλλάζουν, πολλές φορές, κανάλι, σε πολύ μεγάλο ποσοστό, είναι γιατί πίστευαν, -ελπίζω να σταματήσουν να το πιστεύουν, αυτό από εμάς ως πολιτικό σύστημα εξαρτάται-, ότι ό,τι και να ακούσουν, πολύ δύσκολα αυτό θα γίνει πράξη.
Το δεύτερο πολύ σημαντικό είναι, ότι σε μία χώρα, που εδώ και πάρα πολλά χρόνια -και το πλήρωσε πολύ ακριβά αυτό-, είχε μάθει να λειτουργεί με όρους μαξιμαλιστικούς, με το «ποιος θα δώσει τα περισσότερα», «ποιος θα τάξει τα περισσότερα», έχουμε πλέον μία Κυβέρνηση η οποία δεν χρεώνει τις επόμενες γενιές, για να γίνει προσωρινά αρεστή.
Για να μην σπαταλήσω όμως όλο τον χρόνο μιλώντας για την οικονομία, θέλω να καταλήξω λέγοντας ότι, μετά από μία τετραετία που θεωρώ ότι σταθήκαμε στα πόδια μας, το πιο σημαντικό που πρέπει να γίνει είναι, πλέον, όλες αυτές οι θετικές ειδήσεις να περάσουν ακόμα περισσότερο στην καθημερινότητα των πολιτών. Για να μην σας κουράσω άλλο με δείκτες, όλα όσα καταφέραμε, όπως ότι είμαστε πρωταθλητές στις εξαγωγές, πρέπει να περάσουν ακόμα περισσότερο στην καθημερινότητα. Και η πρώτη και μεγαλύτερη μάχη που καθημερινά δίνουμε είναι η μάχη με την ακρίβεια.
Η επόμενη μάχη που δίνουμε είναι για ακόμα καλύτερους μισθούς. Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχει θέσει έναν πρωταρχικό στόχο για αύξηση του μέσου μισθού στα 1500 ευρώ. Και έχουμε θέσει έναν ακόμα μεγάλο στόχο: οι νέοι άνθρωποι να βρίσκουν πολύ πιο εύκολα φθηνή κατοικία, στόχος για τον οποίο διπλασιάσαμε το αντίστοιχο πρόγραμμα.
Έχουμε θέσει και έναν τρίτο στόχο: να αντιστρέψουμε αυτό το πολύ άσχημο κύμα του δημογραφικού προβλήματος και της μείωσης του πληθυσμού. Για να τα καταφέρουμε αυτά πρέπει να νιώθουν ασφάλεια και σιγουριά οι νέοι άνθρωποι. Πρέπει να έχουν καλύτερες μισθολογικές συνθήκες. Άρα για να το περιγράψουμε κάπως σχηματικά: Ήμασταν στο υπόγειο, έχουμε καταφέρει και έχουμε βρεθεί στον δεύτερο ή και στον τρίτο όροφο, αλλά έχουμε ακόμα δρόμο, για να φτάσουμε ακόμα πιο ψηλά.
Και δύο λόγια σχετικά με την Εκπαίδευση. Είδα ξανά τα στοιχεία, για τις προτεραιότητες της Κυβέρνησης την προηγούμενη τετραετία. Η αλήθεια είναι ότι δώσαμε πάρα πολύ μεγάλη βάση στο να καλύψουμε κενά, να κλείσουμε όσο ήταν δυνατόν τις πολλές «τρύπες» που είχε το εκπαιδευτικό μας σύστημα, λόγω των Μνημονίων, λόγω της κατάστασης, δεν θέλω να προσωποποιήσω την ευθύνη ή να την συγκεκριμενοποιήσω σε ένα κόμμα.
Η Ελλάδα ήταν μία χώρα που είχε πάνω από 10 χρόνια να διορίσει μόνιμους εκπαιδευτικούς. Μπορεί για μία άλλη χώρα να ακούγεται κάτι το οποίο ήταν αυτονόητο, αλλά για τη δική μας δεν ήταν το γεγονός ότι είχαμε 24.700 διορισμούς μόνιμων εκπαιδευτικών. Για πρώτη φορά μετά την Μεταπολίτευση, δηλαδή σχεδόν 50 χρόνια, είχαμε επιτέλους διορισμούς εκπαιδευτικών Ειδικής Αγωγής.
