«Με τον Καγκελάριο συζητήσαμε ελάχιστα τα θέματα που αφορούν την οικονομία», με αυτή τη φράση ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στην κοινή συνέντευξη τύπου με τον Όλαφ Σολτς περιέγραψε την αλλαγή κλίματος στις ελληνογερμανικές σχέσεις.
Το Βερολίνο φαίνεται πως δίνει «ψήφο εμπιστοσύνης» στην ελληνική οικονομία, καθώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρουσίασε τα στοιχεία, που αποδεικνύουν, όπως είπε, ότι η Ελλάδα μετατρέπεται από «μαύρο πρόβατο» στα χρόνια της κρίσης, σε μια από τις πλέον σταθερές οικονομίες της ευρωζώνης, με δυναμικούς ρυθμούς ανάπτυξης, συρρίκνωση του χρέους κάτω από το 170% του ΑΕΠ, ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, μείωση της ανεργίας, αύξηση επενδύσεων και εξαγωγών, ιστορικό ρεκόρ τουριστικών εσόδων και αφίξεων.
Η «θετική» γερμανική ψήφος, κατά τον πρωθυπουργό, αντικατοπτρίζεται τόσο στο διμερές εμπόριο και την παρουσία γερμανικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα, σε κομβικούς τομείς, όπως οι τηλεπικοινωνίες, τα αεροδρόμια και η ψηφιακή τεχνολογία, όσο και στον αριθμό των Γερμανών τουριστών στη χώρα μας.
Για την ελληνική κυβέρνηση δύο είναι τα «κλειδιά», που ενισχύουν αυτή την πορεία, ο προσανατολισμός στις μεταρρυθμίσεις και στην πολιτική σταθερότητα, που επιβεβαιώθηκε στις κάλπες του Ιουνίου.
Μετά από χρόνια η οικονομία ήταν στα «εύκολα» της ελληνογερμανικής ατζέντας. Αν δύο θέματα ξεχώρισαν στη συζήτηση μεταξύ των δύο ηγετών, ήταν το μεταναστευτικό και η πορεία διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς τα Δυτικά Βαλκάνια, θέματα στα οποία φαίνεται να αναζητείται κοινή γραμμή Αθήνας και Βερολίνου, όχι επί της αρχής, αλλά στα επιμέρους.
Οι διαφορετικές προκλήσεις, που Ελλάδα και Γερμανία αντιμετωπίζουν μπροστά στις μεταναστευτικές ροές, ήταν και η αφετηρία της διαφορετικής προσέγγισης στο θέμα, που έγινε εμφανής στην κοινή συνέντευξη τύπου των δύο ηγετών.
Ο Όλαφ Σολτς, αναγνωρίζοντας μεν τον ρόλο της Ελλάδας στη φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της Ευρώπης, χαρακτήρισε τη χώρα του στόχο της δευτερογενούς μετανάστευσης, ζητώντας συνεργασία ώστε να βρεθεί τρόπος για να διακοπεί η ροή μεταναστών από τις χώρες πρώτης υποδοχής προς το εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Να βρούμε γρήγορα πρακτικές απαντήσεις για τον περιορισμό της δευτερογενούς μετανάστευσης» είπε χαρακτηριστικά, την ώρα, που η Γερμανία αποτελεί βασικό προορισμό όσων καταφέρουν και πάρουν άσυλο. Την ανάγκη να διαμορφωθεί μια κοινή στρατηγική σε δύο επίπεδα -αφενός στην εξεύρεση πρόσθετων πόρων για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού από τις χώρες που βρίσκονται στα εξωτερικά ευρωπαϊκά σύνορα, αφετέρου στην αντιμετώπιση του προβλήματος των δευτερογενών ροών- έθεσε στην απάντησή του ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σημειώνοντας την ανάγκη να υπάρχει ένα δυναμικό σχέδιο και προς τις δύο κατευθύνσεις.
