Από την εποχή που ο Γιώργος Παπανδρέου άφησε στην άκρη το κόμμα του και τις καταστατικές διαδικασίες του, για να ψηφισθεί Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ από ένα εκατομμύριο κόσμου, άρχισε η εποχή των καταστατικώς ισχυρών και ανεξέλεγκτων αρχηγών.
Αυτό που ονομάστηκε «γιορτή της δημοκρατίας» ήταν η φιέστα του λαϊκισμού και η αποθέωση της αποπολιτικοποίησης. Δίπλα στο θεσπισμένο πρωθυπουργοκεντρικό μοντέλο των ισχυρών Πρωθυπουργών, εγκαθιδρύθηκε και το μοντέλο των ισχυρών αρχηγών.
Αρχηγών που εκλεγμένοι από τον λαό δεν υποχρεούντο να απολογηθούν σε κάποιο εκλεκτορικό σώμα, όπως είναι το σώμα ενός συνεδρίου ή μιας Κ.Ε. Εκλεκτορικό σώμα έγινε ο λαός, μέλη, φίλοι, ψηφοφόροι, και άσχετοι που ενθουσιάστηκαν με την προοπτική να συμμετέχουν σε κάτι πρωτόγνωρο, στη διαδικασία εκλογής ενός αρχηγού κόμματος, με το οποίο μπορεί να είχαν χαλαρή ή και καμιά ιδεολογική σχέση (η ιδεολογική σχέση διαφέρει από την εποχική επιλογή ψήφου).
Βέβαια υποτίθεται ότι ο αρχηγός θα έδινε αναφορά πεπραγμένων στο εκλεκτορικό σώμα που τον εξέλεξε, δηλαδή στον λαό γενικά που δεν αποτελούσε συγκροτημένο σώμα, άρα σε κανέναν! Αυτή η αδιαμεσολάβητη σχέση με τον λαό, που εξελήφθη ως αποθέωση της δημοκρατίας ήταν η καταστρατήγησή της, ακριβώς γιατί καταργούσε την ενδιάμεση αντιπροσωπευτικότητα και τα κομματικά ελεγκτικά όργανα.
Παρ' όλα αυτά ο νεωτερισμός άρεσε, απέκτησε λαϊκή νομιμοποίηση, τ0ν ακολούθησε η ΝΔ και την επανέλαβε το ΠΑΣΟΚ!
Τώρα σε ένα ταυτόσημο πλαίσιο παρά τον σχετικό καλλωπισμό της, βρίσκεται και η πρόταση του Αλέξη Τσίπρα για την εκλογή Προέδρου (καθώς και Πολιτικού Συμβουλίου και Κεντρικής Επιτροπής) από τα μέλη του κόμματος.
Εκ πρώτης όψεως δείχνει σεβασμό στον κόμμα, αλλά στην ουσία το παραμερίζει. Ξεπερνάει τα κομματικά όργανα (και τις φράξιες τους βέβαια) και προβάλει ως ο ηγέτης που ψηφίζεται από το λαό.
Γιατί πλέον τα μέλη δεν θα είναι εκείνα τα παλιά που ξόδεψαν ώρες, μέρες και χρόνια από τη ζωή τους για να υπηρετήσουν το κόμμα - και για να προλάβουμε τους καχύποπτους, ότι ίσως να το έκαναν για προσωπικό συμφέρον: Σε τι προσωπικό συμφέρον θα μπορούσε να αποβλέπει ένα παλιό μέλος του ΣΥΡΙΖΑ και πριν του ΣΥΝ, το οποίο έβλεπε το κόμμα του να φυτοζωεί επί δεκαετίες, να κείται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας πέριξ του 3%, και που αν δεν ερχόταν το μνημόνιο δεν υπήρχε προοπτική να βρεθεί στην εξουσία;
Αντιθέτως τα καινούρια μέλη άκοπα, άκριτα και αναξιολόγητα, θα γίνονται αυτοδικαίως μέλη με μια απλή αίτηση στην οργάνωση της περιοχής στα κεντρικά γραφεία του κόμματος ή στην ηλεκτρονική πλατφόρμα iSyriza.
Έτσι ξεπερνάει και τις δικές του δεσμεύσεις (πώς το 'παθε), που πρόσφατα με αφορμή την εκλογή Ανδρουλάκη μιλούσε «για ποιοτική διαφορά στο να πηγαίνει κανείς στην κάλπη να ψηφίζει για τον αρχηγό ενός κόμματος, χωρίς να θέλει να συμμετάσχει άλλοτε στις διαδικασίες αυτού του κόμματος και στην παραγωγή της πολιτικής και ότι είναι άλλο να είναι κανείς μέλος ενός κόμματος».
Τυπικά δεν φαίνεται αναξιόπιστος αφού τα μέλη θα ψηφίσουν, αλλά γίνεται στην ουσία. Τα μέλη τελευταίας σοδειάς δεν έχουν επεξεργασμένη θεωρία, είναι ουσιαστικά «φίλοι που έγιναν μέλη» κατά το παλιό σλόγκαν, οπαδοί που χρίστηκαν ταχύρρυθμα. Δεν γνωρίζουν την ανθρωπογεωγραφία του κόμματος, την ιστορία, τις ιδεολογικές αρχές του, καθώς και τις φορτίσεις και αποχρώσεις των στελεχών. Ξέρουν τον Τσίπρα, αυτόν ψηφίζουν, και το περιβάλλον του θα εμπιστευτούν στη γραμμή που θα δώσει να ψηφιστούν για ΠΣ και ΚΕ από τη λίστα οι εκλεκτοί του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ γίνεται έτσι ένα άλλο κόμμα. Και δεδομένου ότι ως νοοτροπία δεν μοιάζει με τα «αστικά κόμματα» ΝΔ και ΚΙΝΑΛ και την εσωτερική χαλαρότητα που τα διέπει, αλλά διατηρεί ακόμη τη νοοτροπία του «δημοκρατικού συγκεντρωτισμού», τα νέα μέλη θα είναι οι πειθαρχημένοι ιμάντες μεταφοράς των θελήσεων του αρχηγού, χωρίς υποκειμενική δυνατότητα να την κρίνουν. Ο αρχηγός θα είναι απόλυτος άρχων.
Φυσικά με αυτή τη μεθόδευση θα απαλλαγεί δια της πλαγίας και από τον έλεγχο της εσωκομματικής αντιπολίτευσης, και γιατί όχι και από την ίδια. Δημοκρατικά βεβαίως δια μαζικής ψηφοφορίας. Η απορία μας είναι αν θα περάσει αμαχητί.