Το νομοσχέδιο που κυρώνει το μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ του ελληνικού υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης και του αντίστοιχου κυπριακού έγινε δεκτό κατά πλειοψηφία από την επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης.
Υπέρ της αρχής της συμφωνίας για τη συνεργασία Ελλάδας-Κύπρου, στον τομέα του ψηφιακού μετασχηματισμού, τάχθηκε η ΝΔ, ενώ όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης επιφυλάχθηκαν για την ολομέλεια, εκτός του ΚΚΕ, που δήλωσε ότι καταψηφίζει.
Ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Δημήτρης Παπαστεργίου, έκανε λόγο για «μία σημαντική ψηφιακή συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου, οι σχέσεις των οποίων διέπονται από κοινά και αναλλοίωτα στο χρόνο χαρακτηριστικά».
«Είναι περιττό να περιγράψω πόσο κοντά νιώθουμε με την κυπριακή κυβέρνηση και τον κυπριακό λαό. Με την παρούσα Συμφωνία ερχόμαστε ακόμα πιο κοντά, δημιουργώντας βάσεις και σχέσεις με ορίζοντα τις επόμενες δεκαετίες, γιατί η προοπτική αλλά και η κοινή αντίληψη των πραγμάτων είναι αυτή που ενδυναμώνει τέτοιες σχέσεις.
Καθημερινά χιλιάδες Έλληνες πολίτες ζούνε και κινούνται στην Κύπρο και αντιστοίχως ένα μεγάλο νούμερο Κυπρίων κάνουν το ίδιο στην Ελλάδα. Γιατί να μην κάνουμε τη ζωή τους ακόμα πιο εύκολη και πιο αποτελεσματική με λιγότερη γραφειοκρατία; Γιατί να μην κάνουμε την αυτονόητη και δεδομένη συνεργασία των δύο κρατών ακόμα πιο απλή και ελκυστική στις επενδύσεις με κοινούς τρόπους αντιμετώπισης των ψηφιακών προκλήσεων; Οι ανάγκες και από τις δυο πλευρές είναι κοινές για ταχύτητα στην διακίνηση εγγράφων. Στόχος λοιπόν είναι λιγότερη γραφειοκρατία περισσότερη διαφάνεια και αποτελεσματικότητα», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Παπαστεργίου.
Όπως είπε περαιτέρω, «η συνεργασία μας θα είναι αμφίπλευρη, Ελλάδα και Κύπρος, σεβόμενες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την ιδιότητά τους ως κράτη-μέλη της ΕΕ, θα προχωρήσουν στην υλοποίηση του μνημονίου, που σκοπό έχει από την πλευρά μας, να δανειστούμε από τη Κύπρο την τεχνογνωσία η οποία έχει αναπτυχθεί εξαιρετικά».
«Η συμφωνία είναι εξαιρετικά σημαντική, όχι μόνο για το ψηφιακό της αποτύπωμα στην Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά γιατί πλέον αποκτάμε σε καθημερινή βάση κοινές διαδικασίες, κοινή οπτική στην ψηφιακή εποχή, κοινή αντιμετώπιση προκλήσεων, ευκαιριών αλλά και κινδύνων.
Η παρούσα συμφωνία αποτελεί πυλώνα για το πώς η Ευρώπη μπορεί να χειριστεί ανάλογα θέματα, καθώς είναι μάλλον η πρώτη τέτοιου είδους διακρατική συμφωνία και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Δύο κράτη, ένα έθνος, αλλά πλέον αποκτούν μία ψηφιακή πορεία», κατέληξε ο κ. Παπαστεργίου.
Ο γενικός εισηγητής της ΝΔ, Γιάννης Λοβέρδος, υπογράμμισε ότι «το μνημόνιο συνεργασίας στον τομέα του ψηφιακού μετασχηματισμού, είναι μία σημαντική πρωτοβουλία των δύο κυβερνήσεων και ουσιαστικά φέρνει ακόμα πιο κοντά την Ελλάδα με το αδελφό κράτος της Κύπρου».
«Σκοπός είναι η αμοιβαία αναγνώριση εγγράφων που διευκολύνουν την μετακίνηση επιβατών και η απλούστευση της συναλλαγής μεταξύ των δύο κρατών με την μείωση της γραφειοκρατίας», σημείωσε.
Ο γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Καραμέρος, χαρακτήρισε «θετικό βήμα» τη συνεργασία Ελλάδας Κύπρου στον τομέα του ψηφιακού μετασχηματισμού, «καθώς θα διευκολύνει τις μετακινήσεις των πολιτών και τις συναλλαγές των δύο κρατών», τονίζοντας παράλληλα ότι θα μπορούσε να υπάρξει μία ευρύτερη ευρωπαϊκή συνεργασία με τουλάχιστον τρία κράτη.
