Είναι πλέον σαφές ότι η πολιτική σύγκρουση έχει μετατραπεί σε μια «μονομαχία» μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ, καθώς τόσο οι δημοσκοπήσεις, όσο και η τακτική που ακολουθούν, πιστοποιούν ότι οι δύο πολιτικές δυνάμεις αποτελούν αυτή την ώρα το δίπολο της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης.
Η στρατηγική του ΠΑΣΟΚ είναι απλή. Επιχειρεί να διαμορφώσει το προφίλ της αξιόπιστης αντιπολίτευσης, που διαθέτει εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης και δεν αναλώνεται μόνο στην καταγγελία των κυβερνητικών πολιτικών και λαθών. Στόχος να εγκαθιδρυθεί το κόμμα στη συνείδηση του εκλογικού σώματος ως διεκδικητής της εξουσίας και ο Νίκος Ανδρουλάκης ως κατάλληλος για πρωθυπουργός για την επόμενη τετραετία, ανατρέποντας το αφήγημα περί κινδύνου της πολιτικής σταθερότητας και έλλειψης πολιτικού αντιπάλου για τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Σε αυτή την προσπάθεια, το ΠΑΣΟΚ αναπτύσσει μια πολιτική, για παράδειγμα κατάθεσης τροπολογιών, για μια σειρά ζητημάτων -από τα βαρέα και ανθυγιεινά των υγειονομικών έως τις τράπεζες- προσαρμοζόμενο, μάλιστα, κάθε φορά στις «παρατηρήσεις» που δέχονται όταν δημοσιοποιούνται οι προτάσεις του από την κυβέρνηση, η οποία τεκμηριώνει κάθε φορά γιατί όσα λέει η Χαριλάου Τρικούπη δε μπορούν να εφαρμοστούν.
Η κυβέρνηση παρακολουθεί την αντιπολιτευτική τακτική του ΠΑΣΟΚ και διαμορφώνει τη δική της στρατηγική απάντηση.
Άξονας πρώτος, η συνέχιση του κυβερνητικού έργου, με στόχο να αποδεικνύεται στην πράξη ότι η κυβέρνηση προχωρά με σχέδιο ήδη καταρτισμένο, που θα ολοκληρωθεί στο τέλος της τετραετίας και θα κριθεί γι’ αυτό. Σήμερα, για παράδειγμα, ο πρωθυπουργός βρίσκεται στην Κρήτη για την παρουσίαση του αναπτυξιακού σχεδίου για το νησί, στο πλαίσιο της συνολικής αναπτυξιακής πολιτικής, που ανακοινώνεται για κάθε περιοχή ή περιφέρεια, στέλνοντας το μήνυμα ότι η κυβέρνηση διαθέτει πλέον και σχέδιο, αλλά και πόρους για να το υλοποιήσει.
«Κάναμε δύο αναθεωρήσεις στον προϋπολογισμό του 2024 από την υπεραπόδοση των εσόδων και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, για να στηρίξουμε τις δημόσιες επενδύσεις. Και ένα τμήμα από αυτά κατευθύνθηκε στους προϋπολογισμούς των περιφερειών. Υπεραποδίδει η οικονομία, είμαστε ικανοποιημένοι και τα χρήματα αυτά επιστρέφουν σε έργα και σε δράσεις που έχουν κοινωνικό αποτύπωμα», είπε χαρακτηριστικά. Είχε προηγηθεί η λειτουργία του μετρό Θεσσαλονίκης, στο οποίο βρέθηκε πριν από λίγες ημέρες και ο κ. Ανδρουλάκης, επισημαίνοντας απλώς την καθυστέρηση δεκαετιών για τους Θεσσαλονικείς.
Άξονας δεύτερος, η επισήμανση των «ακροβατισμών» στις προτάσεις του ΠΑΣΟΚ, όταν αποφασίζει αρχικά να φέρει στη δημόσια συζήτηση ένα θέμα. Η πρόταση για την ακρίβεια και τη μείωση του ΦΠΑ, η πρόταση για φορολόγηση των τραπεζών ή για ένταξη των υγειονομικών στα βαρέα και ανθυγιεινά, απορρίφθηκαν από την κυβέρνηση με το απλό σκεπτικό ότι δεν είναι εφαρμόσιμες.
