Ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών, Στέλιος Πέτσας, μίλησε για το νέο νομοσχέδιο για τις υποκλοπές, μετά την πολιτική κόντρα που έχει ξεσπάσει για την υπόθεση των παρακολουθήσεων και για το νέο νομοσχέδιο σε διαβούλευση, σχετικά με τις υποκλοπές.
«Η ελληνική οικονομία πάει πολύ διαφορετικά σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες, εξακολουθεί να έχει υπερδιπλάσιο ρυθμό ανάπτυξης, σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις της ευρωπαϊκής επιτροπής, επομένως περιμένουμε αυτή την εξέλιξη η οποία είναι πολύ θετική», σχολίασε αρχικά ο κ. Πέτσας στις δηλώσεις του στο MEGA.
Στη συνέχεια τοποθετήθηκε σχετικά με το θέμα των υποκλοπών, σημειώνοντας πως «καταρχάς, την καθημερινότητα του πολίτη δεν μπορεί να την επισκιάσει κάτι άλλο, γιατί αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, όταν για παράδειγμα πηγαίνει στην αντλία να βάλει βενζίνη ή πετρέλαιο κίνησης ή όταν πηγαίνει στο σούπερ μάρκετ. Άρα, δεν μπορεί να επισκιάσει την καθημερινότητά του κάποιο άλλο ζήτημα, όσο αυτό.
Όσον αφορά στο πολιτικό κλίμα, αυτό έχει να κάνει με πολλά πράγματα. Εμείς κάνουμε θεσμικές πρωτοβουλίες για να αντιμετωπίσουμε εκεί που υπάρχουν ζητήματα και κάποιος μπορεί να βλέπει σκιές ή ότι δεν υπάρχουν επαρκή θεσμικά αντίβαρα. Τώρα, η τριετία, από ό,τι αντιλαμβάνομαι σύμφωνα με τους 4 πυλώνες που υπάρχουν στο νομοσχέδιο που κατατέθηκε χθες, είναι κάτι που υπάρχει σε άλλες χώρες, επομένως ίσως αυτό να πρυτάνευσε στην επιλογή της τριετίας. Μέσα σε όλο το διάστημα της 3τίας ο κ. Ανδρουλάκης υπάρχει η δυνατότητα ενημέρωσής του. Δεν πρέπει να υποσκάπτεται η ανάγκη να διερευνάται μία υπόθεση, εφόσον έχει κριθεί ότι είναι απαραίτητη η διερεύνησή της από την ΕΥΠ. Υπάρχουν στάδια μέχρι να φτάσουμε εκεί.
Στη δημόσια διαβούλευση που είναι μέχρι τις 22 Νοεμβρίου ή στη Βουλή όταν έρθει το νομοθέτημα, εάν υπάρχει ζήτημα με την 3ετία, θα συζητηθεί. Αλλά αντιλαμβάνομαι ότι πρυτάνευσε αυτή η επιλογή γιατί υπάρχει ένα προηγούμενο σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες», δήλωσε.
«Στο νέο νομοσχέδιο προστέθηκαν δικλείδες ασφαλείας για την κυβερνοασφάλεια», πρόσθεσε.
«Όταν ένα νομοσχέδιο μπαίνει σε διαβούλευση, μπαίνει για να προκαλέσει μία συζήτηση, να δούμε πτυχές που ενδεχομένως να υπάρχουν ζητήματα βελτίωσης και από εκεί και μετά όταν έρθει η ώρα της οριστικής κατάθεσης του νομοσχεδίου, θα αποτυπωθούν τα αποτελέσματα αυτής της διαβούλευσης», συμπλήρωσε χαρακτηριστικά.
Για την άρση απορρήτου σε πολιτικά πρόσωπα, ο κ. Πέτσας τόνισε πως, «είχαμε κάνει μία συζήτηση εκτενή με αφορμή την επιστημονική αντιπαράθεση και για τις τοποθετήσεις του κ. Βενιζέλου ή του κ. Γεραπετρίτη, πώς μπορούμε να ενισχύσουμε από τη μία πλευρά την ανάγκη η ΕΥΠ να κάνει τη δουλειά της, αλλά από την άλλη το πολιτικό προσωπικό να έχει κάποιες δικλείδες ασφαλείας. Τέτοιες δικλείδες προστέθηκαν με το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο, ώστε να υπάρχουν διάφορα επίπεδα πριν φτάσουμε στον εισαγγελέα που θα δώσει την άδεια για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών. Σε ένα τέτοιο επίπεδο είναι και η άδεια από τον Πρόεδρο της Βουλής».