Διπλασιάσαμε πρόσφατα το προσωπικό για την παράλληλη στήριξη. Η χρηματοδότηση για την Παιδεία, συνολικά, αυξήθηκε κατά 13%. Όλα αυτά είναι πολύ σημαντικές επιμέρους αποδείξεις ότι η εκπαίδευση, η δημόσια εκπαίδευση, το κοινωνικό πρόσημο στην εκπαίδευση, αποτέλεσαν προτεραιότητες για την Κυβέρνηση. Και συνεχίζουμε σε αυτή την κατεύθυνση.
Πού βρισκόμαστε σήμερα; Βρισκόμαστε σε μία κατάσταση όπου έχουμε να κάνουμε πολλά περισσότερα. Να ενισχύσουμε κι άλλο τα δημόσια πανεπιστήμια και τα δημόσια σχολεία. Αλλά θεωρώ ότι «ο ελέφαντας στο δωμάτιο» είναι να βγάλουμε έξω από τη σκληρή αντιπαράθεση τα ζητήματα Παιδείας. Θεωρώ ότι είναι μια καλή ευκαιρία, κοιτώντας πίσω μας όλα όσα περάσαμε, όσοι ήμασταν σε δημόσιο πανεπιστήμιο, τα εξάμηνα που χάσαμε για επαναστατική γυμναστική.
Κοιτώντας πίσω μας πολλές φορές όλες τις κινητοποιήσεις που έγιναν άνευ αιτημάτων -χωρίς να μηδενίζω προφανώς συνολικά τις διεκδικήσεις όσων βγήκαν στους δρόμους-. Κοιτώντας πίσω τι μας έδωσε τελικά το κύμα του λαϊκισμού. Τίποτα θεωρώ. Αυτή είναι η απάντηση. Να συμφωνήσουμε, επιτέλους, στα βασικά. Να συμφωνήσουμε για την ασφάλεια των πανεπιστημίων.
Ειδικά, στα Πανεπιστήμια των Αθηνών και της Θεσσαλονίκης πρέπει να είμαστε όλοι στη σωστή πλευρά, ώστε να μην νιώθουν απειλή, ούτε οι καθηγητές, ούτε οι φοιτητές. Να συμφωνήσουμε -ειδικά τώρα που η Αξιωματική Αντιπολίτευση έχει έναν Πρόεδρο απόφοιτο ιδιωτικού πανεπιστημίου- ότι είναι υποκριτικό, είναι άδικο να μην μπορεί ένας νέος, ένας 18χρονος στην Ελλάδα να σπουδάσει –αν θέλει- σε ένα ιδιωτικό πανεπιστήμιο στη χώρα του. Και είναι μία δέσμευση του Πρωθυπουργού και της Κυβέρνησης να τρέξουμε αυτή τη μεταρρύθμιση και με τις διακρατικές Συμφωνίες και με την αναθεώρηση του άρθρου 16. Να συμφωνήσουμε στο ότι «η Παιδεία μας ενώνει».
Μας ενώνει με πολιτικές οι οποίες κάνουν καλύτερο το πανεπιστήμιο, κάνουν καλύτερο το σχολείο. Ποιες είναι αυτές; Μια σειρά από προτάσεις υπάρχουν στο Πρόγραμμά μας, όμως περισσότερη έμφαση πρέπει να δοθεί είναι στο να βελτιωθούν, -συνεχώς να βελτιώνονται- οι συνθήκες. Και αυτό το οποίο διδάσκεται στα πανεπιστήμια, αυτό το οποίο διδάσκεται στα σχολεία, πρέπει να «ακουμπάει» στην πραγματικότητα.
Και βεβαίως, να μειωθούν ακόμα περισσότερο οι ανισότητες. Να δοθεί ακόμα μεγαλύτερη έμφαση στην επαγγελματική εκπαίδευση, στην ειδική αγωγή, στην παράλληλη στήριξη, στο να μην υπάρχουν μαθητές δύο και τριών κατηγοριών. Κοινωνική πολιτική, δηλαδή, όχι με συνθήματα, όχι με πορείες χωρίς αιτήματα, αλλά κοινωνική πολιτική με πράξεις».