Ο ίδιος ο πρωθυπουργός δήλωσε γιατί δεν μπορεί να μειωθεί ο ΦΠΑ μόνο για ορισμένα προϊόντα, γιατί η εφαρμογή των βαρέων θα οδηγούσε εκτός νοσοκομείων χιλιάδες υγειονομικούς και γιατί η φορολόγηση των τραπεζών δεν θα έλυνε τα προβλήματα των πολιτών, αναδεικνύοντας, όπως λένε στο κυβερνητικό επιτελείο, γιατί το ΠΑΣΟΚ δεν διαθέτει τεκμηριωμένο εναλλακτικό κυβερνητικό σχέδιο.
Άξονας τρίτος, που αναπτύσσεται τα τελευταία 24ωρα, η επισήμανση ότι το ΠΑΣΟΚ, μην έχοντας, όπως λέει η κυβέρνηση, αξιόπιστες και κοστολογημένες προτάσεις, «αντιγράφει» τις κυβερνητικές προθέσεις, όταν αυτές ανακοινώνονται, σπεύδοντας να τις μετατρέψει σε τροπολογίες, που καταθέτει στη Βουλή. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επέκρινε ευθέως χθες το ΠΑΣΟΚ ότι αντέγραψε -και ήταν αυτή η λέξη που χρησιμοποίησε- όσα είχε προαναγγείλει ότι θα ανακοινώσει για τις τράπεζες η κυβέρνηση, καταθέτοντας σχετική τροπολογία.
Επιχειρώντας να αναδείξει τις αδυναμίες της Χαριλάου Τρικούπη, μάλιστα, επεσήμανε ότι στην πρότασή της περιέλαβε τον διοικητικό καθορισμό των επιτοκίων, που απαγορεύεται από την ΕΚΤ. Στο κυβερνητικό επιτελείο μιλούν πλέον εκτός από «ακοστολόγητες προτάσεις» της αξιωματικής αντιπολίτευσης και για «εκφραστές ενός σοβαροφανούς λαϊκισμού», περιγράφοντας σταδιακά και τη στρατηγική της κυβέρνησης απέναντι στο ΠΑΣΟΚ, που ξεκίνησε από τον «πράσινο ΣΥΡΙΖΑ» για να μετατραπεί σε «σοβαροφανή λαϊκισμό».
Η τελευταία ημέρα συζήτησης του προϋπολογισμού, οπότε τον λόγο παίρνουν οι πολιτικοί αρχηγοί και κλείνει με την ομιλία του πρωθυπουργού, αναμένεται να αποτελέσει την αφετηρία μιας κρίσιμης περιόδου με οξείς τους τόνους της πολιτικής αντιπαράθεσης. Σημείο εκκίνησης για τις πολιτικές δυνάμεις, τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων, αφενός σε ό,τι αφορά τα ποσοστά των κομμάτων -με τη ΝΔ σταθερά στην πρώτη θέση, το ΠΑΣΟΚ στη δεύτερη, με μια διαφορά περί τις 10 ποσοστιαίες μονάδες και τη διαμόρφωση μιας εννιακομματικής Βουλής, αν γίνονταν τώρα εκλογές- αφετέρου, τα επί μέρους ποιοτικά στοιχεία, που προκύπτουν. Για την κυβέρνηση, προβληματίζουν τα υψηλά ποσοστά που εξακολουθούν να καταγράφουν προβλήματα όπως η ακρίβεια, η εγκληματικότητα και η κατάσταση στην υγεία, για την αξιωματική αντιπολίτευση, ο προβληματισμός έγκειται στο ότι μόνο το 24% των ερωτηθέντων την αντιμετωπίζει ως αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης.
Τα κόμματα λαμβάνουν θέσεις «μάχης» την επομένη της ψήφισης του προϋπολογισμού ενόψει δύο σημαντικών διαδικασιών, που έπονται τη νέα χρονιά, την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας και τη Συνταγματική Αναθεώρηση, με το 2025 να διαμορφώνει εν πολλοίς τη βάση πάνω στην οποία θα αναμετρηθούν άπαντες στις επόμενες εθνικές εκλογές.