Του Γιάννη Σιδέρη
Το πανεπιστημιακό άσυλο είναι σχεδόν ταυτόσημο με τη δημιουργία των πρώτων πανεπιστημίων, ως χώρος ακαδημαϊκής ελευθερίας, ελεύθερης επιστημονικής αναζήτησης, και ελεύθερης διακίνησης ιδεών. Σαν θεσμός θεσπίστηκε νομοθετικά από το ΠΑΣΟΚ το 1982. Ενδεχομένως συνέβαλε και ο εγγενής λαϊκισμός του ΠΑΣΟΚ που τότε με τη μορφή του νεοφώτιστου ριζοσπάστη ήθελε να κανακέψει την φοιτητιώσα νεολαία, αλλά σαφώς εξέφραζε το αίτημα της εποχής, απότοκο της τραυματικής ιστορικής μνήμης. Σε μια κορύφωση της βίας η χούντα των Συνταγματαρχών διέταξε την έφοδο τον αστυνομικών δυνάμεων τον Φεβρουάριο του 1973 και τον Νοέμβριο την εισβολή του τανκ στο Πολυτεχνείο.
Ωστόσο γρήγορα το άσυλο κακοφόρμισε. Ενώ η ακαδημαϊκή ελευθερία ήταν δεδομένη, άρχισε να γίνεται ορμητήριο ακροαριστερών και αναρχικών ομάδων. Και με αυτή τη μορφή πάντως δεν έπαυε να σηματοδοτεί την πολιτική ελευθερία και δράση, έστω και αν απέκλινε από το ακαδημαϊκό πλαίσιο. Συν τω χρόνω όμως και αυτή η πολιτική ελευθερία εκφυλιζόταν, μεταλλασσόταν σε ελευθερία ποινικής ασυδοσίας και αδικημάτων. Και όλα αυτά στο όνομα του ασύλου!
Ηδη πρώιμα, από τη δεκαετία του 1980, είχε αρχίσει να διαφαίνεται ο εκφυλισμός. Η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου με εισηγητή τον Αντ. Μανιτάκη αναφέρει ότι «Το πανεπιστημιακό άσυλο είναι ένα δικαίωμα ιερό με ιστορία αιώνων, και το δυσφημίζουν ή συμβάλουν στον εκφυλισμό του όσοι ανεύθυνα και επιπόλαια το μετατρέπουν ή το αφήνουν να μετατραπεί ή καλύπτουν ιδεολογικά τη μετατροπή από άσυλο των ιδεών σε άσυλο βιαιοπραγιών και καταστροφών».
Αλλά ακόμη και τότε βρισκόμασταν στην ιδεαλιστική πτυχή αυτού που μετά θα γινόταν κατάντια. Το διδακτικό προσωπικό, στην πλειοψηφία του «προοδευτικό» σύμφωνα με το ιδεολόγημα, έδειχνε υπερβάλλουσα ανοχή σε κάθε παρανομία, καταστροφές, κατασκευή μολότοφ, ξύλο σε καθηγητές και κτισίματα σε γραφεία τους. Έστω και καθ' υπερβολήν εξακολουθούσε πάντως ακόμη και τότε να εκλαμβάνεται ως πολιτικός ακτιβισμός.
Ωσπου φτάσαμε στο σημείο της απώτατης σήψης, βιασμοί, ναρκωτικά, λαθρεμπόριο, καταστροφές. Η κατάσταση στο απροχώρητο, και τον Ιούνιο του 2017, 471 φοιτητές του ΑΠΘ έβγαλαν κραυγή αγωνίας με επιστολή τους για τα ναρκωτικά, την πορνεία, τη βία, τις κλοπές, που όπως σημείωναν αποτελεί την καθημερινότητα το πανεπιστήμιό τους. Παρόμοια επιστολή – έκκληση έστειλαν και πριν λίγες ημέρες οι φοιτητές της Φιλοσοφικής του ίδιου πανεπιστημίου, όπου περιγράφουν τη ζοφερή καθημερινότητά τους: «Κάθε μέρα από νωρίς το πρωί, στον προαύλιο χώρο της Φιλοσοφικής σχολής κινούνται ουσιαστικά ανενόχλητοι έμποροι ναρκωτικών, οι οποίοι κάνουν τις δοσοληψίες τους μπροστά στα μάτια όλων (…) Η κατάσταση έχει εκτροχιαστεί τόσο που οι διακινητές σχεδόν διαλαλούν το εμπόρευμά τους σε κάθε περαστικό, παρενοχλούν φραστικά και ενίοτε σωματικά φοιτήτριες και φοιτητές. Δεν υπάρχει φοιτητής που να μην έχει δει από κοντά είτε χρήση είτε διακίνηση είτε καβγάδες μεταξύ των συμμοριών» - σε χώρο πανεπιστημιακό αυτά!. Προχθές επίσης οι καθηγητές του ΑΠΘ εξέπεμψαν SOS γιατί «Η Πολιτεία έχε αφήσει ανυπεράσπιστη την πανεπιστημιούπολη και έρμαιο των συμμοριών». Μέχρι και ο «εναλλακτικός» Μπουτάρης πρότεινε μόνιμη αστυνομική παρουσία.
