Ειπώθηκαν και γράφηκαν πολλά για το ντιμπέϊτ του ΠΑΣΟΚ σε ραδιόφωνα, τηλεοράσεις, εφημερίδες, site, που θα ήταν πλεονασμός να ανακυκλώσουμε γνώμη περί του «νικητή».
Άλλωστε είναι τόσο υποκειμενικές οι γνώμες, που ενώ κατά την άποψη πολλών και στα σόσιαλ μίντια, το ντιμπέϊτ χαρακτηρίστηκε ως Βατερλό του Χάρη Δούκα, στο poll της interview για λογαριασμό της POLITIC βγήκε δεύτερος (24,9%), με πρώτο τον Παύλο Γερουλάνο (25,5%).
Απλώς κρατάμε την άποψη του επικεφαλής της MRB Δημήτρη Μαύρου στην «Ναυτεμπορική», ότι το ΠΑΣΟΚ «απέδειξε ότι δεν είναι ένα κόμμα που φύτρωσε, τράβηξε από άλλους χώρους και συγκυριακά έδωσε μια λύση σε μια φάση της ζωής της Ελλάδας. Υπήρχε ευταξία, συζήτηση, υπήρχαν θέσεις».
Γενική είναι και η διαπίστωση το «όλον» ΠΑΣΟΚ κέρδισε τις εντυπώσεις από την πολιτισμένη διαδικασία. Ιδιαίτερα στη συγκεκριμένη συγκυρία ανακλαστικά γίνεται η σύγκριση με τις τραγελαφικές καταστάσεις που λαμβάνουν χώρα στον ΣΥΡΙΖΑ.
Το ντιμπέϊτ λειτούργησε, όσο λειτούργησε, ως ευκαιρία να συστηθεί το κόμμα στους κατοίκους των μεγάλων αστικών κέντρων και δη στον ευρύτερο χώρο της πρωτεύουσας, όπου ζει σχεδόν το 1/3 του πληθυσμού.
Στην επαρχία δεν χρειάζεται να συστηθεί. Παρατηρήθηκε μάλιστα το φαινόμενο ότι ψηφοφόροι που είχαν μετακομίσει στον ΣΥΡΙΖΑ, άρχισαν από τις ευρωεκλογές να εμφανίζονται δειλά, δήθεν από περιέργεια, στις ομιλίες των υποψήφιων ευρωβουλευτών του κόμματος. Το ίδιο παρατηρήθηκε και στις ομιλίες των υποψηφίων για την προεδρία.
Είναι γνωστό το χάσμα της δυναμικής του ΠΑΣΟΚ στην επαρχία σε σχέση με την Πρωτεύουσα, αλλά οι λόγοι δεν έχουν διερευνηθεί. Προσθέτουμε τη δική μας βιωματική εξήγηση, που δεν διεκδικεί βέβαια τον χαρακτηρισμό της αυθεντικής ερμηνείας. Απλώς είναι μια γνώμη.
Η σταθερότητα του ΠΑΣΟΚ στην επαρχία οφείλεται σε αυτό που είπε ο Δ. Μαύρος: «Δεν είναι ένα κόμμα που φύτρωσε, τράβηξε από άλλους χώρους και συγκυριακά έδωσε μια λύση σε μια φάση της ζωής της Ελλάδας» (όπως δηλαδή έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ).
Η μακρόχρονη επική άνοδός του συγκέντρωσε τον κόσμο του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς, ενός κόσμου που είχε μνήμες από αγώνες με αίτημα τη Δημοκρατία (παρότι την αποκατέστησε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με την επάνοδό του). Η ιστορική μνήμη εμποτισμένη με θυμικό, διατηρείται, επεκτείνεται και κυριαρχεί πέραν των ορθολογικών αναλύσεων της συγκυρίας.
Το Κέντρο και η Κεντροαριστερά ήταν παράταξη, όπως παρατάξεις είναι η Δεξιά και το Κομμουνιστικό Κόμμα. Αυτόν τον κόσμο συσπείρωσε το ΠΑΣΟΚ, αλλά η συσπείρωση αυτή είχε και κοινωνική αντιστοίχιση.
Η κοινή προσπάθεια, το κοινό όραμα, οι κοινοί «αγώνες» (μετά το 1974 οι «αγώνες» ήταν απλώς ρητορική επανάληψη παλιών εποχών), η αίσθηση του συνανήκειν σε μια ευρύτερη πολιτική οικογένεια, δημιούργησε και κοινωνικούς δεσμούς.
Χτίστηκαν συντροφικές σχέσεις, φιλίες, κοινωνικές συναναστροφές. Αυτές βρήκαν έκφραση στα πολυκαταγγελθέντα εκ των υστέρων με σνομπισμό –ως έκφραση πολιτικής οπισθοδρόμησης– «Μπλε και πράσινα καφενεία». Στα καφενεία αυτά, ο καθένας ένιωθε άνετα γιατί απλώς συναναστρεφόταν τους ομοίους του.
Αυτή η σύνδεση, δημιούργησε «ανθρώπινα δίκτυα», που εν αντιθέσει με τα «κοινωνικά δίκτυα» όπου επικρατεί η ανωνυμία, έχουν πρόσωπο και ταυτότητα. Αυτή σύνδεση εκφράστηκε στις παρέες, στις δημοτικές εκλογές, στις εκλογές σωματείων, ή ακόμη και σε εκλογές τοπικών και πολιτιστικών συλλόγων.
Στην επαρχία, αυτά τα ανθρώπινα δίκτυα είναι ακόμη σε ισχύ. Όσο και να έχουν κατασιγάσει τα πολιτικά πάθη, όσο και να έχουν ξεθωριάσει οι κομματικές ταυτίσεις, εναπομένει ακόμη το «άρωμα» της κομματικής ένταξης. Γι' αυτό, αρέσει δεν αρέσει, καλώς ή κακώς, αυτοί που έφυγαν από το ΠΑΣΟΚ για τον ΣΥΡΙΖΑ, λογίστηκαν ως «προδότες».
Αυτή η κοινωνική συσπείρωση δυσκολεύει καθοριστικά και την σύμπραξη του ΠΑΣΟΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ, για την έλλειψη της οποίας ολοφύρονται φιλο-Συριζαίοι δημοσιολόγοι.
Η επαρχία έχει πρόσωπο, οι ψηφοφόροι έχουν πρόσωπο, δεν είναι απρόσωπα σύνολα. Και γι' αυτό έχει μνήμη. Και η μνήμη δημιουργεί προσωπικές αντιθέσεις
Όπως θυμάται ακόμη το «Κλέφτες» που έλεγαν Δεξιοί και Συνασπισμένοι σε τίμιους ανθρώπους το «βρώμικο 89» απλώς γιατί ήταν ένθερμοι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ, έτσι έχει μνήμη και για τους «Πινοσέτ», «Γερμανοτσολιάδες», «Μερκελιστές», «προδότες», Νενέκους κ.α., με τα οποία χαρακτήριζαν τους Πασόκους τον καιρό του μνημονίου. Και οι οποίοι τώρα ζητούν συνεργασία!
Αυτοί που τα έλεγαν δεν ήταν «κάποιοι». Είχαν ονοματεπώνυμο και γνωστό πρόσωπο.
Γι’ αυτό το ΠΑΣΟΚ θα πρέπει να εντείνει την προσπάθειά του στη χοάνη της πρωτεύουσας όπου υπάρχουν ψηφοφόροι που είναι απλώς αριθμοί. Γιατί η χώρα χρειάζεται αντιπολίτευση.