Στην πίστη της κυβέρνησης για την αξία της εκπαίδευσης και την αναγνώριση της προτεραιότητάς της, όσον αφορά την αναγκαιότητα μεταρρυθμίσεων, στάθηκε στην ομιλία του στη Βουλή, ο βουλευτής Επικρατείας, καθηγητής Χρήστος Ταραντίλης, κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για το νέο σχολείο.
Αφού αναφέρθηκε στον πρώτο μετά από 12 χρόνια διορισμό 11.700 μόνιμων εκπαιδευτικών και την ενίσχυση των Κέντρων Διάγνωσης, Συμβουλευτικής και Υποστήριξης με 1000 οργανικές θέσεις ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών, ο Χρ. Ταραντίλης ανέλυσε τις εισηγούμενες νομοθετικές ρυθμίσεις που στοχεύουν στην αναβάθμιση του ελληνικού δημόσιου σχολείου:
- Μεταρρύθμιση των δομών εκπαίδευσης και δημιουργία θέσεων στελεχών με αμιγώς παιδαγωγικό χαρακτήρα: Επόπτες Ποιότητας, Σύμβουλοι Εκπαίδευσης, Κέντρα Διεπιστημονικής Αξιολόγησης, Συμβουλευτικής και Υποστήριξης και Κέντρα Εκπαίδευσης για το Περιβάλλον και την Αειφορία, με στόχο την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και τη διασφάλιση της ποιότητας στην εκπαίδευση.
- Οργανωμένη, συστηματική και διαφανής διαδικασία λογοδοσίας με στόχο την ανατροφοδότηση: συνολική αξιολόγηση των στελεχών της εκπαίδευσης και διαμορφωτική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών (διδακτική, παιδαγωγική και υπηρεσιακή), ώστε να προωθείται η συνεχιζόμενη επαγγελματική ανάπτυξη και η βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου.
- Απόδοση μεγαλύτερου βαθμού αυτονομίας στο σχολείο: στροφή από τις αυστηρές κεντρικές οδηγίες προς ένα αποκεντρωμένο και πιο αυτόνομο εκπαιδευτικό περιβάλλον, με λιγότερη γραφειοκρατία και μεγαλύτερη εμπιστοσύνη και ελευθερία στους εκπαιδευτικούς (π.χ. ελεύθερη επιλογή βιβλίου, αυτονόμηση στις διαδικασίες αξιολόγησης των μαθητών, αποκέντρωση στην έγκριση εκπαιδευτικών δράσεων, απλοποίηση των διαδικασιών διενέργειας ερευνών και πρακτικής άσκησης στις σχολικές τάξεις).
- Μέριμνα για τον εξορθολογισμό και την αναβάθμιση της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης (δευτεροβάθμιας και μεταδευτεροβάθμιας) και δημιουργία Σχολών Μαθητείας Υποψήφιων Κληρικών.
Συνοψίζοντας, ο Χρήστος Ταραντίλης τόνισε ότι η Κυβέρνηση, τηρώντας τις προεκλογικές δεσμεύσεις της, επιχειρεί να θεραπεύσει τρία βασικά προβλήματα της εκπαίδευσης: τον συγκεντρωτισμό, την έλλειψη ανατροφοδότησης και τη στασιμότητα. Στη θέση τους αντιπροτείνει την αυτονομία των σχολικών μονάδων, την αξιολόγηση εκπαιδευτικών και στελεχών της εκπαίδευσης και τη συνολική αναβάθμιση του προσφερόμενου εκπαιδευτικού έργου.
Κλείνοντας την ομιλία του, εξέφρασε την άποψη ότι το σχολείο πρέπει να εξελίσσεται και να προσαρμόζεται έγκαιρα στις αλλαγές των καιρών, για να μπορεί να τις συνδιαμορφώνει - όχι απλώς να τις παρακολουθεί με καθυστέρηση, τονίζοντας ότι «μόνο έτσι μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι ότι το ελληνικό σχολείο θα αναζωογονηθεί, προετοιμάζοντας όχι για έναν κόσμο που δεν υπάρχει αλλά για ένα "αύριο", όπως αξίζει στις επόμενες γενιές».