Ολοκληρώθηκε μετά από σωρεία τοποθετήσεων διημερίδα με θέμα «Η Θρησκεία στον Σύγχρονο Κόσμο: Προκλήσεις και Προοπτικές για τον Διάλογο και την Ειρήνη», που διοργάνωσαν το περιοδικό «Foreign Affairs The Hellenic Edition» και το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσίασε η τοποθέτηση με γεωπολιτικές προεκτάσεις του Αμερικανού Πρέσβη, Τζέφρι Πάιατ.
Το θέμα που ανέπτυξε ο Πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα τιτλοφορείτο «Ο ρόλος των ΗΠΑ ως θεματοφύλακας της ελευθερίας», και ο οποίος εμφανίστηκε ιδιαίτερα αιχμηρός κατά της πολιτικής της Ρωσίας στις εκκλησιαστικές υποθέσεις. «Η Ρωσία χρησιμοποιεί τη θρησκεία ως μέρος μιας υβριδικής στρατηγικής, ως εργαλείο για την επίτευξη των πολιτικών της στόχων και τη διάδοση ψευδών αφηγήσεων και αντιλήψεων», τόνισε ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματικής αποστολής στην Ελλάδα, ενώ για τις τελευταίες εξελίξεις στην κόντρα του Πατριαρχείου της Μόσχας με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και την Εκκλησία της Ελλάδος, με αφορμή το Ουκρανικό, σχολίασε ότι «ακριβώς όπως η Μόσχα χειραγωγεί τους ενεργειακούς πόρους για να εξαγάγει σε υψηλές τιμές και να λάβει πολιτικές παραχωρήσεις, τώρα ανακοινώνει απαγόρευση έλευσης τουριστών και διακοπή μνημόνευσης στις ιερές ακολουθίες, σε όσες χώρες δεν την ακολουθούν στην πολιτική της γραμμή». Επιπρόσθετα, στήριξε τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο και την Ιερά Σύνοδο που τάχθηκαν υπέρ της ουκρανικής αυτοκεφαλίας, χαρακτηρίζοντας ως απόδειξη του ηθικού βάρους της ηγεσίας της, την υποστήριξη της Εκκλησίας της Ελλάδος στην απόφαση του Οικουμενικού Πατριάρχη να χορηγήσει αυτοκεφαλία στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας.
Παράλληλα, ο Αμερικανός πρέσβης εξέφρασε τον σεβασμό του για τη σημασία της Ορθοδοξίας για τον ελληνικό πολιτισμό και τον ελληνικό λαό, τονίζοντας ότι «η Ορθοδοξία διατήρησε τον Ελληνισμό μέσα στην οθωμανική κατοχή και υπήρξε το κλειδί για τη συνοχή της ελληνικής κοινωνίας κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης». Ανέφερε επίσης ότι η θρησκευτική ελευθερία είναι θεμελιώδης αμερικανική αξία και καθολικό ανθρώπινο δικαίωμα και για αυτό σε χώρες όπως η Ελλάδα, όπου η θρησκεία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη δημόσια ζωή, είναι σημαντικό να υπάρχει ένας ανοικτός και ειλικρινής διάλογος. Εξήρε τον ρόλο που διαδραμάτισε η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία στην ενίσχυση των δεσμών των δύο λαών και στη σύνδεση της ελληνοαμερικανικής Διασποράς με την πατρίδα, ενώ για μία επιπλέον φορά τάχθηκε στο πλευρό του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του Βαρθολομαίου, το εγκώμιο του οποίου έπλεξε για «τη σταθερή του δέσμευση για διαθρησκειακό διάλογο».
Καταληκτικά, ο Πρέσβης των ΗΠΑ δεν άφησε ασχολίαστο το ουκρανικό ζήτημα, με επανάληψη της άποψής του ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες ανησυχούν βαθύτατα για τις παραβιάσεις της θρησκευτικής ελευθερίας στην κατεχόμενη από τη Ρωσία Κριμαία» και υπενθύμισε ότι η χώρα του «συνεχίζει να υποστηρίζει το δικαίωμα του ουκρανικού λαού να καθορίσει τον τρόπο λατρείας του».
Εξάλλου, από το βήμα του συνεδρίου, ο αρχιμανδρίτης Αρίσταρχος Γκρέκας, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Θεολογίας ΕΚΠΑ, εκφώνησε ομιλία με θέμα «Η αναγκαιότητα προάσπισης της θρησκευτικής ελευθερίας», για το οποίο μεταξύ άλλων επισήμανε ότι «βασικοί παράγοντες στη πρόκληση συνθηκών που ευνοούν τις παραβιάσεις της θρησκευτικής ελευθερίας, είναι οι βίαιες συγκρούσεις, η φτώχεια, η ανισότητα, οι αδύναμοι ή αυταρχικοί κρατικοί θεσμοί, η κρατική θρησκεία ή κρατικός αθεϊσμός, καθώς και ευρύτερες κουλτούρες μισαλλοδοξίας και αποκλεισμού». «Ως εκ τούτου - υπογράμμισε - οι προσπάθειες προώθησης της θρησκευτικής ελευθερίας με μακροπρόθεσμες βελτιώσεις, είναι καλύτερα σχεδιασμένες στο πλαίσιο ευρύτερων στρατηγικών εκδημοκρατισμού, αειφόρου ανάπτυξης και οικοδόμησης της ειρήνης. Συνεπώς, απαιτούνται συνεχείς προσπάθειες με την ενίσχυση συνεργειών με πρωτοβουλίες για τη διεύρυνση του πεδίου των εμπλεκόμενων φορέων, συμπεριλαμβανομένων κυβερνήσεων και ΜΚΟ, των κοσμικών οργανισμών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς και ευρύτερου φάσματος θρησκευτικών παραγόντων, τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Οι ευρύτερες συμμαχίες μπορούν να συμβάλλουν στην αποτελεσματικότερη διανομή ρόλων και ευθυνών». Καταληκτικά, σημείωσε ότι «η πολυεπίπεδη συνεργασία προάσπισης της θρησκευτικής ελευθερίας με ευρύ χρονικό ορίζοντα, σε διεθνές και τοπικό επίπεδο, αποτελεί εγγύηση του υγιούς θρησκευτικού βιώματος και της ειρήνης».