«Ελλάδα και Κύπρος οφείλουν να αναπτύξουν περαιτέρω συνεργασία, όπως στα θέματα της κυβερνοασφάλειας ή σε κοινά ερευνητικά προγράμματα. Είμαστε θετικοί για το μνημόνιο συνεργασίας στον τομέα του ψηφιακού μετασχηματισμού, επιφυλασσόμαστε να τοποθετηθούμε στην ολομέλεια, διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θα σταθούμε εμπόδιο στην κύρωση. Είναι η ελάχιστη πράξη εκκίνησης μιας αμοιβαίας συνεργασίας με την Κύπρο, αλλά πρέπει να χτίσουμε και με άλλες χώρες τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την κυβερνοασφάλεια», υπογράμμισε ο κ. Καραμέρος.
Ο ειδικός αγορητής του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Ιλχάν Αχμέτ, τάχθηκε υπέρ της κύρωσης του Μνημονίου Ελλάδας-Κύπρου, επισημαίνοντας ότι «η διεύρυνση των σχέσεων με τον αδελφό κυπριακό λαό, είναι πάντα επιθυμητή» και πρόσθεσε ότι το κόμμα του «επικροτεί κάθε συνεργασία που δημιουργεί γερούς δεσμούς με την Μεγαλόνησο». Ωστόσο, ζήτησε «να αποσαφηνιστούν ορισμένα σημεία του νομοσχεδίου, ώστε να λειτουργήσει πιο θετικά, πιο άμεσα, πιο αποδοτικά και με μεγαλύτερη ασφάλεια η συνεργασία».
Κατά του μνημονίου δήλωσε η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ, Αφροδίτη Κτενά, τονίζοντας μεταξύ άλλων ότι, «υλοποιεί τις αντιλαϊκές πολιτικές της ΕΕ για τον ψηφιακό μετασχηματισμό, με στόχο να καταστήσει το κράτος πιο αποτελεσματικό και πιο φιλικό, όχι όμως για τους πολίτες, αλλά για μια χούφτα επιχειρηματικών ομίλων».
«Πίσω από το Μνημόνιο κρύβεται η ζοφερή πραγματικότητα για τους λαούς, που είναι να σφίξει παραπάνω η ψηφιακή θηλιά και στις δύο χώρες. Το ζήτημα είναι ποιον εξυπηρετεί ο ψηφιακός μετασχηματισμός; Για ποιά συμφέροντα αναπτύσσονται οι ψηφιακές εφαρμογές και σε ποια κατεύθυνση αξιοποιούνται;», σημείωσε η κ. Κτενά, ενώ υπογράμμισε ότι «η ανταλλαγή προσωπικών δεδομένων διασφαλίζει στο κράτος ένα μόνιμο διαρκές φακέλωμα των πολιτών».
Ο ειδικός αγορητής της Νέας Αριστεράς, Νάσος Ηλιόπουλος, εξέφρασε επιφυλάξεις ως προς τους πραγματικούς στόχους της κυβέρνησης, καθώς και «ως προς την διασφάλιση των προσωπικών δεδομένων, τα οποία απέδειξε ότι δεν τα σέβεται», όπως είπε.
Τις επιφυλάξεις του εξέφρασε ο ειδικός αγορητής της ΝΙΚΗΣ, Γιώργος Ρούντας, διευκρινίζοντας ότι θα τοποθετηθεί αναλυτικά στην ολομέλεια.
Από την πλευρά της, η ειδική αγορήτρια της Πλεύσης Ελευθερίας, Ελένη Καραγεωργοπούλου, επέκρινε την κυβέρνηση ότι εισάγει προς ψήφιση ένα γενικότατο πλαίσιο με ασαφείς διατυπώσεις για την ψηφιακή συνεργασία των δύο κρατών, χωρίς να έχει προηγηθεί καμία ενημέρωση και συζήτηση για κρίσιμα θέματα σχετικά με το κόστος της συνεργασίας, το ποιος θα ελέγχει την τήρηση των συμβάσεων, ή πώς θα εξασφαλιστεί η εμπιστευτικότητα της χρήσης στοιχείων από προσωπικά δεδομένα.
Τον «κίνδυνο παραβίασης και διαρροής προσωπικών δεδομένων μέσα από τα ψηφιακά εργαλεία» επεσήμανε ο ειδικός αγορητής των Σπαρτιατών, Γιάννης Κόντης, εκφράζοντας επιφυλάξεις.