Φυσικά ο αρμόδιος υπουργός - μάλλον καρικατούρα υπουργού - όντας καθηλωμένος στα γεράματά του, στα νάματα ενός φαντασιακού Γαλλικού Μάη του 68 (ο οποίος βέβαια είχε άλλη ποιότητα), ήθελε ένα ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα να τα αντιμετωπίσει όλα αυτά. Δεν έχει καταλάβει πως πλέον τα πανεπιστήμια έχουν γίνει σκληρός χώρος ανομίας όπου δίπλα στους φοιτητές κινούνται τύποι του υποκόσμου και οι φοιτητές δεν έχουν καμιά δουλειά να διακινδυνεύσουν για να τους αντιμετωπίσουν.
Τα ίδια εκτρωματικά και στην Αθήνα φυσικά, με αποτέλεσμα προ εβδομάδας το Οικονομικό Πανεπιστήμιο να κλείσει τις πύλες εις ένδειξιν διαμαρτυρίας για τα ναρκωτικά που κυκλοφορούν στο χώρο του. Προχθές η Σύγκλητος με ανακοίνωσή της κατήγγειλε «την συνεχιζόμενη παρουσία εμπόρων-διακινητών, καθώς δεν έχει αλλάξει τίποτα».
Ολα αυτά υπήρχαν βέβαια, δεν τα έφερε ο ΣΥΡΙΖΑ. Απλώς ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση τα νομιμοποίησε ιδεολογικά, θεωρώντας τα εκφράσεις αντισυστημικής κινηματικότητας. Διοικεί ολόκληρη χώρα στα δύσκολά της αλλά θέλει να το «παίζει» ριζοσπαστική ομάδα του πολιτικού πεζοδρομίου, χωρίς να αντιλαμβάνεται το γελοίον του πράγματος.
Εχει χάσει όμως το μομέντουμ. Η κοινωνία δείχνει κουρασμένη, οι ήττες ακόνισαν το κριτήριό μεγάλων στρωμάτων της. Εχει στερέψει η ανοχή της και θεωρεί αυτές τις τελετές βίας (σαν την προχθεσινή στην Πάντειο που πάλι τα έκαναν «λαμπόγυαλο»), όπως πραγματικά είναι: ως εκδηλώσεις αντικοινωνικής και ποινικής παραβατικότητας, που καμιά σχέση δεν έχουν με την όποια κοινωνική αντίσταση.
Οποιος υποσχεθεί ότι θα το αντιμετωπίσει, θα πάρει εκλογικούς πόντους. Μάλλον το κατάλαβε ο Κυριάκος Μητσοτάκης που δήλωσε ότι θα καταργήσει το άσυλο στην σημερινή του μορφή. Αντιθέτως η Φώφη Γεννηματά, παραπαίοντας μεταξύ ενός παλαιοκομματικού «λαϊκο-κινηματισμού» δεκαετίας 80, δήλωσε «λέμε ναι στο ακαδημαϊκό άσυλο, την ελεύθερη διδασκαλία, την έρευνα, την διακίνηση ιδεών. Όχι στις πολιτικές ταύτισής του με τη βία και την ανομία». Ωραία, στο τι πρέπει να γίνει δεν απάντησε, γιατί δεν είναι απάντηση ότι αυτά τα φαινόμενα «πρέπει να αντιμετωπιστούν με πολιτική βούληση και συνεργασία των πρυτάνεων με τις αρμόδιες αρχές της Πολιτείας» . Αυτό δεν υποτίθεται ότι έκανε το ΠΑΣΟΚ; Τα «χαΐρια» τα είδαμε.