«Η προσέγγιση των Εκκλησιών Ρώμης - Κωνσταντινούπολης ως απτό παράδειγμα θρησκευτικής διπλωματίας» αναπτύχθηκε από τον Γεώργιο - Σπυρίδωνα Μάμαλο, σύμβουλο Επικοινωνίας Α'', του ΥΠΕΞ. «Οι Πατριάρχες Αθηναγόρας, Δημήτριος και Βαρθολομαίος, που ενσάρκωσαν τον οικουμενικό διάλογο, βρέθηκαν αντιμέτωποι και με πολιτικές καταστάσεις, διεθνείς ή εσωτερικές, που αξιολογούσαν κατά τρόπο εφεκτικό τα οικουμενικά ανοίγματά τους, αξιολογώντας τα ως καιροσκοπική πολιτική. Ανάλογα, αν όχι σοβαρότερα προβλήματα, αντιμετώπισαν οι Πατριάρχες από εκκλησιαστικά περιβάλλοντα που δεν μπορούσαν και δεν μπορούν να αξιολογήσουν προς το συμφέρον της Ορθοδοξίας τα οράματα και τις φιλοδοξίες τους, από την προσέγγιση, ιδιαιτέρως με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Ωστόσο, όσο και αν ψάξει κανείς σε αρχεία και βιβλιοθήκες, δεν θα βρει την παραμικρή παραχώρηση ή κάμψη, ούτε δογματικώς ούτε εκκλησιαστικώς, αλλά και την παραμικρή διάσταση από την παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Οι επικριτές, στηριζόμενοι σε εν πολλοίς έωλα επιχειρήματα, ομολογούν ως επί το πλείστον συμπλεγματικές συμπεριφορές. Έτσι, μισό και επιπλέον αιώνα από την άρση των αναθεμάτων, θα μπορούσε με ασφάλεια να ειπωθεί πως η Ορθοδοξία πολλά ωφελήθηκε από τον εξωστρεφή προσανατολισμό που εγκαινιάστηκε από τον Αθηναγόρα και συνεχίστηκε με αμείωτο ρυθμό και ζέση από τους διαδόχους του Δημήτριο και Βαρθολομαίο», τόνισε ο ομιλητής.
Συντονιστές του συνεδρίου σήμερα, ήταν ο Αλέξανδρος Κατσιάρας, θεολόγος, διευθυντής του ραδιοσταθμού της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο Γιάννης Παναγιωτόπουλος, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Θεολογίας ΕΚΠΑ, και ο δημοσιογράφος Ανδρέας Λουδάρος.
Κατά τη χθεσινή συνεδρία, ο μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος ανέπτυξε το θέμα «Οι θρησκείες και οι Εκκλησίες παράγοντες ειρήνης, καταλλαγής και αλληλεγγύης», για το οποίο μεταξύ άλλων επισήμανε, ότι «μόνον ο διάλογος των πολιτισμών, των κοινωνιών και των θρησκειών μπορεί να προάγει τον αμοιβαίο σεβασμό, την ειρηνική συμβίωση, την ανοχή του διαφορετικού, την ειρήνη, τη συνύπαρξη, τη δικαιοσύνη και τον πλουραλισμό, δίδοντας, στις μεν κοινωνίες το στοιχείο πρόσβασης προς μια διαρκή νεωτερικότητα μακριά από κρίσεις πολιτισμικής ταυτότητας, στις δε θρησκείες και στις Εκκλησίες, τη δυνατότητα να νοηματοδοτήσουν με σεβασμό στη διαφορετικότητα, την ανάδειξη των στοιχείων εκείνων, μέσα από τα οποία δίδονται τα περιθώρια της δράσης και της αντίδρασης, της δόσης και της αντίδοσης, της μετάδοσης και της λήψης, αφού η πρακτική εφαρμογή του διαλόγου στηρίζεται πάντοτε στη σχέση του ανθρώπου που δίνει και του ανθρώπου που δέχεται, ή του πολιτισμού που προσφέρεται διακονικά και του πολιτισμού που λειτουργεί μεταμορφωτικά».
Ως επίλογος, η κεντρική ιδέα των τοποθετήσεων στο διεθνές συνέδριο θρησκευτικής διπλωματίας, που ολοκληρώθηκε ύστερα από δύο ημέρες στη Λέσχη Αξιωματικών Ενόπλων Δυνάμεων (ΛΑΕΔ) είναι διάλογος, διάλογος, και πάλι διάλογος….