Για να γίνει άρση του απορρήτου είπε ο κ. Πέτσας, ότι «θα πρέπει να είναι τεκμηριωμένη, όπως είναι η εισήγηση της ΕΥΠ και της αντιτρομοκρατικής και μόνο αυτές οι δύο υπηρεσίες. Μόνο σε αυτή την περίπτωση ο Πρόεδρος της Βουλής θα μπορεί να δίνει εντολή για άρση του απορρήτου. Τότε θα προχωρήσουμε στον Εισαγγελέα που θα αποφανθεί οριστικά. Όταν έχουμε διάφορες δημόσιες υπηρεσίες που κάνουν τη δουλειά τους δεν σημαίνει ότι κάθε φορά μπορεί να γίνει άδεια ο πρωθυπουργός επειδή γ υπηρεσία είναι σε εκείνον ή ένας υπουργός. Υπάρχει μία διαδικασία μέσα τη δημόσια διοίκηση. Πλέον θα υπάρχει και δεύτερος εισαγγελέας όπως υπήρχε και κάποτε και είχε καταργηθεί από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ».
«Όταν πρόκειται για πρόσωπο της βουλής, πλέον θα ενημερώνεται ο πρόεδρος της Βουλής, αυτό προβλέπεται στο νομοσχέδιο. Είναι μία διαδικασία που ακολουθείται σε όλες τις περιπτώσεις που αφορούν πολιτικά πρόσωπα», συμπλήρωσε ο υπουργός.
Αναφορικά με τον έλεγχο για ύπαρξη ή εγκατάσταση παράνομου λογισμικού, ο κ. Πέτσας υπογράμμισε πως, «μέσα στους πυλώνες του νομοσχεδίου είναι και η κυβερνοασφάλεια με συγκεκριμένη επιτροπή συντονισμού, ώστε να συντονίζονται οι διάφορες υπηρεσίες που εμπλέκονται σε αυτό, είτε είναι η ΕΥΠ είτε είναι το αρμόδιο υπουργείο ψηφιακής διακυβέρνησης. Έχει σημασία ότι με το προηγούμενο πλαίσιο, πριν τις εκλογές του 2019, λίγες μέρες πριν, η τότε κυβέρνηση, ο κ Τσίπρας επέτρεψε να υπάρχουν τέτοια λογισμικά, που σήμερα τα λέμε κακόβουλα λογισμικά χωρίς κανέναν νομικό αντίκτυπο. Από το 2019, λίγες μέρες πριν τις εκλογές, μέχρι και σήμερα, μπορούσαν να εμπορεύονται τέτοιου είδους λογισμικά παρακολούθησης. Εμείς ερχόμαστε και λέμε τώρα ότι αυτό είναι παράνομο. Και εάν είναι παράνομο, αυτός που το κατέχει, πώς μπορεί να γίνει αντιληπτός και από εκεί και πέρα να υπάρχουν οι αντίστοιχες κυρώσεις. Γι’ αυτό υπάρχει αυτό το επίπεδο κυβερνοασφάλειας».
«Είναι άλλο πράγμα να διαθέτει κάποιος ένα λογισμικό παρακολούθησης και το οποίο να μην είναι παράνομο και να επισύρει κάποια ποινή, και άλλο να είναι παράνομο και να θέλει να υποκλέψει την μία επικοινωνία. Είναι ξεκάθαρη η απαγόρευση για όλους. Είμαι υπέρ του να υπάρχουν πολλά θεσμικά αντίβαρα έτσι ώστε κανείς να μην μπορεί να παρεξηγεί τον ρόλο του. Εάν κάποιος ψάχνει να βρει κάτι που να νομιμοποιεί μία κατάσταση και να την ρίξει στα μαλακά, να την ψάξει στο ΣΥΡΙΖΑ», προσέθεσε.
«Για την αποπομπή προσώπων της ΕΥΠ, ο Στέλιος Πέτσας σημείωσε πως, «δεν πρέπει να συγχέουμε νόμιμες επισυνδέσεις που διενεργεί η ΕΥΠ, με την χρήση υποκλοπών από παράνομα λογισμικά παρακολούθησης που μπορεί να έχει ένας ιδιώτης. Όσον αφορά στο πρώτο ζήτημα – των νόμιμων επισυνδέσεων – υπήρξε όλη η συζήτηση στη Βουλή, υπήρξαν γρήγορες διαδικασίες, για να μην πει κανείς ότι «λιμνάζει», και από εκεί και πέρα υπάρχει και η δικαιοσύνη που είναι το τελευταίο καταφύγιο σε ένα κράτος δικαίου».