Την αισιοδοξία του ότι η Άγκυρα θα το σκεφθεί δέκα φορές πριν κάνει θερμό επεισόδιο» εκφράζει ένας από τους βαθείς γνώστες των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ο καθηγητής και πρώην υφυπουργός Εξωτερικών Χρήστος Ριζάκης. Βέβαια, διατηρεί τον φόβο για θερμό επεισόδιο από ατύχημα «και τότε ουδείς θα μπορεί να συγκρατήσει την Τουρκία και την Ελλάδα από το να εμπλακούν».
Το εδράζει στο γεγονός ότι η Άγκυρα δεν θέλει να αποκοπεί από τη Δύση, καθώς οι προσπάθειές της να μείνει στο δυτικό στρατόπεδο έχουν παραμεριστεί αλλά δεν έχουν εγκαταλειφθεί.
Από τη δική τους οπτική, στρατιωτικοί κύκλοι επισημαίνουν ότι η Άγκυρα παρά τους λεονταρισμούς, δεν έχει εμπλακεί με τακτικό στρατό οργανωμένου κράτους. Η δυναμικότητα της Συρίας δεν ανταποκρίνεται στη δυναμικότητα της χώρας μας. Εξ ου και θα το σκεφθεί, γιατί το πλήγμα θα είναι βαρύ ανεξαρτήτως τελικού αποτελέσματος, καθώς οι δύο χώρες είναι υπερεξοπλισμένες.
Παραθέσαμε τα ανωτέρω γιατί η γνώμη των ειδικών πάντα έχει αξία.
Ο πρωθυπουργός έθεσε τις τουρκικές προκλήσεις στη σύνοδο Κορυφής, ενώ στον Γερμανό καγκελάριο Όλαφ Σολτς ξεκαθάρισε ότι στο θέμα των προκλήσεων δεν χωρούν πολιτικές ίσων αποστάσεων. Κατά τον πρωθυπουργό ο Γερμανός καγκελάριος «αντελήφθη πλήρως την έκταση του προβλήματος».
Δεν ξέρουμε αν ο Γερμανός καγκελάριος παρότι αντελήφθη, θα συνεχίσει νίπτων τας χείρας, που μάλλον αυτό θα συμβεί. Η Τουρκία είναι πολύ μεγάλη και οικονομικά χρήσιμη για τη Γερμανία. Ωστόσο, υπήρξε άλλο ευήκοον ους, αυτό του Γάλλου προέδρου Μακρόν, ο οποίος χωρίς να ερωτηθεί από δημοσιογράφους, αναφέρθηκε στη «στήριξη όλων των Ευρωπαίων στην Ελλάδα», καθώς όπως είπε «κανείς δεν μπορεί να θέτει σε κίνδυνο την κυριαρχία ορισμένων κρατών-μελών».
Έτσι απαντήθηκαν και οι αναμονές του ΣΥΡΙΖΑ, που σε πρωθύστερη ανακοίνωσή του είχε γράψει: «Αναμένουμε ενημέρωση για τη συνάντηση Μητσοτάκη-Σόλτς, την τοποθέτηση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και ειδικά της Γαλλίας, απέναντι σε αυτήν την επικίνδυνη κλιμάκωση».
Στην ανακοίνωση ο ΣΥΡΙΖΑ ειρωνευόταν υπογείως την κυβέρνηση γράφοντας «με τους ισχυρούς συμμάχους που θα μας στήριζαν επειδή τους τα δώσαμε όλα, εκκωφαντικά σιωπούντες και απόντες». Αντιθέτως, η ανακοίνωση του ΠΑΣΟΚ θέτει προ των ευθυνών τους μόνο τους εταίρους: «Η τακτική του κατευνασμού και των «ίσων αποστάσεων» από εταίρους και συμμάχους είναι καιρός να σταματήσει» (σ.σ. εδώ διακρίνεται εμφανώς η διαφορά πείρας και ωριμότητας, μεταξύ των δύο κομμάτων).
Πάντως, και τα δύο κόμματα χαρακτηρίζουν την προάσπιση της ελληνικής κυριαρχίας ως αδιαμφισβήτητη και δεδομένη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αντέχει όμως και σε αυτό το θέμα να μην προσπαθήσει να απομυζήσει αντιπολιτευτικά οφέλη (που εν τέλει δεν απομυζά), γράφοντας: «Γεννά ωστόσο μεγάλη ανησυχία ότι η εξελισσόμενη κλιμάκωση της έντασης από την Τουρκία συνοδεύεται από απουσία συγκροτημένης και αποτελεσματικής διπλωματικής στρατηγικής από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης. Από το ήσυχο καλοκαίρι της συνάντησης στην Κωνσταντινούπολη, περάσαμε στην καθημερινότητα των απειλών και των παραβιάσεων».
Το να θυμίσουμε ότι επί όλων των κυβερνήσεων από το 1976 και μετά, οι παραβιάσεις και οι απειλές της Τουρκίας εκδηλώνονται επί μονίμου βάσεως, καταλήγει χαμένος χρόνος. Όπως και να θυμίσουμε ότι και επί του πρωθυπουργού Τσίπρα, μετά τη μαραθώνια (άνω τον δύο ωρών) μυστική συζήτησή του με τον Ερντογάν στο Προεδρικό Μέγαρο στην Άγκυρα, οι προκλήσεις συνεχίστηκαν.
Ακόμη χειρότερα, ο πρώην υπουργός του, και καθόλου αρμόδιος επί των εθνικών θεμάτων, Χριστόφορος Βερναρδάκης, ανήρτησε tweet στο οποίο έγραφε: «Μια ενισχυμένη πλέον περιφερειακή δύναμη, η Τουρκία, με ισχυρές συμμαχίες θέτει ευθέως θέμα κυριαρχίας των νησιών του Αιγαίου. Μια αποδυναμωμένη σε συμμαχίες και κύρος χώρα, η Ελλάδα, «δεδομένη» για τους ισχυρούς και μόνον, αναζητά στο παραπέντε «εθνική στρατηγική»! (Μήπως να τους μαζέψει λίγο ο Τσίπρας; Στα εθνικά θέματα δεν πρέπει να «παίζουν» οι μη επαΐοντες, λειτουργώντας υπονομευτικά στη χώρα).
Σε κάθε περίπτωση, αν κάτι μένει να κρατήσουμε από τις δηλώσεις του πρωθυπουργού μετά τη Σύνοδο, δεν είναι πως έχουμε την αυτοπεποίθηση επειδή έχουμε το δίκαιο με το μέρος μας. Ούτε επειδή έχουμε ισχυρούς συμμάχους (η ΕΕ δεν είναι στρατιωτική συμμαχία, αλλά και το ΝΑΤΟ που είναι, δεν μας καλύπτει έναντι επίθεσης μέλους).
Να κρατήσουμε αυτό που είπε, ότι βασιζόμαστε «στην ισχυρή και όλο και πιο ενισχυμένη αποτρεπτική μας δυνατότητα να υπερασπιστούμε την κυριαρχία και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα». Μόνοι μας θα είμαστε.