Του Σάκη Μουμτζή
Οι εκλογές πλησιάζουν και η Νέα Δημοκρατία θα πρέπει να αποφασίσει τις τακτικές κινήσεις της. Δηλαδή, αν τελικά, θα κάνει μιαν απο-ιδεολογικοποιημένη προεκλογική εκστρατεία ή αν αυτή θα έχει έντονα τα ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Αν ο λόγος της παράταξης θα είναι με στρογγυλεμένες τις γωνίες ή αν θα είναι αιχμηρός και με τις γωνίες κοφτερές . Αν θα είναι νυσταλέος ή αν θα συνεγείρει τους πολίτες.
Το πέρασμα του ΣΥΡΙΖΑ από την εξουσία ξεδίπλωσε όλα τα ιδεολογικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν την Αριστερά, και μάλιστα στην πιο μετριοπαθή εκδοχή της, όπως είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Δόθηκε η ευκαιρία στους πολίτες να αντιληφθούν τι σημαίνει Αριστερά.
Είναι προφανές και εύλογο, η Νέα Δημοκρατία στην πορεία της προς τις εκλογές, να αναδείξει όλες τις αρνητικές πτυχές της αριστερής διακυβέρνησης που δεν είναι απόρροια μόνον λανθασμένων επιλογών, αλλά κυρίως είναι απόρροια της ιδεολογίας που καθοδηγεί τα ηγετικά στελέχη της ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Για να το κάνει αυτό θα πρέπει να μπει στον στίβο της ιδεολογικής αντιπαράθεσης, άφοβα και με αυτοπεποίθηση. Οι ιδέες της φιλελεύθερης δημοκρατίας έχουν θριαμβεύσει παγκοσμίως, στην δε πατρίδα μας όλες οι στρατηγικές επιλογές έχουν το άρωμα της κεντροδεξιάς. Παρ΄όλα αυτά, από την Μεταπολίτευση και μετά, ηγεμόνευσαν τα ιδεολογήματα της Αριστεράς, που υπό τις συγκεκριμένες μνημονιακές συνθήκες, έφεραν την ριζοσπαστική Αριστερά στην εξουσία.
Συνεπώς τίθεται το ερώτημα: ποια είναι η στρατηγική της Νέας Δημοκρατίας; Απλώς να ηττηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ και μετά από λίγο καιρό να επανέλθει δριμύτερος ή αυτή η ήττα να συνοδευτεί και από το τσάκισμα της ιδεολογικής του ηγεμονίας που θα περιορίσει την Αριστερά σε έναν περιθωριακό ρόλο για μια τουλάχιστον γενιά;
Στην πρώτη περίπτωση δεν χρειάζεται προσπάθεια. Κατά τα φαινόμενα ο ΣΥΡΙΖΑ θα ηττηθεί. Αυτό δικαιολογεί και την επανάπαυση που παρατηρείται σε μερίδα ηγετικών στελεχών της Νέας Δημοκρατίας. Στην δεύτερη όμως περίπτωση χρειάζεται σκληρή δουλειά, και πάνω απ΄όλα επίγνωση της σοβαρότητας της συγκεκριμένης προσπάθειας. Δηλαδή, επίγνωση του γεγονότος πως η μάχη δεν δίνεται, απλώς, για την εκλογική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά για την αλλαγή του συσχετισμού των δυνάμεων στους ιδεολογικούς μηχανισμούς του Κράτους.
«Μα η ιδεολογική αντιπαράθεση και ο κοφτερός λόγος θα τρομάξουν τους κεντρώους ψηφοφόρους», θα αντιτείνουν οι υποστηρικτές ενός light προεκλογικού αγώνα. Αυτό είναι ένας μύθος.
Ο κεντρώος ψηφοφόρος, υπό την έννοια της πολιτικής γεωγραφίας, είναι πολύ πιο αντι-ΣΥΡΙΖΑ από έναν δεξιό, συντηρητικό ψηφοφόρο, καθώς η πολιτική και η ρητορεία του ΣΥΡΙΖΑ προσβάλλει ευθέως τις δημοκρατικές του ευαισθησίες και την αξιοπρέπεια του.
Ο μετριοπαθής ψηφοφόρος, υπό την έννοια της πολιτικής συμπεριφοράς, αυτός δηλαδή που λειτουργεί με το επιχείρημα και τον ορθό λόγο, εξανίσταται με τις διχαστικές κραυγές των ηγετικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ. Συγχρόνως, επιζητεί να έχει μιαν ολοκληρωμένη εικόνα για ποιο λόγο απορρίπτει τις αξίες και τις πολιτικές θέσεις της Αριστεράς. Να αποκτήσει συνείδηση αυτής της απόρριψης.
Αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς σκληρό ιδεολογικό αγώνα. Πώς θα έχει πλήρη επίγνωση της στάσης του, αν η Νέα Δημοκρατία δεν αναπτύξει πλήρως το δικό της ιδεολογικό οπλοστάσιο, που το έχει δικαιώσει, άλλωστε, και η Ιστορία;
Εδώ υπάρχει μια σύγχυση. Κάποιοι νομίζουν πως ο ιδεολογικός αγώνας πολώνει το κλίμα. Λάθος. Ο ιδεολογικός αγώνας διεξάγεται με το επιχείρημα και όχι με τις τσιρίδες. Στον ιδεολογικό αγώνα κυριαρχεί ο ορθός λόγος και όχι το θυμικό. Ο τρόπος της επικοινωνίας είναι ήπιος, το περιεχόμενο όμως οξύ. Άλλωστε, τα πιο αιχμηρά σχόλια έχουν γίνει στον πληθυντικό αριθμό και με το χαμόγελο στα χείλη.
Ας αποφασίσουν λοιπόν εγκαίρως εκεί στο Μοσχάτο πώς θα κινηθούν τι θα πουν και κυρίως τι, στρατηγικά, θέλουν.