Η ελληνική κυβέρνηση θέτει μετ’ επιτάσεως, άλλωστε, την ανάγκη να συζητηθεί η χρηματοδότηση αυτή στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για την αναθεώρηση του δημοσιονομικού πλαισίου. Απαντώντας εμμέσως και για τις ελληνικές προθέσεις, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επεσήμανε ότι η Ελλάδα έχει επιταχύνει τις διαδικασίες χορήγησης ασύλου τα τελευταία χρόνια, έχει μειώσει τις μεταναστευτικές ροές στο Αιγαίο, αλλά και ότι επιδίωξη της χώρας είναι η παραμονή στην Ελλάδα όσων παίρνουν άσυλο, καθώς υπάρχει ανάγκη για εργατικά χέρια.
Επί τάπητος στη συνάντηση και το θέμα της διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς τα Δυτικά Βαλκάνια, με τον Όλαφ Σολτς, με αρκετά σκωπτικό τρόπο, να δηλώνει ότι μετά από 20 χρόνια συζητήσεων, θα πρέπει να γίνει το επόμενο βήμα της ένταξής τους στην Ένωση. Αν και μίλησε για την ανάγκη μεταρρυθμίσεων στις χώρες αυτές, ο Γερμανός Καγελάριος έσπευσε να τονίσει ότι η ενταξιακή πορεία των Δυτικών Βαλκανίων δεν πρέπει να έχει «διμερή» χαρακτηριστικά. Η ελληνική θέση είναι ξεκάθαρη και έχει υπογραμμιστεί σε κάθε ευρωπαϊκή απόφαση.
Ακρογωνιαίοι λίθοι της ενταξιακής διαδικασίας παραμένουν η προσαρμογή των χωρών αυτών στο ευρωπαϊκό κεκτημένο και ο σεβασμός στο κράτος δικαίου, ήταν η απάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, την ώρα, που παραμένει ανοιχτό για παράδειγμα το θέμα Μπελέρη στην Αλβανία, με την Αθήνα να έχει καταστήσει σαφές ότι όσο ο εκλεγείς δήμαρχος Χιμάρας παραμένει κρατούμενος, αυτό θα αποτελεί εμπόδιο στην ευρωπαϊκή πορεία των Τιράνων.
Στο κεφάλαιο της Μέσης Ανατολής, πάντως, η κοινή γραμμή Αθήνας-Βερολίνου έγινε σαφής τόσο σε ό,τι αφορά στη στήριξη του Ισραήλ και του δικαιώματός του στην αυτοάμυνα, στον χαρακτηρισμό της Χαμάς ως τρομοκρατική οργάνωση, αλλά και στην οριστική πολιτική λύση των δύο κρατών στην περιοχή. Μάλιστα, εν αναμονή της επίσκεψης Ερντογάν στο Βερολίνο στα τέλη της εβδομάδας και στις 7 Δεκεμβρίου στην Αθήνα, Μητσοτάκης και Σολτς υπογράμμισαν τη διαφορετική στάση της Άγκυρας στον πόλεμο Ισραήλ-Χαμάς, χωρίς ωστόσο να μεταφέρουν τις διαφορές αυτές στις σχέσεις Ελλάδας και Γερμανίας με την Άγκυρα.
Σε κοινή γραμμή κινήθηκαν οι δύο ηγέτες και για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Σε αυτό το ρευστό σκηνικό, η ελληνική κυβέρνηση προτάσσει και τον ρόλο, που η Ελλάδα μπορεί να διεκδικήσει στον ενεργειακό τομέα και, κυρίως, στο κομμάτι της πράσινης ενέργειας, με τη χώρα να έχει τη δυνατότητα να αναδειχθεί σε κόμβο μεταξύ ευρωπαϊκού βορρά και νότου, με τον πράσινο ενεργειακό διάδρομο μεταξύ νότιας και βόρειας Ευρώπης, που θα συνδέει χώρες με μεγάλη παραγωγή αιολικής ενέργειας, κυρίως τον χειμώνα, όπως η Γερμανία, με αυτές που παράγουν πολλή ηλιακή ενέργεια κυρίως το καλοκαίρι, όπως η Ελλάδα.