Του Γιάννη Λοβέρδου
Όλες οι δημοσκοπήσεις που πραγματοποιούνται, πιστοποιούν ότι η διαφορά μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ είναι μεγαλύτερη από ποτέ. Στην ιστορία των ερευνών κοινής γνώμης από το 1985 μέχρι σήμερα, ποτέ άλλοτε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν είχε τόσο καταλυτική πρωτοπορία σε σχέση με το κυβερνών, έναν χρόνο πριν από την λήξη της κοινοβουλευτικής θητείας, όσο σήμερα.
Παρ΄όλα αυτά, πολλοί άνθρωποι αναρωτιούνται πως είναι δυνατόν ο ΣΥΡΙΖΑ να διατηρεί υψηλά ποσοστά αποδοχής στα γκάλοπ, ακόμα και πάνω από 20%, μολονότι είναι προφανές ότι η κυβερνητική του θητεία είναι απογοητευτική. Όσοι ισχυρίζονται κάτι τέτοιο δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι ποτέ άλλοτε ένα κόμμα που είναι στην κυβέρνηση δεν έχει καταρρεύσει αν δεν αντικατασταθεί από ένα άλλο που να κινείται στον ίδιο ιδεολογικοπολιτικό χώρο.
Το 2012 ο ΣΥΡΙΖΑ αντικατέστησε το ΠΑΣΟΚ ως κόμμα εξουσίας. Αυτή την στιγμή στο δικομματικό μας σύστημα, δεν υπάρχει άλλο κόμμα που θα μπορούσε να αντικαταστήσει τον ΣΥΡΙΖΑ ως ο έτερος πόλος του δικομματικού συστήματος.
Το ΚΙΝΑΛ της Φώφης Γεννηματά είναι προφανές ότι δεν πείθει μέχρι στιγμή και όλες οι άλλες επιλογές, όπως το Ποτάμι του Σταύρου Θεοδωράκη, αποδείχθηκαν πυροτεχνήματα χωρίς σταθερή παρουσία στον χώρο της κεντροαριστεράς. Αυτός είναι και ο λόγος που ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας παραμένουν και θα παραμείνουν σε υψηλά ποσοστά αποδοχής, όχι όμως αρκετά για να τους διατηρήσουν στην εξουσία.
Είναι προφανές ότι ο στόχος του Μαξίμου δεν είναι η νίκη στις επόμενες εκλογές. Γνωρίζουν καλά ότι αυτήν δεν μπορούν με τίποτα να την πετύχουν. Το μόνο που επιδιώκουν με την επιδοματική πολιτική που ακολουθούν και με την παροχολογία είναι να ψαλιδίσουν κάπως το προβάδισμα της Ν.Δ. και να την αποτρέψουν να κατακτήσει την κοινοβουλευτική αυτοδυναμία. Προσωπικά, μελετώντας τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων, αμφισβητώ ότι θα τα καταφέρουν.
Οι ενδείξεις είναι σαφείς ότι το κόμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη βαδίζει προς μια μεγάλη εκλογική νίκη σε ποσοστά που μπορούν να προσεγγίσουν ή και να ξεπεράσουν το 40%. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει πολύ χαμηλό αποτέλεσμα στην κάλπη. Αντίθετα η εκτίμησή μου είναι ότι τα ποσοστά του μπορεί να διατηρηθούν στα επίπεδα γύρω από το 25%. Και αυτό οφείλεται κυρίως σε δύο κατηγορίες ψηφοφόρων.
Πρώτον σε αυτούς που διακατέχονται από αντιδεξιά σύνδρομα, και δεν είναι λίγοι, οι οποίοι αν και απογοητευμένοι από την κυβερνητική θητεία του κυρίου Τσίπρα και των συντρόφων του, δεν είναι διατεθειμένοι να εκχωρήσουν και πάλι την εξουσία στην δεξιά, όπως αντιλαμβάνονται την Νέα Δημοκρατία. Και δεύτερον, στους σιτιζόμενους από τα κρατικά επιδόματα, κυρίως φτωχούς και περιθωριακούς, οι οποίοι διατηρούν ένα επίπεδο διαβίωσης ανεκτό, χάρη στα επιδόματα που μοιράζει αφειδώς η κυβέρνηση της αριστεράς.
Οι δύο αυτές κατηγορίες πολιτών, που δεν είναι αμελητέες, σε συνδυασμό με κάποιους δημόσιους υπαλλήλους που έχουν πειστεί από την προπαγάνδα του Μαξίμου ότι «ο Κυριάκος θα σας απολύσει» και από ψηφοφόρους που συνεχίζουν να νοιώθουν απεχθείς στο παλιό πολιτικό σύστημα, μπορεί να εξασφαλίσουν τα ικανά ποσοστά που θα κρατήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην επόμενη Βουλή.
Αλλά ό,τι κι αν κάνουν, το βέβαιο είναι ότι ο δεύτερος, πολλώ μάλλον αν δεν εμποδίσει την αυτοδυναμία του πρώτου, είναι ηττημένος και την επόμενη μέρα θα ψάχνεται για να επανακαθορίσει τον ρόλο του στο πολιτικό σκηνικό.